Δολοφονία Νίκου Σεργιανόπουλου: Μιντιακές αξίες και κανιβαλισμός

sergianopoulos

της Αγγελικής Καρδαρά.

Tα εγκληματικά νέα (crime news) είναι επικοινωνιακό προϊόν των μιντιακών αξιών (news values), των κριτηρίων δηλαδή με βάση τα οποία επιλέγονται οι ιστορίες που «αξίζουν» μιντιακά (newsworthy). Αυτό σημαίνει, με απλά λόγια, ότι δεν προβάλλονται από τα ΜΜΕ όλες οι υποθέσεις εγκληματολογικού ενδιαφέροντος, αλλά εκείνες οι οποίες κρίνεται από τους αρχισυντάκτες ότι «αξίζουν» μιντιακά, με την έννοια ότι θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον του κοινού και έτσι τα ΜΜΕ θα αυξήσουν την αναγνωσιμότητα, την τηλεθέαση, ή την ακροαματικότητά τους.

Εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί με ειδεχθή τρόπο, κυρίως ανθρωποκτονίες, με θύματα ανήλικα άτομα ή πρόσωπα που χαίρουν δημοφιλίας, υπερ-προβάλλονται από τα ΜΜΕ. Σε περιπτώσεις, μάλιστα, που τα συγκεκριμένα εγκλήματα ενέχουν το στοιχείο της δραματοποίησης, της σύγκρουσης, του απρόβλεπτου, της διέγερσης (ηδονοβλεψία του απαγορευμένου) και της προσωποποίησης (κουλτούρα των διασημοτήτων), αποτελούν κύριες ειδήσεις των μίντια. Όταν εμπλέκονται στοιχεία, όπως ο ερωτισμός, η διακινδύνευση (υψηλό ρίσκο), η βία και το θέαμα, τα εγκλήματα καθίστανται αντικείμενο επεξεργασίας από τα ΜΜΕ. Δυστυχώς, με λανθασμένο τρόπο, ατεκμηρίωτο και μη επιστημονικό, τις περισσότερες τουλάχιστον φορές. 

Αντίθετα, άλλες μορφές εγκληματικότητας –όπως για παράδειγμα οικονομικά εγκλήματα- που λαμβάνουν χώρα πολύ πιο συχνά σε σχέση με άλλα εγκλήματα- με πολύ σοβαρές συνέπειες ακόμα και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, σπάνια προβάλλονται ή προβάλλονται επιλεκτικά.

Οι προαναφερθείσες διαπιστώσεις καθίστανται εμφανείς από την ανάλυση που ακολουθεί της υπόθεσης δολοφονίας του ηθοποιού Νίκου Σεργιανόπουλου, στις 4 Ιουνίου του 2008. Πρόκειται για μια υπόθεση με έντονο εγκληματολογικό και δημοσιογραφικό ενδιαφέρον. Αποτελεί μιας ακραίας μορφής εγκληματικότητα, η οποία δεν απασχολεί συχνά τα ελληνικά ποινικά χρονικά και γι’ αυτό απασχόλησε εκτενέστατα τόσο το αστυνομικό όσο και το δικαστικό ρεπορτάζ. Η παρούσα υπόθεση περιλαμβάνει όλες εκείνες τις «μιντιακές αξίες» που κατέστησαν το έγκλημα «newsworthy», δηλαδή «ελκυστικό» για τα μίντια, και γι’ αυτό απασχόλησε με εκτενέστατα ρεπορτάζ όλα τα μέσα και αποτέλεσε κύριο θέμα δελτίων ειδήσεων. Ο τρόπος που καλύφθηκε η υπόθεση αποδεικνύει περίτρανα το πώς η δημοσιογραφική δεοντολογία παραβιάζεται, κατά την ανάλυση υποθέσεων εγκληματολογικού ενδιαφέροντος, πώς οι δημοσιογράφοι υπερβαίνουν τα όρια και κατασκευάζουν «ανθρώπινα δράματα» προς «κατανάλωση», αντί να προσφέρουν ενημέρωση στο κοινό. Ειδικότερα, τα στοιχεία που κέντρισαν το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον στην υπόθεση Σεργιανόπουλου, σύμφωνα με τις “μιντιακές αξίες”, είναι τα ακόλουθα:

