Το αυτοκίνητο των 500 δολαρίων και η μετάλλαξη της Βιομηχανικής Επανάστασης

basiko-viomhxaniki

Για τους περισσότερους η βιομηχανική επανάσταση φέρνει στο νου τον Τσάρλι Τσάπλιν στους «Μοντέρνους Καιρούς», όπου ο συμπαθής ήρωας καλείται να στρίψει τα μπουλόνια που περνούν γρήγορα από μπροστά του μέχρι που ζαλίζεται και μπλέκει στα γρανάζια τεράστιων μηχανών. Η κωμική εκδοχή της ταινίας δεν απείχε πολύ από τον πραγματικό τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της βιομηχανικής παραγωγής στις αρχές του 20ου αιώνα. Χρειάστηκε να περάσουν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, να εκπονηθούν δεκάδες οικονομικές θεωρίες και να επικρατήσουν η τεχνολογία και η πληροφορία για να αλλάξει ριζικά η θέση και ο τρόπος εργασίας του βιομηχανικού εργάτη. Όλα όμως ξεκίνησαν από μία ιδέα και… ένα αυτοκίνητο.

της Σταυρούλας Καραλή

Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Αμερικανός βιομήχανος Henry Ford έθεσε σε εφαρμογή τη θεωρία του Adam Smith περί καταμερισμού της εργασίας προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Ο Ford άλλαξε εκ θεμελίων τον τρόπο οργάνωσης των βιομηχανικών του μονάδων, καταφέρνοντας να κατασκευάσει ένα αυτοκίνητο αξίας μόλις 500 δολαρίων, το οποίο, για πρώτη φορά στην ιστορία, ήταν δυνατόν να αποκτήσουν και οι μεσαίες οικονομικές τάξεις των Ηνωμένων Πολιτειών.

ford-henry

Ο «Φορντισμός», όπως ονομάστηκε η θεωρία της βιομηχανικής οργάνωσης και παραγωγής, που εφάρμοσε πρώτος ο Henry Ford, στόχευε στην αύξηση της παραγωγικότητας με την τυποποίηση των προϊόντων αλλά και την τυποποίηση της ίδιας της εργασίας που θα έκανε ο κάθε εργάτης. Ο Ford εγκαινίασε μια κινούμενη γραμμή παραγωγής-συναρμολόγησης, στην οποία κάθε εργάτης εκτελούσε μια συγκεκριμένη και εξειδικευμένη ενέργεια. Με την μέθοδο του Ford, τυποποιούνταν τα περισσότερα μέρη ενός προϊόντος, που ήταν δυνατόν να παραχθούν σε μαζική παραγωγή. Ήταν μια αλυσιδωτή εργασία που οργανωνόταν σε μεγάλες ενότητες παραγωγής, με μια διαδοχή τυποποιημένων εργασιών. Με αυτόν τον τρόπο ο Ford, μείωσε το μοναδιαίο κόστος κάθε οχήματος. Έτσι, το 1913, πετυχαίνοντας την μαζική παραγωγή του μοντέλου Τ, κατάφερε να χαμηλώσει την τιμή πώλησης. Για πρώτη φορά μάλιστα ένα αυτοκίνητο, κόστιζε 500 δολάρια, και ήταν προσιτό ακόμη και στις μεσαίες τάξεις (Giddens A., 2002: 420 Βλέπε επίσης: Hobsbawm., 2002: 90).

Η επικράτηση του Φορντισμού στην γενικότερη βιομηχανική παραγωγή, χρονολογικά προσδιορίζεται με το τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Την περίοδο αυτή, έχουμε την ανάπτυξη της παραγωγής και της παραγωγικότητας, ενώ εντοπίζεται μια αύξηση των κερδών και των επενδύσεων, οι οποίες υποστηρίζουν τη μαζική κατανάλωση. Επίσης, η οικοδόμηση του κράτους πρόνοιας, ενθαρρύνει και διευρύνει την μαζική κατανάλωση. Μέσα από αυτές τις αλλαγές, διαμορφώνονται τα βασικά χαρακτηριστικά του φορντισμού:

  • Συγκέντρωση “καλοπληρωμένων” ημι-ειδικευμένων εργατών σε μεγάλα εργοστάσια.
  • Ιεραρχική γραφειοκρατική μορφή οργάνωσης της εργασίας που χαρακτηρίζεται από ένα κεντρικό management.
  • Κρατικό management της εθνικής οικονομίας δια μέσου ενός εύρους κεϋνσιανών πολιτικών που ρυθμίζουν τα επίπεδα του εισοδήματος, της ζήτησης και της πρόνοιας.
  • Διασύνδεση ανάμεσα στη μαζική παραγωγή και τη μαζική κατανάλωση (η οποία είναι αναγκαία για να αναπαραχθεί η διαδικασία παραγωγής).

