του Δημήτρη Καλαντζή.
Ο Γιάννης Βογιατζής δεν πιστεύει στην τύχη, στη “Λάχεση” της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, που όριζε το ριζικό των ανθρώπων. «Όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο», λέει, και μάλλον έχει δίκιο, καθώς η διαδρομή του στο ελληνικό θέατρο και στον κινηματογράφο, μία διαδρομή 70 χρόνων, είναι αποτέλεσμα μόνο σκληρής δουλειάς και καλών επιλογών.
Από το εμπορικό θέατρο και τον ασπρόμαυρο ελληνικό κινηματογράφο, πέρασε τα τελευταία 15 χρόνια σε συνεργασίες με τους κορυφαίους σύγχρονους θεατρικούς σκηνοθέτες, απολαμβάνοντας την καθολική εκτίμηση κοινού και κριτικών.
Με αφορμή τον «Δον Ζουάν» του Μιχαήλ Μαρμαρινού στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μία παράσταση με την οποία εγκαινιάζει θεατρικά την 90η δεκαετία της ζωής του, ζήτησα από τον ευγενέστατο και ακμαιότατο κύριο Γιάννη Βογιατζή να κάνουμε μία συζήτηση για την υποκριτική, τη διαχρονία της επιτυχίας και τις «αλήθειες» της ζωής του. Δέχτηκε να μιλήσει με γενναιοδωρία.
- Οι νεότερες γενιές σας γνωρίσαμε υποκριτικά μέσω του ελληνικού κινηματογράφου, των ανεπιτήδευτων εκείνων ταινιών που σχημάτιζαν χαρακτήρες οικείους στο κοινό.
Μα δεν παίζεται ο ρόλος, «είσαι» ο ρόλος. Τόσο στο θέατρο, όσο και στον κινηματογράφο. Θα έλεγα κυρίως στον κινηματογράφο, αν «παίξεις» τον ρόλο και δεν «είσαι» ο ρόλος, γίνεσαι ένα γελοίο υποκείμενο, που δεν αξίζει να συμμετέχεις σε ένα έργο. Προς μεγάλη μου χαρά, έχει επικρατήσει πλέον ο τρόπος ερμηνείας του «είσαι» και στο θέατρο. Οι ηθοποιοί μιλούν φυσιολογικά στο σανίδι. Εκείνος ο παλαιός στόμφος, που έκανες απαγγελίες μακράν του ρεαλισμού, έχει εκλείψει.
- Πως πρόεκυψε αυτή η αλλαγή στο θέατρο;
Ανέβηκε το επίπεδο του κόσμου και δεν είναι πια παραδεκτό, δεν είναι θα έλεγα «νόμιμο», το να βλέπεις έναν άνθρωπο να σου λέει ψέματα, να παριστάνει επιτηδευμένα κάτι που δεν είναι. Σε αυτό βοήθησαν πολύ οι σκηνοθέτες, σαν τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, που είναι από τους κορυφαίους που διαθέτει αυτή τη στιγμή η χώρα.
- Ίσως το γεγονός ότι είναι και ηθοποιός, να τον κάνει πιο καίριο σε αυτά που ζητάει από τους συνεργάτες του;
Είναι πολύ καλός ηθοποιός και παράλληλα μεγάλος σκηνοθέτης. Είχα την τύχη τα τελευταία 15 χρόνια να δουλέψω με τους Γιάννη Χουβαρδά, Δημήτρη Μαυρίκιο, Νίκο Καραθάνο, Έφη Θεοδώρου και βέβαια με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό. Για έναν ηθοποιό που θέλει να «σκάβει» πίσω από τα λόγια και τη δράση, και να ανακαλύπτει ποιος άνθρωπος κρύβεται πίσω από τον ρόλο, οι σκηνοθέτες αυτοί σου δίνουν τη δυνατότητα να κάνεις θαύματα.