α) Η προσωποποίηση, καθώς επρόκειτο για ένα δημοφιλέστατο πρόσωπο, επιτυχημένο ηθοποιό και πολύ αγαπητό στο ευρύ κοινό. 
β) Το γόητρο του θύματος, λόγω της επαγγελματικής του καταξίωσης και της κοινωνικής του θέσης. 
γ) Η δραματοποίηση, δεδομένου ότι η υπόθεση έφερνε στην επιφάνεια το ανθρώπινο και προσωπικό δράμα. 
δ) Η διέγερση, δηλαδή η «ηδονοβλεψία του απαγορευμένου», με την προσοχή των μίντια να εστιάζεται σε λεπτομέρειες της ιδιωτικής ζωής και για να είμαστε πιο ακριβείς της «διπλής ζωής» του θύματος. 
ε) Το απρόβλεπτο της υπόθεσης, η οποία επεφύλασσε διαρκείς ανατροπές και «αποκαλύψεις», κυρίως «πιπεράτες» αποκαλύψεις. 
ζ) Η εγγύτητα, δηλαδή το γεγονός ότι η υπόθεση αφορούσε ένα προσφιλέστατο πρόσωπο της ελληνικής σόουμπιζ. 

Επιπροσθέτως, δόθηκε τόση μεγάλη έκταση στην υπόθεση, διότι παρουσίαζε: μοναδικότητα, με έντονα τα στοιχεία του ερωτισμού, της διακινδύνευσης, της βίας, του θεάματος και της ατομικής παθογένειας. Ως προς το τελευταίο στοιχείο, πρέπει να αναφέρω ότι η προσωπική και όχι η συλλογική βλάβη και διακινδύνευση καθιστά το έγκλημα «σοβαρό» για τη λογική των μίντια, ενώ η συγκρουσιακή κατάσταση πρέπει να έχει στοιχεία τραγωδίας, όπως ακριβώς είχε η υπόθεση που εξετάζουμε. Το γεγονός, άλλωστε, ότι θύτης ήταν αλλοδαπός, έδωσε ακόμα περισσότερο την ευκαιρία για διαιώνιση στερεοτυπικών εικόνων για τους «αλλοδαπούς εγκληματίες», ενώ η δήθεν εμπλοκή και άλλων δημοφιλών προσώπων της σόουμπιζ καλλιέργησε το έδαφος για να «κατασκευαστεί» ένα νέο θρίλερ, σε συνέχειες.

Και εδώ ακριβώς τίθεται ένα καίριο ερώτημα «ποια είναι τα όρια μεταξύ δημοσιογραφικής έρευνας και κανιβαλισμού;». Διότι κατά την άποψή μου, στηριζόμενη σε πληθώρα δημοσιευμάτων από το αστυνομικό και δικαστικό ρεπορτάζ, ο αδικοχαμένος ηθοποιός έγινε, κυριολεκτικά, βορά των μίντια. Αναμφισβήτητα, το τέλος του ήταν αποτρόπαιο και ένα τόσο ειδεχθές έγκλημα που αφορά μάλιστα έναν αγαπημένο στο κοινό ηθοποιό, δεν μπορεί παρά να αποτελέσει αντικείμενο επεξεργασίας των ΜΜΕ. Ωστόσο, αστυνομικό ρεπορτάζ σημαίνει εμβάθυνση στα κίνητρα της εγκληματικής δράσης, απεικόνιση του ψυχο-εγκληματικού προφίλ του δράστη και καταγραφή των απόψεων των ειδικών και έγκυρων επιστημόνων. Αυτή η έρευνα και περαιτέρω ανάλυση δεν προϋποθέτει τον κανιβαλισμό του θύματος, ούτε τη στοχοποίηση ατόμων, προτού η έρευνα φτάσει στο τέλος της και εξαχθούν συγκεκριμένα και ασφαλή συμπεράσματα.

Ο δημοσιογράφος οφείλει να εμβαθύνει, ακόμα και να μπει σε δύσκολα μονοπάτια που αφορούν ένα ακραίο έγκλημα, όπως το έγκλημα Σεργιανόπουλου. Δεν έχει, ωστόσο, κανένα απολύτως δικαίωμα να δώσει στη δημοσιότητα φωτογραφία του νεκρού σώματος, δεν έχει δικαίωμα να λασπολογήσει το θύμα για τις προσωπικές του επιλογές, για τις οποίες θα έπρεπε να υπάρξει όχι σιωπή και απόκρυψη στοιχείων αλλά σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και σεβασμός στη μνήμη ενός ανθρώπου που είχε αγαπηθεί ιδιαίτερα από το κοινό. Σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να στοχοποιηθούν φίλοι του αποθανόντος, οι οποίοι εν τέλει δεν είχαν καμία σχέση με την υπόθεση, όπως αποδείχθηκε από την έρευνα. 

