της Αγγελικής Καρδαρά.
Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην ψυχική ασθένεια με τη βία, το έγκλημα και το φαινόμενο της εγκληματικότητας;
Παρατηρούμε συχνά στο αστυνομικό ρεπορτάζ να συσχετίζεται άμεσα η ψυχική ασθένεια με το έγκλημα και ειδικότερα με τη διάπραξη ειδεχθών εγκλημάτων κατά ζωής. Από την άλλη πλευρά, η επιστημονική κοινότητα πολλές φορές έχει ασκήσει δριμεία κριτική στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται οι ψυχικές ασθένειες στον Τύπο και την τηλεόραση, καθώς θεωρείται ότι οι μιντιακές απεικονίσεις διαιωνίζουν αρνητικά στερεότυπα για την ψυχική ασθένεια και οδηγούν σε στιγματισμό των ψυχικά ασθενών.
Άλλωστε οι μύθοι του «επικίνδυνου ψυχασθενούς» και του «σχιζοφρενή δολοφόνου» έχουν καταρριφθεί εδώ και πολλές δεκαετίες, ενώ η διαιώνιση τέτοιων αντιλήψεων απειλεί σοβαρά τα δικαιώματα των πασχόντων από ψυχικές ασθένειες, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί.
«Ψυχασθενής ή απλός δολοφόνος;»
Είναι αξιοσημείωτο ότι σε ένα πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ της Ιωάννας Μάνδρου, το οποίο είχε δημοσιευτεί το έτος 1997 στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (*1) ο μύθος του «εγκληματία ψυχασθενούς» καταρρίπτεται από τους ειδικούς. Εν τούτοις, μέχρι σήμερα η διάπραξη ειδεχθών εγκλημάτων παρουσιάζεται άρρηκτα δεμένη με την «τρέλα».
Διαβάζουμε στο ρεπορτάζ της Ι.Μάνδρου:
«Η συντριπτική πλειονότητα της κοινής γνώμης θεωρεί πως όποιος εγκληματεί απρόβλεπτα, βίαια, διαπράττει εγκλήματα χωρίς αιτία, είναι τρελός, ψυχασθενής. Τα στατιστικά όμως δεδομένα καταρρίπτουν έναν ακόμη μύθο: τον μύθο του σχιζοφρενούς δολοφόνου. Καταρρίπτουν τη βεβαιότητα πως η ψυχασθένεια είναι συγκοινωνούν δοχείο με την άγρια, την ανερμήνευτη εγκληματικότητα. Διεθνείς έρευνες αποδεικνύουν πως μόνον πέντε στους δέκα χιλιάδες ψυχασθενείς εγκληματούν και είναι πραγματικά επικίνδυνοι. Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου σ’ αυτό το θέμα είναι κατηγορηματική: «Είναι μύθος ότι ο ψυχασθενής κατ’ ανάγκην είναι εγκληματίας. Άλλωστε, οι 19 περιπτώσεις που εξετάστηκαν στην Ελλάδα απέδειξαν ότι φόνος και τρέλα δεν ταυτίζονται».
Μέχρι σήμερα όμως οι όροι «παρανοϊκός δολοφόνος», «ψυχασθενής δολοφόνος», «μανιακός δολοφόνος» χρησιμοποιούνται αβίαστα στα ρεπορτάζ. Αναφέρω ενδεικτικά ορισμένους τίτλους που έχουν καταγραφεί στα ελληνικά ΜΜΕ «Ψυχασθενής και ελεύθερος ο δολοφόνος με πριόνι», «Ψυχοπαθής δολοφόνος στην Αττική;» «Ψυχασθενής ή απλός δολοφόνος;» που αποδεικνύουν την ευκολία με την οποία ο όρος «ψυχασθενής» χρησιμοποιείται στο ρεπορτάζ κατά την απεικόνιση του εγκληματικού προφίλ του φερόμενου ως δράστη.
Τα πορίσματα της έρευνας της Σχολής Δημόσιας Υγείας Johns Hopkins
Σύμφωνα με τα πορίσματα πρόσφατης έρευνας της Σχολής Δημόσιας Υγείας Johns Hopkins (Johns Hopkins Bloomberg School of Public Health) (*2), σχεδόν το 40 τοις εκατό των νέων σε ένα τυχαίο δείγμα του αμερικανικού Τύπου σχετικά με την ψυχική ασθένεια συνδέουν άμεσα την ψυχική υγεία με επεισόδια διαπροσωπικής βίας.
Ειδικότερα, η ερευνητική ομάδα της Emma McGinty ανέλυσε ένα τυχαίο δείγμα 400 άρθρων σχετικών με την ψυχική υγεία σε 11 δημοφιλή μέσα ενημέρωσης και διαπίστωσε ότι ένα υψηλό ποσοστό, περίπου 40 τοις εκατό, συνδέουν την ψυχική ασθένεια με επεισόδια διαπροσωπικής βίας/interpersonal violence (*3). Η ομάδα διαπίστωσε επίσης ότι 30 τοις εκατό των άρθρων συνδέουν τις ψυχικές ασθένειες με την αυτοκτονία-και ότι μόνο το 14 τοις εκατό των άρθρων που αναλύθηκαν έφεραν στο φως στοιχεία για την επιτυχή θεραπεία.