- Μιλάτε για κορυφαίους συγχρόνους σκηνοθέτες. Ένας ηθοποιός με τη δική σας μακρόχρονη πορεία, τι εκτίμησε σε αυτήν τη γενιά;
Εγώ έθεσα τον εαυτό μου στα χέρια τους, στο όραμά τους για την τέχνη. Ξεκίνησα με τον Γιάννη Χουβαρδά στο «Αμόρε» με την «Τερέζα Ρακέν» του Ζολά, ακολούθησαν κι άλλες παραστάσεις μέχρι να με καλέσει ο φίλος μου, ο Νίκος Κούρκουλος, που ήταν τότε διευθυντής στο Εθνικό, να συνεργαστώ με την κρατική σκηνή. Μέχρι τότε ήμουν στο ελεύθερο θέατρο. Έκανα από “one man show” σε κέντρα διασκέδασης μέχρι επιθεωρήσεις. Ο Χουβαρδάς όμως επέμενε ότι μπορώ να παίξω και κάτι άλλο. Με τίμησε, πιστεύοντας στις δυνατότητές μου, και ελπίζω ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν τον διέψευσα.
- Σε αυτήν την αλλαγή πορείας συναντήσατε δυσκολίες;
Δεν μπορώ να δουλέψω κάπου που δεν με αγαπάνε. Έχω συναισθηματική δέσμευση με τους ανθρώπους που δουλεύω. Αποφεύγω να πάω κάπου που θα με έχουν απόμακρα. Αισθάνομαι ότι δεν θα μπορέσω να αποδώσω. Η παράσταση είναι έρωτας και για να παραχθεί ο έρωτας χρειάζεται και από τα δύο μέρη αγάπη και αφοσίωση. Αν υπάρχει καχυποψία και αμφισβήτηση, τότε το αποτέλεσμα είναι μέτριο. Εγώ πια δεν δουλεύω στο θέατρο για να ζήσω αλλά για να επιζήσω.
- Πως επεξεργάζεστε τους ρόλους, για τον κινηματογράφο παλαιότερα και για το θέατρο σήμερα;
Πρώτα σχηματίζω τον άνθρωπο που καλούμαι να υποδυθώ στο μυαλό μου, ψάχνω να βρω τα χαρακτηριστικά του και γιατί κάνει αυτά που κάνει, και μετά μου είναι εύκολο να πω τα λόγια του και να τον ερμηνεύσω. Είναι μεγάλος αγώνας για να καταλάβεις τον άνθρωπο. Αλλά και λύτρωση, όταν στο τέλος το πετυχαίνεις. Ξέρετε, εγώ πριν κοιμηθώ το βράδυ, επαναλαμβάνω όλο το έργο στο μυαλό μου. Μόνο όταν είμαι σίγουρος ότι κατέχω το έργο, νιώθω ότι μπορώ να παραδοθώ στον ύπνο.
- Πάντα ήσασταν τόσο επιμελής;
Είναι η φύση μου τέτοια. Πάντα διάβαζα από μικρό παιδί. Θυμάμαι ο φίλος μου ο Νίκος Ρίζος, για να με πειράξει στους άλλους, έπαιρνε ένα βιβλίο μπροστά του και έλεγε: να αυτός είναι ο Γιάννης! Πάντα διαβάζει κάτι.