Σε αυτό, συνεπώς, το σημείο, μπαίνουν πολλά ερωτήματα για το ρόλο του αστυνομικού συντάκτη. Ο αστυνομικός συντάκτης που θέλει να κάνει ολοκληρωμένο ρεπορτάζ, οφείλει να κάνει τη διαφορά. Να ερευνήσει εις βάθος και να προσπαθήσει να εξαγάγει συμπεράσματα (και όχι κουτσομπολιά και εικασίες) σχετικά με την «εγκληματική ψυχή» και τα ακραίας μορφής εγκλήματα. Σαφώς, ο δημοσιογράφος που θα καταφέρει να κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού με την ανάλυση και την έρευνά και όχι με κουτσομπολίστικα και πολλές φορές ψευδή σχόλια, πρέπει να έχει γνώσεις, να καταγράφει την άποψη των ειδικών, να αναζητεί τα κίνητρα δράσης και να τολμά, βασιζόμενος στη γνώση, την έρευνα και τη μελέτη, να αποτυπώνει το προφίλ του θύτη και θύματος, μακριά από στερεότυπα και «εγκληματικούς μύθους». Επίσης, καλούμε τους δημοσιογράφους, συλλογικά πλέον και όχι σε ατομικό επίπεδο, να θέσουν σαφή όρια «δημοσιογραφικής δεοντολογίας» αναφορικά με τις υποθέσεις εγκληματολογικού ενδιαφέροντος, ώστε να μη θυματοποιούνται εκ νέου τα θύματα και να προστατεύονται οι φερόμενοι ως δράστες μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση. Είμαστε βέβαιοι ότι οι αστυνομικοί και δικαστικοί συντάκτες που έχουν τις αναγκαίες γνώσεις μπορούν να τα καταφέρουν, αρκεί να υπάρξουν ακόμα πιο σαφή και ακριβή όρια για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να παρουσιάζονται στο ευρύ κοινό τα εγκλήματα και το φαινόμενο της εγκληματικότητας.

Υ.Γ. Ο δολοφόνος του Ν.Σεργιανόπουλου Δαβίδ Μουρτινέλι, καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 20 χρόνια φυλάκιση, ποινή που το Μικτό Ορκωτό Εφετείο μετέτρεψε σε ισόβια κάθειρξη με ψήφους 6 προς μία. Η ποινή κατέστη οριστική και αμετάκλητη από το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, το οποίο απέρριψε προσφυγή του δολοφόνου, κρίνοντας την απόφαση του Εφετείου πλήρη και εμπεριστατωμένη. Στο έγκλημα δεν είχε εμπλοκή κανείς άλλος, «διάσημος» ή μη, όπως επί μήνες «πληροφορούσαν» το κοινό ορισμένες πηγές ενημέρωσης... 

 

The following two tabs change content below.
Η Αγγελική Καρδαρά είναι Εισηγήτρια-Συγγραφέας και Εκπαιδεύτρια στο Πρόγραμμα Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης (E-Learning) του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι Διδάκτωρ του Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Φιλόλογος (με εξειδίκευση στη μεσαιωνική και νεοελληνική φιλολογία) και Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.). Το θέμα της διδακτορικής διατριβής της, με Επιβλέποντα τον Καθηγητή Γιάννη Πανούση, αφορά τον ιδιαίτερο γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας του έγκλειστου πληθυσμού. Από τον Φεβρουάριο του 2020 ανέλαβε και Επιστημονικά Υπεύθυνη του Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος που αποτελεί Ομάδα Εργασίας για το Έγκλημα και την Απεικόνισή του στα ΜΜΕ. Έχει επάρκεια και άδεια διδασκαλίας τριών ξένων γλωσσών (αγγλικών, γαλλικών, ισπανικών). Εργάζεται στον συναρπαστικό χώρο της εκπαίδευσης, δίνει διαλέξεις και οργανώνει μαθήματα σεμιναριακού τύπου στο αντικείμενο εξειδίκευσής της «Έγκλημα & Media». Επίσης, είναι Επιστημονικά Υπεύθυνη ερευνών εγκληματολογικού, κοινωνικού και μιντιακού ενδιαφέροντος, αρθρογραφεί και συγγράφει. Έχει συγγράψει τα βιβλία: Τρομοκρατία και ΜΜΕ (εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα), Όταν η ψυχή μιλάει (εκδόσεις Υδρόγειος), Φυλακή και Γλώσσα (εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα), Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας για τον Αστυνομικό και Δικαστικό Συντάκτη (εκδόσεις Παπαζήση), Σκιαγράφηση του ψυχολογικού προφίλ των εγκληματιών που απασχόλησαν τα ελληνικά ΜΜΕ (1993-2018): Criminal Profiling and Media (εκδόσεις Παπαζήση). Οι «Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους» είναι το έκτο βιβλίο της και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.

Comments

comments

Related Posts

    Comments are closed.

    Recent Posts