του Γιώργου Χρυσοβιτσάνου.
Στις ταινίες της εβδομάδας: Ένας φαροφύλακας αντιμέτωπος με μοιραία διλήμματα. Ένας νοσοκόμος παρασημοφορείται χωρίς να έχει ρίξει ούτε τουφεκιά. Ένας πρώην στρατονόμος ξεσκεπάζει μια βρόμικη συνωμοσία.
Το φως ανάμεσα στους ωκεανούς ***
(The Light between Oceans)
Δραματική – Διάρκεια 133’
Σκηνοθεσία: Ντέρεκ Σιανφράνς
Παίζουν: Μάικλ Φασμπέντερ, Αλίσια Βικάντερ, Ρέιτσελ Βάις, Τζακ Τόμσον, Γκάρι ΜακΝτόναλντ
Ο Μάικλ Φασμπέντερ, ηθοποιός με στιβαρή παρουσία, ικανός να ερμηνεύσει τα πάντα, υποδύεται ένα βασανισμένο άντρα στην κινηματογραφική διασκευή του παγκόσμιου μπεστ σέλερ της Μ. Λ. Στέντμαν Το φως ανάμεσα στους ωκεανούς.
Αμέσως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Τομ, βετεράνος του Δυτικού Μετώπου, προσλαμβάνεται ως φαροφύλακας σε μια απομακρυσμένη περιοχή της Αυστραλίας. Από τα ποικίλα ψυχικά του τραύματα θα τον γιατρέψει ο γάμος του με την Ίζαμπελ, που θα δεχτεί και αυτή σοβαρά πλήγματα, αφού χάσει δυο μωρά στη γέννα. Μια βάρκα με επιβάτες ένα νεκρό άντρα και ένα βρέφος θα αλλάξει ριζικά τη ζωή τους. Το ζευγάρι θα παρουσιάσει το κοριτσάκι ως δικό του και όλα θα πάνε μέλι γάλα ως τη στιγμή που θα εμφανιστεί η πραγματική μητέρα.
Οπότε αρχίζουν τα διλήμματα, οι τύψεις συνείδησης, οι αποκαλύψεις και οι ανατροπές. Η ιδανική πρώτη ύλη για ένα καραμπινάτο μελό που θα κάνει πολλά ματάκια να βουρκώσουν. Μια ευκολία που ο σκηνοθέτης – σεναριογράφος Ντέρεκ Σιανφράνς αποφεύγει, επιχειρώντας ένα στοχασμό επάνω στο θέμα της μητρότητας. Μονομαχία δυο μανάδων, της βιολογικής και της ουσιαστικής, με τον σύζυγο της δεύτερης να παίζει καταλυτικό ρόλο.
Ασχέτως έκβασης, το κινηματογραφικό αποτέλεσμα είναι χαμηλότονο και ευαίσθητο. Με μια σεμνότητα σπάνια για ταινία mainstream. Έργο μελαγχολικό όσο και το ανεμοδαρμένο του σκηνικό, όσο και ο Τομ, θύμα πολέμου, παρότι επέστρεψε αρτιμελής. Η δύσκολη προσαρμογή του στην ειρήνη και οι περιπλοκές που ακολουθούν δημιουργούν για τους συντελεστές της ταινίας λεπτές ισορροπίες, τις οποίες καταφέρνουν να διατηρήσουν όλοι ανεξαιρέτως.
Βασικά ατού η πανέμορφη φωτογραφία που τονίζει την ανθρώπινη μοναξιά μέσα σε ένα ερημικό τοπίο και οι λεπτοδουλεμένες ερμηνείες (τον Φασμπέντερ πλαισιώνουν η Αλίσια Βικάντερ, βραβευμένη με Όσκαρ β΄γυναικείας ερμηνείας για Το κορίτσι από τη Δανία και η Ρέιτσελ Βάις, σε δεύτερο αλλά σημαντικό ρόλο). Προϊόν σοβαρής συλλογικής δουλειάς η συγκίνηση εδώ και όχι τεχνασμάτων.
Αντιρρησίας συνείδησης ** ½
(Hacksaw Ridge)
Βιογραφική – Διάρκεια 138’
Σκηνοθεσία: Μελ Γκίμπσον
Παίζουν: Άντριου Γκάρφιλντ, Τερέζα Πάλμερ, Βινς Βον, Σαμ Γουόρθινγκτον, Λουκ Μπρέισι
Στo πολεμικό θέατρο του Ειρηνικού στήνει ένα αιματηρό δράμα ο Μελ Γκίμπσον, παρακολουθώντας τη δράση του οπλίτη Ντέσμοντ Τ. Ντος, του πρώτου αντιρρησία συνείδησης στην ιστορία των ΗΠΑ που παρασημοφορήθηκε με το Μετάλλιο της Τιμής. Ο Ντος, ο οποίος αρνήθηκε να πιάσει τουφέκι, μεταφέρει σε ασφαλές μέρος 75 τραυματίες, ύστερα από πολύνεκρη μάχη σε βραχώδες ύψωμα της Οκινάουα, το 1944 και αγιοποιείται από τους συμπολεμιστές του.
