της Μαρίκας Αρβανιτοπούλου.
Με τον Χρήστο Χωμενίδη γνωριστήκαμε σε άλλη εποχή – πριν αιώνες νομίζω (σίγουρα στον 20ο), τότε που και οι δυο θεωρούσαμε ότι η προτεραιότητα της μέρας μας ήταν να βρεθούμε στα μπαράκια της Χάρητος για βότκες και γνωριμίες, με άλλα άτακτα συνομήλικα παιδιά.
Τότε φυσικά ήταν αδύνατο να σκεφτούμε ότι θα γινόμαστε γονείς που τα σαββατοκύριακα τρέχουν σε παιδικές παραστάσεις και πάρτι, ότι η Χάρητος θα μαράζωνε λόγω (ένας Θεός ξέρει γιατί) κι ότι, μηδενίζοντας το κοντέρ θα έπρεπε για όλα να αρχίσουμε από την αρχή, με μοναδικό εφόδιο τις εμπειρίες μας.
Ένας φίλος από τα παλιά στην ουσία, φορτωμένος με χιλιάδες αναμνήσεις είναι για μένα ο Χρήστος Χωμενίδης.
Κι αν ο Νίκος Γούναρης -που νομίζω ότι του αρέσει- τον γνώριζε σήμερα, θα τραγουδούσε πάνω από το τραπέζι του το τραγούδι Τ αλητάκια (βρε ντουνιά…) και ο Κάρλος Καρντέλ στην Αργεντινή θα του πρόσφερε μια ωραία μελαχρινή και φλογερή ντάμα για να χορέψει το Por una cabeza.
Ο Χρήστος Χωμενίδης στο lion news δεν μιλάει σήμερα για τα βιβλία του.
Προσπάθησα να τον αποκρυπτογραφήσω για σας… Νομίζω πως είναι ειλικρινής.
- Νοιώθεις πετυχημένος;
Νοιώθω πετυχημένος και αποτυχημένος, χαρούμενος και δυστυχής, καλός και κακός, έξυπνος και ηλίθιος, παιγνιώδης και υπέρ το δέον σοβαρός. Τα συναισθήματα και οι πεποιθήσεις μου για τον κόσμο και για τον εαυτό μου εναλλάσσονται με εντυπωσιακή ταχύτητα. Έχω μια ποικιλία εαυτών, οι οποίοι συνωστίζονται μέσα μου, γλεντάνε ή τσακώνονται.
- Τι είναι επιτυχία;
Το να μην νοιάζεσαι να αποδείξεις τίποτα σε κανέναν.
- Ήσουν καλός μαθητής; Φοιτητής;
Υπήρξα καλούτσικος μαθητής σε ένα ιδιαίτερα αυστηρό σχολείο. Στα λεγόμενα φιλολογικά μαθήματα αρίστευα, στα φυσικομαθηματικά και στη γυμναστική ήμουν πάτος. Μετάνιωσα πικρά μεγαλώνοντας, που δεν ασχολήθηκα με τον αθλητισμό. Θαυμάζω τους ποδοσφαιριστές και τους μπασκετμπολίστες, όσους ανθρώπους γενικά τα δίνουν όλα στο γήπεδο. Εγώ, ο μαλάκας, αντί να εκμεταλλευτώ το ανάστημα και το σωματικό μου εκτόπισμα, κρυβόμουν και κάπνιζα πίσω απ’ τους θάμνους. Στην Νομική μπήκα στα μέσα της δεκαετίας του ’80, με τη δεύτερη, καθώς την πρώτη φορά απέτυχα στην Έκθεση και προσγειώθηκα ανωμάλως στη Θεολογία. Τα πρώτα δυόμιση χρόνια ζήτημα εάν είχα περάσει πέντε μαθήματα. Συνειδητοποίησα αίφνης πως αν συνέχιζα με τον ίδιο ρυθμό, θα έπαιρνα πτυχίο το 2000. Έστρωσα τότε κώλο, γκάζωσα και κατάφερα να αποφοιτήσω στα τεσσερισήμισι χρόνια, σχεδόν στην ώρα μου.