Για τον φορντισμό, ο εργαζόμενος στον τομέα της παραγωγής είναι ταυτόχρονα και καταναλωτής. Με το μεροκάματο των «πέντε δολαρίων», γι’ όσους εργάζονται συνεχόμενα στον τομέα της μαζικής παραγωγής, δημιουργείται ένα άτυπο συμβόλαιο μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων. Έτσι, ο εργοστασιάρχης, καταφέρνει να συνδυάσει αύξηση των κερδών, αύξηση των μισθών, εργασιακή ειρήνη και περιορισμό των απεργιακών κινητοποιήσεων (Watson T. J., 2005: 259-260 Βλ. επίσης: Allen J., 2003: 253).

Την δεκαετία του ΄70, η οικονομική κρίση, γνωστή ως πετρελαϊκή κρίση, δημιούργησε τριγμούς στα θεμέλια του κράτους πρόνοιας, της πολιτικής πλήρους απασχόλησης και κατά συνέπια του φορντιστικού μοντέλου παραγωγής.

Η μεταβιομηχανική κοινωνία διαφοροποιείται από την βιομηχανική. Η γνώση, η πληροφορία, τα μικροηλεκτρονικά τσιπ και γενικότερα η τεχνολογία, αντικαθιστά τις πολυπληθείς βιομηχανικές μονάδες. Η μεταβιομηχανική ή μοντέρνα οικονομία, οργανώνεται γύρω από ευέλικτους τύπους παραγωγής τόσο στο είδος της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται, όσο και στο είδος εργασίας που αναμένεται (Allen J., 2003: 249-250, 271-272).

Με το πέρασμα από τον φορντισμό στον μεταφορντισμό, η μαζική παραγωγή σε μεγάλη κλίμακα, περνά στο περιθώριο. Για πολλούς αναλυτές στον αντίποδα του φορντισμού, αρχικά βρέθηκε ο τογιοταϊσμός. Πρόκειται για μια διαφορετική μορφή οργάνωσης της παραγωγής, που επινοήθηκε και εφαρμόστηκε από τους Ιάπωνες της αυτοκινητοβιομηχανίας Τογιότα, και στοχεύει στην μεγαλύτερη παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα.

Assemblage of cars

Στον τογιοταϊσμό ή μεταφορντισμό, εφαρμόζεται ένα σύστημα άμεσης ανταπόκρισης ανάμεσα στους προμηθευτές και στην παραγωγή. Τα ανταλλακτικά, τις περισσότερες φορές παράγονται και παραδίδονται την ίδια ημέρα, κατευθείαν δίπλα στην γραμμή συναρμολόγησης. Με αυτόν τον τρόπο δεν υπάρχουν επιζήμια αποθέματα. Η ίδια η εταιρία χρησιμοποιεί τεχνολογία σχεδίασης και υλικών, προκειμένου να απλοποιήσει τα πολύπλοκα στοιχεία. Παράλληλα περικόπτει τον αριθμό των ανταλλακτικών και των λειτουργιών. Η βιομηχανία, με τη χρήση της τεχνολογίας, αποκλείει τις ελαττωματικές παρτίδες από την παραγωγή, καθώς οι μηχανές έχουν την δυνατότητα να σταματούν αμέσως, όταν «αντιλαμβάνονται» κάποιο λάθος. Το λάθος δηλαδή, αποκαθίσταται την ίδια στιγμή που γίνεται αντιληπτό, από τους εξειδικευμένους εργάτες, χωρίς την συνδρομή των εποπτών και των ανώτερων στελεχών (Allen J., 2003: 318-319. Βλ. επίσης: Watson T. J., 2005: 272-275).

Βασικό ρόλο στην μεταφορντισμό τρόπο παραγωγής παίζουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τόσο στις εσωτερικές όσο και στις εξωτερικές εργασίες της βιομηχανίας. Με την «συστηματοποίηση», η βιομηχανία καταφέρνει να παράγει τα υλικά και τα προϊόντα της, πολύ πιο γρήγορα, εξοικονομώντας με αυτόν τον τρόπο υλικά και ενέργεια.

Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, αρκετοί ερευνητές προσπάθησαν να προσεγγίσουν το δίπολο φορντισμός-μεταφορντισμός. Ο J. Hirsch και ο A. Lipietz διέκριναν ότι ο μεταφορντισμός, στον τομέα της παραγωγής, με τις καινοτομίες του, επιφέρει πιο ευέλικτες λειτουργίες, μεγαλύτερο εύρος προσφερομένων προϊόντων, μεγαλύτερη ακρίβεια δια της μεθόδου just in time production. Με αυτόν τον τρόπο ελαχιστοποιούνται τα εμπορεύματα-stock, ενώ παράλληλα ο τομέας της παραγωγής έχει την δυνατότητα να μπορεί να ανταποκρίνεται άμεσα στις αλλαγές των καταναλωτικών προτιμήσεων με αλλαγές στο σχεδιασμό και στο marketing. (Watson T. J., 2005: 380)

Ο Bell, πιο θεωρητικός, στο The Coming of Post-Industrial Society, υποστηρίζει ότι στη βιομηχανική κοινωνία, η παραγωγή και το κέρδος είναι οι κατευθυντήριες δυνάμεις. Ενώ στην μεταβιομηχανική εποχή, είναι η γνώση και η πληροφορία. Στον μεταφορντισμό αλλάζει η μορφή της δουλειάς, μεταμορφώνεται σε γνώση και αντικαθιστά την χειρωνακτική εργασία. Στις βιομηχανίες εργάζονται περισσότεροι γραφιάδες από ότι χειρώνακτες. Στον μεταφορντισμό αλλάζει και η επαγγελματική δομή, καθώς η επαγγελματική εξειδίκευση είναι πλέον απαραίτητη για την λειτουργία της παραγωγής. Για τον Bell, στο πέρασμα από τον φορντισμό στον μεταφορντισμό και αντίστοιχα από την βιομηχανική στην μεταβιομηχανική κοινωνία, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η δύναμη της πληροφορίας. Ο Bell υποστηρίζει ότι η πληροφόρηση είναι κάτι παραπάνω από πηγή κερδών, καθώς μετατρέπεται και η ίδια, σε βασικό εμπόρευμα που αγοράζεται και πωλείται στην αγορά. (Lallemnt M., 2001: 474-475)

Για τον Alain Touraine, στον μεταφορντισμό υπάρχει μια «τεχνοκρατική ελίτ», που δεν υπάρχει στον φορντισμό, και είναι αυτή που ελέγχει τη γνώση. Το πέρασμα από τον Φορντισμό στον μεταφορντισμό, δημιούργησε μια νέα κοινωνική διαίρεση. Από τη μία έχουμε τους γραφειοκράτες και τους τεχνοκράτες και από την άλλη τους εργάτες, τους φοιτητές και τους καταναλωτές. Για τον Touraine, το σημείο τριβής δεν βρίσκεται πλέον γύρω από την κατοχή της ιδιοκτησίας, αλλά γύρω από την πρόσβαση στην πληροφορία και την χρήση της. Το life style των διάφορων κοινωνικών ομάδων, ελέγχεται από την άρχουσα τάξη, μέσα αλλά και πέρα από τη σφαίρα της οικονομικής παραγωγής. Η διαμαρτυρία έχει διάφορες μορφές, και σχετίζεται ελάχιστα με τη βιομηχανία ή ιδιαίτερες υλικές ανάγκες. (Lallemnt M., 2001: 458-461, 474-475)

ford-4

Για τον Andre Gorz, έτσι όπως παρουσιάζονται οι απόψεις του στο βιβλίο του «Αντίο προλεταριάτο», οι νέες τεχνολογίες δημιουργούν αλλαγές στην δομή της απασχόλησης μέσα στην κοινωνία. Ως συνέπεια, δημιουργείται μια κοινωνική διαίρεση ανάμεσα στην αριστοκρατία των ασφαλών καλοπληρωμένων εργατών και των ανέργων. Στην μεταβιομηχανική εποχή, η αυτοματοποίηση μετατρέπει την δουλειά σε μια εργαλειακή δραστηριότητα, που δεν ικανοποιεί τον εργαζόμενο. Οι εργασίες των κατώτερων τάξεων στερούνται οικονομικής ορθολογικότητας και κύρους. Ουσιαστικά, για τον Gorz, η μεταβιομηχανική κοινωνία «καταργεί» την εργασία. (ww.theseis.com)