Ο Μελ Γκίμπσον σκηνοθετεί την ανθρωποσφαγή με τη γνωστή του επιμονή στην αποκρουστική λεπτομέρεια (διαμελισμένα πτώματα, άνθρωπινοι πυρσοί αναμμένοι από φλογοβόλα και άλλα γκρανγκινιολικά ακατάλληλα για ευαίσθητα στομάχια), αποδίδοντας ρωμαλέα τον τρόμο, τη φρίκη και το χάος. Για τις πολεμικές σκηνές παίρνει άριστα.
Η αφήγηση αποδυναμώνεται κάπως από τις αναδρομές στο παρελθόν του ήρωά του, που ωστόσο φωτίζουν τη διαμόρφωση μιας ιδιαίτερης προσωπικότητας, ενός απλού χωριατόπαιδου, μέλους της Εκκλησίας των Ανβεντιστών, που θέλει να υπηρετήσει την πατρίδα του, όχι σκοτώνοντας, αλλά σώζοντας ζωές. Παιδικά τραύματα, ο πρώτος έρωτας, η βασική εκπαίδευση στο κέντρο νεοσυλλέκτων (η κωμική νότα μιας σκληρής ταινίας), η προφυλάκιση, η δίκη.
Το σενάριο και η σκηνοθεσία υποστηρίζουν ολόψυχα τον ήρεμο αγώνα ενός ειρηνιστή φαντάρου να υπερασπισθεί τις πεποιθήσεις του, εν καιρώ πολέμου, και ο Άντριου Γκάρφιλντ (The AmazingSpiderman) βάζει τα δυνατά του για να ερμηνεύσει έναν απαιτητικό ρόλο. Τα καταφέρνει αν και τον βρήκα υπερβολικά γλυκερό στις αισθηματικές σκηνές. Ναι, η ταινία διαθέτει και λαβ στόρι, εκτός από ουμανιστικό – θρησκευτικό «μήνυμα» και οικογενειακό δράμα. Όμως εκείνο που μου «έμεινε» είναι η σχεδόν σαδιστική εμμονή του σκηνοθέτη Γκίμπσον με την καταστροφή του ανθρώπινου σώματος. Κάτι όχι πρωτόγνωρο, αν θυμηθούμε το Braveheart, Τα Πάθη του Χριστού και το Apocalypto. Το φόρτε του.
Jack Reacher: Ποτέ μη γυρίζεις πίσω **
(Jack Reacher: Never go back)
Περιπέτεια – Διάρκεια 118’
Σκηνοθεσία: Έντουαρντ Ζούικ
Παίζουν: Τομ Κρουζ, Κόμπι Σμόλντερς, Άλντις Χοτζ
Στα χνάρια του Ίθαν Χαντ (του πιο γνωστού κινηματογραφικού alter ego του Τομ Κρουζ στις Επικίνδυνες αποστολές) κινείται ο Τζακ Ρίτσερ στη δεύτερη ταινία με ήρωα τον σχεδόν υπεράνθρωπο ταγματάρχη της στρατονομίας που αποκαλύπτει σκοτεινές συνωμοσίες και τιμωρεί ανάλογα τους συνωμότες. Η εξαφάνιση μιας τεράστιας ποσότητας όπλων του αμερικανικού στρατού στο Αφγανιστάν απασχολεί τον Ρίτσερ και μια συνάδελφό του, που ζητά εκδίκηση για τους φόνους δυο στρατιωτών της. Μαζί τους και μια δεκαεξάχρονη που ισχυρίζεται ότι είναι νόθα κόρη του Τζακ.
Η ιστορία δεν αποτελεί απλό πρόσχημα για τη βίαιη δράση (άφθονο το πιστολίδι και ιλιγγιώδεις οι καταδιώξεις), καθώς η ταινία αναπτύσσει τις σχέσεις του Ρίτσερ με τις δυο γυναίκες, σε σκηνές τρυφερές και αστείες. Ενώ οι σφαίρες σφυρίζουν γύρω τους, οι τρεις καταδιωκόμενοι ανταλλάσσουν πανέξυπνες ατάκες και δένονται μεταξύ τους με τον τρόπο που μόνο ο κοινός κίνδυνος μπορεί να δέσει τους ανθρώπους.
Ο Έντουαρντ Ζούικ, σκηνοθέτης υπερπαραγωγών φτιαγμένων με συναίσθημα και σκέψη (Glory, Οι θρύλοι του πάθους, Ο τελευταίος σαμουράι) διασώζει την ποιοτική προσωπική του σφραγίδα σε ένα περιπετειώδες θρίλερ προορισμένο να «σπάσει τα ταμεία», όπως το Jack Reacher (2010) πάλι με τον Τομ Κρουζ, που απέφερε διακόσια εκατομμύρια δολάρια. Περνάς καλά, χωρίς να προσβάλλουν τη νοημοσύνη σου.
Α’ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Lionnews