- Υπήρξες φιλόδοξος;
Φιλοδοξία μου ήταν ανέκαθεν να πορεύομαι σύμφωνα με τις πεποιθήσεις, τις εμπνεύσεις και τους έρωτές μου. Πάνω από αυτά τα τρία δεν έθεσα ούτε για μια στιγμή την ασφάλεια που σου παρέχει το χρήμα, την ανακούφιση που σου προσφέρει η κοινωνική αποδοχή. Να μην προδίδεις τον εαυτό σου – αυτή δεν είναι η υπέρτατη φιλοδοξία;
- Έχεις παίξει ξύλο δημόσια;
Κατά την ενήλικη ζωή μου μονάχα μία φορά. Όταν κάποιος προσέβαλε τη μαμά της κόρης μου.
- Είσαι πότης;
Δεν έχω αρνηθεί καμία από τις απολαύσεις. Έχει ενδιαφέρον ωστόσο πώς το ίδιο το σώμα μας υπαγορεύει τις επιλογές μας ανάλογα με τις ανάγκες και τις αντοχές του. Φτάνει να το ακούμε. Έκοψα, προ ετών, δίχως να ζοριστώ καθόλου, το σκληρό αλκοόλ. Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, σταμάτησα εδώ και ένα σχεδόν χρόνο να καπνίζω. Μου αρκεί πλέον και μου περισσεύει το άτμισμα. Και το κρασί, λευκό και κόκκινο, στο οποίο τείνω να γίνω μερακλής.
- Καλοφαγάς;
Αυτό να λέγεται! Όσα λεφτά τυχόν μού περισσεύουν τα τρώω κυριολεκτικά.
- Σε τι συνίσταται η ενηλικίωση σου;
Ενηλικίωση, για όλους μας, σημαίνει ευθύνη. Όποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για τον εαυτό του και για τα μικρά του -και για τους απροστάτευτους, ενδεχομένως, γέροντες- αυτός καλείται επαξίως ενήλικας. Το νόημα της ενηλικίωσης το δίνει ένας στίχος από τον “Χρονοποιό” του Διονύση Σαββόπουλου: “Πάει ο καιρός που οι δικοί σας σκηνοθετούσαν τη γιορτή σας και είσαι εσύ που πρέπει τώρα να υψώσεις της γιορτής τα δώρα…”
- Πιστεύεις στο δόγμα, “ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε…” ;
Δεν πιστεύω σε δόγματα. Ο καθένας ας πορεύεται όπως θέλει και μπορεί.
- Θέλεις να γίνεις πολιτικός; Υπουργός Παιδείας; Βουλευτής; Δήμαρχος;
Είσαι με τα καλά σου; Υπηρετώ τη σπουδαιότερη κυρά, την Τέχνη, και θα την προδώσω;
- Ξέρω ότι σε πείραξε πολύ ο θάνατος της μάνας σου. Θα ήθελες να είχες προλάβει το βιβλίο ενόσω ζούσε; Της το χρώσταγες κάπως;
Θα γινόταν -εικάζω- πολύ χαρούμενη εάν διάβαζε την “Νίκη”. Δεν θα μπορούσα ωστόσο να τη γράψω όσο η ίδια ζούσε. Έπρεπε να κατακαθίσει εντελώς το πένθος από τον θάνατό της, να πάρω τις αποστάσεις μου, ώστε να αναπλάσω μυθιστορηματικά τη ζωή και τον κόσμο της. Η αφορμή άλλωστε που τη βιογράφησα ήταν να τη συστήσω, ως λογοτεχνική έστω ηρωίδα, στην εγγονή της.
- Νοιώθεις απλώς θεατής σε όσα γίνονται στον πλανήτη; Ή αισθάνεσαι ότι είσαι μέρος ενός συστήματος που νοσεί;
Ποιός μπορεί να μένει θεατής; Η καμπάνα χτυπάει πάντα για όλους μας. Διαφωνώ εντούτοις ότι ο πλανήτης μας κατά κύριο λόγο νοσεί. Παρά την αυξανόμενη περιβαλλοντική επιβάρυνση, η Γη παραμένει ένας ευλογημένος τόπος, με χλωρίδα και πανίδα που θάλλει, με οικοσυστήματα που προξενούν το δέος. Αρκεί να απομακρυνθείτε λίγο από τις πόλεις για να μαγευτείτε από τη φύση. Όσο για τα έξι δισεκατομμύρια των ανθρώπων, αλληλοσπαράσσονται, σαρώνουν ό,τι σχεδόν βρουν στο διάβα τους, ξεπερνούν διαρκώς τους εαυτούς τους σε μεγαλομανία και σε ανοησία. Παράλληλα όμως ερωτεύονται, δημιουργούν, αυξάνονται και πληθύνονται… Μότσαρτ, Ελ Γκρέκο, Κιούμπρικ, Βάργκας Γιόσα, Ρόλινγκ Στόουνς, Άννα Αχμάτοβα, Σοφία Λόρεν…. Μυριάδες ξεχωριστά παραδείγματα, γνωστά και άγνωστά μας, που αποδεικνύουν ότι δεν ανθίζουμε ματαίως.