Ένα σημαντικό πόρισμα της ομάδας της McGinty αφορούσε ακριβώς αυτό το σημείο: την έλλειψη συζήτησης για την επιτυχή θεραπεία, ενώ η ομάδα κατέληξε στο ότι υπάρχει πολύ μικρή αλλαγή στον τρόπο με τον οποία τα μίντια περιγράφουν την ψυχική ασθένεια τα τελευταία 20 χρόνια, παρά την σημαντική πρόοδο της επιστήμης στον τομέα αυτό.
Οι προτάσεις της McGinty προς τους δημοσιογράφους είναι πρώτον, να σταματήσουν να συνδέουν την ψυχική ασθένεια με τις πιο τρομακτικές όψεις της βίας και της εγκληματικότητας, στηριζόμενοι μόνο σε εικασίες ή στερεότυπα και «εγκληματικούς μύθους».
Η δεύτερη πρότασή της είναι να ξεκινήσουν μια δημόσια συζήτηση για την επιτυχή θεραπεία των ατόμων που πάσχουν από ψυχικές ασθένειες και τη δυνατότητα αυτών των ατόμων να ζήσουν μια απολύτως φυσιολογική και παραγωγική ζωή, εφόσον ακολουθήσουν την αγωγή τους. Με αυτό τον τρόπο θα δείξουν ότι η ψυχική νόσος μπορεί να θεραπευτεί και ότι ένας πάσχων μπορεί με την κατάλληλη αγωγή να επανενταχθεί και να ζήσει μια φυσιολογική ζωή, όπως ένας μη ασθενής. Τόνισε, με άλλα λόγια, τη δυνατότητα θεραπείας που θεωρεί ότι πρέπει να προβληθεί από τα μέσα ενημέρωσης, «γκρεμίζοντας» με αυτό τον τρόπο το στίγμα.
Παρουσίαση των ψυχικών διαταραχών στο ρεπορτάζ
Από την άλλη πλευρά ο ψυχίατρος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Seena Fazel, αν και συμφωνεί με τα παραπάνω, υποστηρίζει ότι είναι εξίσου αναγκαίο τόσο οι ψυχίατροι όσο και οι δημοσιογράφοι να περιγράφουν τον πραγματικό συσχετισμό ανάμεσα στην ψυχική νόσο και τη βία. Το να προσποιούνται ότι καμία ψυχική διαταραχή δεν μπορεί να οδηγήσει στη βία είναι επίσης μια λανθασμένη προσέγγιση, κατά την άποψή του.
Συμφωνεί βέβαια με την McGinty ότι οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να αποφεύγουν να αναπαραγάγουν μύθους και να βασίζονται σε εικασίες σχετικά με την ψυχική ασθένεια, και ότι είναι σημαντικό για τους δημοσιογράφους να κατανοήσουν καλύτερα τις μελέτες στις οποίες βασίζονται οι στατιστικές που παρουσιάζουν στο ευρύ κοινό όσον αφορά τη σχέση μεταξύ ψυχικής υγείας και διαπροσωπικής βίας.
Αυτό που τονίζει ο Fazel είναι ότι όταν αποδεικνύεται πως ένα βίαιο περιστατικό συνδέεται άμεσα με κάποια ψυχική διαταραχή, η δημοσιογραφική κάλυψη γίνεται με τρόπο λανθασμένο, με στόχο μόνο τον εντυπωσιασμό του κοινού. Ο Fazel υποστηρίζει ότι ο δημοσιογράφος σε αυτές τις περιπτώσεις οφείλει να μιλήσει με τρόπο νηφάλιο. Να ενημερώσει με σοβαρότητα το κοινό, χωρίς να προκαλέσει πανικό, και αναδεικνύοντας την ανάγκη για εφαρμογή πολιτικών που δίνουν έμφαση στο άτομο, αξιολογούν ανάγκες, προβλήματα και ιδιαιτερότητες και βοηθούν ουσιαστικά εκείνα τα άτομα που έχουν πολλές πιθανότητες να αναπτύξουν βίαιες συμπεριφορές.
Συμφωνώ απόλυτα με την παραπάνω άποψη: άνθρωποι που δεν μπορούν να διαχειριστούν το θυμό τους, άνθρωποι που πάσχουν από κάποια ψυχική διαταραχή, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να στιγματιστούν από τα ΜΜΕ ή από τον κοινωνικό περίγυρο, αλλά πρέπει να βοηθηθούν ουσιαστικά με την κατάλληλη θεραπεία, ώστε να μειωθούν οι πιθανότητες να εμπλακούν σε ακραία περιστατικά βίας και εγκληματικότητας. Οι «εκρήξεις θυμού» έχουμε δει ότι δυστυχώς αποτελούν κίνητρο εγκληματικής δράσης, ιδίως στα χαρακτηριζόμενα «εγκλήματα πάθους». Συνεπώς, η πρόληψη και η κατάλληλη θεραπεία είναι αναγκαία για να αντιμετωπιστούν ανάλογες νοσηρές καταστάσεις. Ο ρόλος των media στο σημείο αυτό πρέπει να είναι ενημερωτικός και όχι επιφανειακός ή -το χειρότερο- στιγματιστικός.