- Ο κινηματογράφος σας προσέφερε ένα είδος αθανασίας;
Μου θυμίσατε τον Θανάση Βέγγο που μου έλεγε «Γιάννη, θα μας βλέπουν μετά από 100 και 200 χρόνια και θα μας θυμούνται ακόμα!» (γέλια)

- Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε ηθοποιός;
Μα από την πρώτη δημοτικού! Το 1933, σε ηλικία 6,5 – 7 χρονών είπα ένα ποίημα στο σχολείο «Μηχανικός θέλω να γίνω / αυτό είναι εκείνο που με συγκινεί / αν πάλι σέκος απομείνω; / αν μου χαλάσει η μηχανή;». Και από τότε δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Ο πατέρας μου επέμενε να κάνω ένα άλλο επάγγελμα και πήγα πράγματι στη Νομική αλλά την παράτησα, πήγα στην Ανωτάτη Εμπορική, την παράτησα… Ευτυχώς είχα την υποστήριξη της μητέρας μου για να γίνω ηθοποιός γιατί το έβλεπε, το καταλάβαινε, ότι δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο…
- Αποδείχθηκε ότι είχε δίκιο. Παρατήρησα το περασμένο καλοκαίρι στην Επίδαυρο ότι εισπράξατε το μεγαλύτερο χειροκρότημα για τη Λυσιστράτη…
Υπάρχει ένα έθιμο, όταν με βλέπουν να χειροκροτούν (γέλια). Δεν ξέρω αν είναι από το θέατρο αυτή η αγάπη του κόσμου ή από τον κινηματογράφο. Έχω κάνει πάρα πολύ κινηματογράφο. Υπήρχαν περίοδοι που έκανα κινηματογράφο, έκανα “one man show” σε νυχτερινό κέντρο και παράλληλα έκανα «Τρεις Αδελφές» στο Μουσούρη. Μου έλεγε ο Μουσούρης: είναι δυνατόν μετά από τον Τσέχωφ, να πηγαίνεις στα κέντρα και να λες αστεία; Του έλεγα «κύριε Μουσούρη, αφήστε με γιατί πρέπει να μαζέψω λεφτά για να σπουδάσω τον γιο μου». Και έτσι με άφηνε. Τον λάτρευα και με λάτρευε…
- Νοσταλγείτε τα παλαιότερα χρόνια, του κινηματογράφου, του Μουσούρη;
Κοιτάω πάντα μπροστά. Το παρελθόν είναι για να μας διδάσκει ώστε να αποφεύγουμε λάθη και να μαθαίνουμε από αυτά. Χαίρομαι κάθε φορά που βγαίνει κάτι καινούργιο. Μεγάλωσα σε μία εποχή που το αυτοκίνητο, για παράδειγμα, ήταν προνόμιο των λίγων, σήμερα έχει ο καθένας. Τώρα όλοι έχουν στα χέρια τους ένα τηλέφωνο που μπορούν να επικοινωνούν ανά πάσα στιγμή με όλους. Αισθάνομαι τυχερός που ζω σήμερα. Και πιστεύω ότι μπορούμε να καλυτερεύσουμε το “σήμερα”. Και οι πολιτικοί και οι εργαζόμενοι, και οι καλλιτέχνες, όλοι μαζί να αγκαλιαστούμε σαν οικογένεια και να προχωρήσουμε μπροστά. Με εκτίμηση, αλληλοσεβασμό και ενότητα.
- Η Ελλάδα περνά μια βαθιά οικονομική κρίση τα τελευταία οκτώ χρόνια που έχει γίνει και κρίση αξιών, προτεραιοτήτων και επιλογών. Γνωρίζω ότι δεν σας αρέσει να μιλάτε για την πολιτική, αλλά θα ήθελα την άποψή σας.
Μιλάτε με έναν άνθρωπο που έχει ζήσει την κατοχή, μία περίοδο που τα κάρα του δήμου μάζευαν πτώματα ανθρώπων που πέθαιναν από την πείνα. Πραγματικά δεν μου αρέσει να μιλάω για την πολιτική γιατί δεν θεωρώ τον εαυτό μου ειδικό. Πιστεύω ότι η κρίση είναι αποτέλεσμα της στάσης και των κρατούντων και των «κρατουμένων». Κανείς δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Όμως πιστεύω βαθειά και στην αξία που λέει ότι σε μία περίοδο κρίσης, εκείνος που έχει τη δύναμη πρέπει να απλώσει το χέρι και να βοηθήσει τον αδύναμο να σταθεί όρθιος. Στην Ελλάδα υπάρχουν μυαλά, δυνατά μυαλά στην επιστήμη και στην τέχνη που μπορούν να σηκώσουν ψηλά τη χώρα.