Για τον Harvey, ο φορντισμός, έρχεται σε αντιπαράθεση με τις νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγής του μεταφορντισμού. Ο νέος τρόπος ανάπτυξης, που εμφανίζεται μετά την δεκαετία του ’70, ονομάζεται “ευέλικτη συσσώρευση”. Πρόκειται δηλαδή για νέες μορφές εργασίας, κατανάλωσης, καθημερινής ζωής και ιδεολογίας, ενώ παράλληλα αναπτύσσονται νέοι κλάδοι παραγωγής (τηλεπικοινωνίες, αυτοματισμοί, ηλεκτρονικά, υπολογιστές, ενέργεια). Ο μεταμοντερνισμός, και πιο συγκεκριμένα οι πολιτισμικές εκφράσεις του, συνδέονται με τα οικονομικά πεδία της «ευέλικτης συσσώρευσης». Για τον Harvey, η «ευέλικτη συσσώρευση» περιλαμβάνει ευελιξία στην αγορά εργασίας, υψηλή ειδίκευση και συμβόλαια εργασίας, εξειδικευμένους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, εργαζόμενους μερικής απασχόλησης (γυναίκες-μετανάστες). Ο Harvey, υποστηρίζει μάλιστα, ότι ο μεταμοντερνισμός αποτελεί μέρος του μηχανισμού ρύθμισης ενός νέου καθεστώτος συσσώρευσης. Γι’ αυτό το λόγο, μετά το τέλος του φορντισμού, ήταν απαραίτητη η εύρεση μιας νέας ισορροπίας ανάμεσα στην οικονομία, την πολιτική και την ιδεολογία. Με τον μεταφορντισμό, υπάρχει μια νέα μορφή κεφαλαιουχικής συσσώρευσης, που δίνει έμφαση στο νέο, στα νέα προϊόντα, στο εφήμερο, στο φευγαλέο, στην αβεβαιότητα της καθημερινής ζωής. (Harvey D., 1990: 477)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Allen J., «Μεταβιομηχανισμός και Μεταφορντισμός» στο: Stuart Hall, David Held, Anthony Mc Crow., Η Νεωτερικότητα Σήμερα, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα 2003.

Giddens A., Κοινωνιολογία, μτφρ. Τσαούσης Δ., Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2002.

Harvey D., «The Condition of Postmodernity» στο: Lallement M., Ιστορία των κοινωνιολογικών ιδεών, μτφρ. Λυκούδης Μπ, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2001.

Hobsbawm E.J., Η εποχή των Αυτοκρατοριών., μτφρ. Σκλαβενίτη Κ., Εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 2002.

Lallement M., Ιστορία των κοινωνιολογικών ιδεών, μτφρ. Λυκούδης Μπ, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2001.

Watson T, J., Κοινωνιολογία, Εργασία και Βιομηχανία., Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2005.

www.theseis.com

The following two tabs change content below.
Γεννήθηκε στην Βοστώνη, μεγάλωσε στη Νέα Σμύρνη από αθηναίους γονείς και πρόσφυγες μικρασιάτες παππούδες από την Σμύρνη και την Καππαδοκία. Σπόυδασε στο Δημοσιογραφικό Εργαστήρι και παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα Σκηνοθεσίας, Φωτογραφίας και Ιστορίας του Κινηματογράφου. Το 2002 ξεκίνησε ένα υπέροχο και δια βίου ταξίδι στη γνώση που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ο πρώτος προορισμός ήταν ο «Ευρωπαικός Πολιτισμός» στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ε.Α.Π. Το δεύτερο ταξίδι ήταν ενα Μεταπτυχιακό στην Εκπαίδευση (Med). Πρίν από τέσσερα χρόνια, με κατατακτήριες εξετάσεις πέρασε στο Πολιτικό της Νομικής Αθηνών στη Σχολή Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών και τώρα βρίσκεται επί πτυχίω, ετοιμάζοντας τις βαλίτσες για τον επόμενο προορισμό. Το όνειρο της, είναι να βρεθεί κάποια στιγμή συμφοιτήτρια με τον γιό της, τον Άρη, που σήμερα είναι εννέα ετών. Μοτο ζωής... «Φεύγοντας το μόνο που θα πάρω μαζί μου είναι οι γνώσεις...» !

Comments

comments

Related Posts

Recent Posts