- Τα πρώτα πενήντα σου χρόνια ήταν -ας πούμε- περιπετειώδη και πολύ ενδιαφέροντα. Ποιο θα ήταν το ιδανικό για τα επόμενα πενήντα;
Να είναι ακόμα πιο περιπετειώδη και πολύ πιο ενδιαφέροντα. Γιατί όμως μόνο πενήντα ακόμα;
- Οδηγείς πιο προσεκτικά, προσέχεις πιο πολύ την υγεία σου από όταν έγινες πατέρας;
Δεν οδηγούσα ποτέ, δεν διαθέτω καν δίπλωμα. Όσο για την υγεία μου, την προσέχω ανέκαθεν όλως ιδιαιτέρως. Ξέρεις πώς: Ευφραίνοντας το σώμα μου και την ψυχή μου.
- Πώς σου φαίνεται η Αθήνα; Ξέρω ότι τριγυρίζεις και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας συχνά. Σε πληγώνει η Ελλάδα, κατά τη ρήση του Σεφέρη;
Αγαπώ την Αθήνα σαν μάνα μου. Τη μάνα σου δεν την κρίνεις, τής προσφέρεις απλόχερα ό,τι μπορείς. Ταξιδεύω συχνά, πηγαίνω και παρουσιάζω τα βιβλία μου όπου με καλούν, ακόμα και στην πιο απομακρυσμένη κωμόπολη. Με συναρπάζει η επαφή με τους ανθρώπους. Αν με πληγώνει η Ελλάδα; Ούτε τον Σεφέρη τον πλήγωνε. Το ποίημα δεν έχει ακριβώς την έννοια που του αποδίδουμε. “… Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βούλιαζαν, ακούγοντας να παίζει ένα σουραύλι κάπου στις αλαφρόπετρες, μού κάρφωσε το χέρι στην κουπαστή μια σαϊτα τιναγμένη ξαφνικά από τα πέρατα μιας νιότης βασιλεμένης…” Σού φαίνονται οι παραπάνω στίχοι ενός ανθρώπου πληγωμένου ή ερωτοχτυπημένου;
- Αν γινόσουν πάλι τριάντα χρόνων, τι θα απέφευγες;
Τα κιλά που πήρα μέσα στην τελευταία εικοσαετία.
- Ποιό είναι το θέμα του επόμενου βιβλίου σου;
Το μυθιστόρημα που γράφω αυτόν τον καιρό εμπνέεται από τη συνάντηση της Εύας Πάλμερ με τον Άγγελο Σικελιανό. Δύο άνθρωποι με εντελώς διαφορετική προέλευση, δύο φλεγόμενα μετέωρα στις αρχές του 20ου αιώνα, που ο έρωτάς τους παρήγαγε αλυσιδωτές αντιδράσεις, κατέτεινε στο όραμα των Δελφικών Γιορτών. Σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου όλος σχεδόν ο κόσμος κινείται διστακτικά, υπολογιστικά, φοβισμένα, μίζερα, επόμενο δεν ήταν να με συναρπάσει μια ιστορία μεγαλειωδών χειρονομιών;
- Ζεις από τη συγγραφή; Γίνεται αυτό στην Ελλάδα του 2016;
Ζω με και από τη γραφή. Γίνεται δεν γίνεται, εγώ -ιδρώνοντας- το καταφέρνω.
- Δεν σου κάνει εντύπωση που δεν σε ρώτησα τίποτα για τις σχέσεις σου με το άλλο φύλο;
Έχεις μάλλον, ως καλή δημοσιογράφος, τις πληροφορίες σου, οι οποίες και σού αρκούν. Ίσως και να γνωρίζεις ότι απεχθάνομαι να μιλάω δημόσια για την ιδιωτική μου ζωή.


Latest posts by Μαρίκα Αρβανιτοπούλου (see all)
- H μπλε παλέτα της Λίτσας Κασούμη - May 22, 2017
- Οι ψαλτικοί, ο Ψάλτης και η δημοκρατία του fb - April 23, 2017
- Οι μυρωδιές του Πάσχα - April 7, 2017
1 Comment