- Μιλήσατε για αξίες και ο έρωτας είναι μία διαχρονική αξία που έχει γεννήσει τα μεγαλύτερα έργα τέχνης. Τι ρόλο έχει παίξει στη ζωή σας;
Ο έρωτας είναι το βασικό ένστικτο του ανθρώπου. Δεν έχει κανόνες και όρια. Είναι όπως ο πόλεμος, όπου όλα επιτρέπονται. Στον έρωτα θα αδικήσεις και θα αδικηθείς. Όταν βλέπω νέα ζευγάρια να βγάζουν φωτογραφίες, με πιάνει μία θλίψη. «Γιατί;», με ρωτάνε, «γάμος γίνεται!». Ναι, αλλά τα μισά ζευγάρια θα πάρουν διαζύγιο. Ο έρωτας δεν θα έχει πάντα συνέχεια. Τα αισθήματα μεταβάλλονται. Κι αν απλώς υπομένεις μία κατάσταση και θάψεις τα πραγματικά σου συναισθήματα, θα είσαι πρόστυχος απέναντι στο δίκαιο. Εγώ προσπάθησα σε όλη μου τη ζωή να έχω μία καλή οικογενειακή ζωή. Έχω έναν γάμο ιδανικό, έναν γιο που λατρεύω και μία νύφη εξαιρετική. Μου έχουν χαρίσει κι ένα εγγονάκι.
- Θα λέγατε ότι η ζωή σας είναι το αντίθετο του Δον Ζουάν;
Ο Δον Ζουαν είναι μία μοναδική περίπτωση. Δύσκολα δεν θα τον ζηλέψεις για τον τρόπο που βρίσκει να πλησιάζει και να κερδίζει τις γυναίκες, ως καλός γνώστης της ψυχοσύνθεσής τους. Μόνο ο Μολιέρος θα μπορούσε να αποτυπώσει έναν τέτοιον χαρακτήρα. Ειδικά σε αυτήν την παράσταση, ερμηνεύεται τέλεια από τους ηθοποιούς που επέλεξε ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. Δεν ξέρω ποιόν να πρωτοθαυμάσω από τους ηθοποιούς που παίζουν στην παράσταση.
- Δείχνουν σεβασμό σε ένα καλλιτέχνη με τη δική σας διαδρομής;
Έχουν τη σωστή στάση που πρέπει να έχει ένας νέος ηθοποιός προς έναν παλαιότερο. Η λέξη «σεβασμός» εμπεριέχει το στοιχείο της δουλείας, το οποίο δεν μου αρέσει. Θαυμάζω πόσο καλούς ηθοποιούς έχουμε στην Ελλάδα. Εγώ, όπου να ‘ναι θα πεθάνω – δεν μπορώ να καταρρίψω όλα τα ρεκόρ… Θα πεθάνω ήσυχος ότι τουλάχιστον το θέατρο στην Ελλάδα θα προχωρήσει και θα φτάσει κάποτε στο ύψος εκείνων που έγραψαν το αρχαίο ελληνικό δράμα. Θα φτάσει στην κορυφή.
- Ελπίζω και εύχομαι να σας απολαμβάνουμε για πολλά χρόνια ακόμα στις θεατρικές σκηνές αλλά πείτε μου, τι θα θέλατε να γράφει η ιστορία του ελληνικού θεάτρου, δίπλα στο όνομά σας.
Ότι ουδέποτε αδίκησα άνθρωπο, όπως ήθελα και από τους όλους να μην με αδικούν. Δεν δούλεψα στο θέατρο για να πάρω μία θέση και να με χαιρετά ο κόσμος – ίσα, ίσα, τον περισσότερο καιρό κυκλοφορώ με μαύρα γυαλιά και σκυμμένο το κεφάλι για να μην με αναγνωρίζουν. Εργάστηκα για να υπηρετήσω την υποκριτική τέχνη.

ΔΟΝ ΖΟΥΑΝ
Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός
στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
25 Ιανουαρίου – 19 Φεβρουαρίου 2017
Συντελεστές
Μετάφραση κειμένου Μολιέρου: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός
Δραματουργία: Μιχαήλ Μαρμαρινός, Έρι Κύργια
Μουσική – Μεταγραφή Don Giovanni του Μότσαρτ: Δημήτρης Καμαρωτός
Διαμόρφωση Χώρου: Kenny McLellan
Κοστούμια: Εύα Νάθενα
Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ
Επιμέλεια Κίνησης: Τάσος Καραχάλιος
Σχεδιασμός Ήχου: Κώστας Μπώκος
Σχεδιασμός Βίντεο: Bασίλης Κουντούρης
Βίντεο Μοντάζ: Kωνσταντίνος Αρβανιτάκης
Φωτογραφίες – Βίντεο γυναικών: Έφη Γούση
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Ασπασία-Μαρία Αλεξίου, Ιωάννα Μπιτούνη
Βοηθός Ενδυματολόγου: Eβελίνα Δαρζέντα
Βοηθός Σκηνογράφου: Άννα Σαπουνάκη
Μακιγιάζ: Kατερίνα Μιχαλούτσου
Κατασκευή Περουκών: Σωτήρης Πατεράκης
Ειδικές Κατασκευές: Δήμητρα Καίσαρη
Κατασκευή Σκηνικού: Στέλιος Λαμπαδάριος
Κατασκευή Κοστουμιών : Bεστιάριο
Υπεύθυνη Παραγωγής: Ρένα Ανδρεαδάκη
Ερμηνεύουν (με σειρά εμφάνισης):
Γιάννος Περλέγκας (Σγαναρέλ)
Χάρης Φραγκούλης (Δον Ζουάν)
Έλενα Μαυρίδου (Ελβίρα)
Γιάννης Βογιατζής (Δον Κάρλος)
Ευαγγελία Καρακατσάνη (Σαρλότ)
Τάσος Καραχάλιος (Πιερρό)
Έφη Γούση (Ματιουρίν)
Adrian Frieling (Δον Λουί)
Ντένης Μακρής (Φρανσίσκ, ένας φτωχός)
Ilya Algaer (Δον Αλόνς)
Χορός
Χορωδία των γυναικών
Σοπράνο: Μυρσίνη Μαργαρίτη
Ακορντεόν: Στέλιος Κατσατσίδης
Παραγωγή: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Πληροφορίες
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Συγγρού 107
Πληροφορίες: 210 900 5 800
25 Ιανουαρίου – 19 Φεβρουαρίου 2017
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή 20:30 Κεντρική Σκηνή
Εισιτήρια
Κανονικό: 7 – 10 – 15 – 20 – 25 €
Μειωμένο, Φίλος ή Μικρή Παρέα (5-9 άτομα): 8 – 12 – 16 – 20 €
Μεγάλη Παρέα (10+ άτομα): 7 – 11 – 14 – 18 €
ΑΜΕΑ & Άνεργοι: 5 € / Συνοδός ΑΜΕΑ: 10 €
Ομαδικές κρατήσεις στο T. 213 017 8176 και στο groupsales@sgt.gr
Γραμμή εισιτηρίων
Τ.: 210 900 5 800
ΔΕ-ΚΥΡ 09:00-21:00

Δημήτρης Καλαντζής

Latest posts by Δημήτρης Καλαντζής (see all)
- Ο «τέτοιος» στο Χαλάνδρι - September 10, 2023
- Δημιουργείται ο πρώτος Ξενώνας Φιλοξενίας Άστεγων και Ευάλωτων ΛΟΑΤΚΙ+ Ατόμων στην Αθήνα - August 30, 2023
- Το gay Πεδίον του Άρεως - May 17, 2023
1 Comment