Ειδεχθή εγκλήματα και αιτιολόγηση
Εγκλήματα που διαπράττονται με ειδεχθή τρόπο κυρίως τα εγκλήματα κατά ζωής και κατά της γενετήσιας ελευθερίας σοκάρουν το κοινό και συχνά ο δημοσιογράφος που καλύπτει ανάλογες υποθέσεις παρασύρεται από το συναίσθημα και προχωρά σε περιγραφές και απεικονίσεις που αντλούν στοιχεία από τη μυθιστορηματική γραφή. Σε αυτές τις υποθέσεις -ακραίας βίας- είναι σκόπιμο ο δημοσιογράφος να καταγράψει την άποψη των ειδικών -ψυχιάτρων και εγκληματολόγων- προκειμένου να χρησιμοποιήσει τους σωστούς όρους για να απεικονίσει το προφίλ του δράστη, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι σύμφωνα με τα νεότερα δεδομένα της επιστήμης η διάπραξη μιας εγκληματικής ενέργειας -ακόμα και ακραίας- μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες και όχι μόνο σε έναν.
Το Σύνδρομο του Κακού Κόσμου και τα Media
Θα κλείσω το σημερινό άρθρο με την προτροπή να μην αποκρύπτουμε τα πραγματικά γεγονότα από τη μία πλευρά, αλλά και να μη διογκώνουμε, ούτε να παραμορφώνουμε την πραγματικότητα από την άλλη πλευρά. Το να δείχνουμε τα πράγματα ως έχουν, ευαισθητοποιώντας το ευρύ κοινό σχετικά με ζητήματα υψίστης σοβαρότητας είναι πολύ σημαντικό, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να γίνει στο πλαίσιο του πανικού ή της περιγραφής ενός «κακού κόσμου» που δεν ανταποκρίνεται στα δεδομένα της ζωής μας.
Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι η πρόληψη της εγκληματικότητας είναι πολύ σημαντική και σίγουρα δεν μπορεί να επιτευχθεί στο πλαίσιο πανικού και με τη λήψη βιαστικών αποφάσεων και εφαρμογή πολιτικών υπό την πίεση των αντιδράσεων της κοινής γνώμης.
Αξίζει να αναφέρω στο σημείο αυτό ότι το σύνδρομο του «κακού κόσμου» (Mean World Syndrome) είναι ένας όρος που επινοήθηκε από τον πρωτοπόρο ερευνητή George Gerbner και σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο με τον οποίο τα μίντια απεικονίζουν τη βία.
Ειδικότερα, έχει ειπωθεί από τους ειδικούς ότι ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζεται η βία στα μίντια οδηγεί στην πεποίθηση ότι ο κόσμος είναι πολύ πιο επικίνδυνος από όσο είναι στην πραγματικότητα και δημιουργεί στο ευρύ κοινό την ψευδαίσθηση ότι όλα τα προβλήματα θα επιλυθούν με την αυστηροποίηση του κοινωνικού ελέγχου και της ποινικής καταστολής. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η εικόνα του εγκλήματος, η εικόνα του εγκληματία και η εικόνα του θύματος και του θύτη, κατασκευάζονται εντέχνως, προκειμένου να προκαλέσουν συναισθήματα και εντυπώσεις, αλλά και για άλλους λόγους και σκοπιμότητες που αφορούν κυρίως οικονομικά και πολιτικά ζητήματα.
Το ερώτημα, συνεπώς, είναι τι κάνει ο δημοσιογράφος που θέλει να ξεφύγει από όλες αυτές τις «παγίδες», κατά την απεικόνιση των προβαλλόμενων ως θυμάτων;
Αναμφίβολα, τα ΜΜΕ οφείλουν να καταγράφουν και τις ακραίες μορφές εγκληματικότητας και να προβάλλουν τα θύματα των βίαιων εγκλημάτων. Ωστόσο, ο δημοσιογράφος πρέπει να έχει τις αναγκαίες γνώσεις, ώστε να παρουσιάσει τα πρόσωπα και τα γεγονότα στις πραγματικές τους διαστάσεις, χωρίς ούτε να καλλιεργεί φόβο και ηθικό πανικό, ούτε ασφαλώς να καθησυχάζει ότι όλα τα προβλήματα έχουν επιλυθεί. Θα ήταν σκόπιμο για την ενημέρωση του κοινού να έκαναν οι δημοσιογράφοι ουσιαστική έρευνα.
Συνοψίζοντας
Για να τονωθεί η εμπιστοσύνη του κοινού στο πρόσωπο του δημοσιογράφου, πρέπει αναμφισβήτητα να αλλάξουν κάποια κακώς κείμενα που από τη μία δημιουργούν την ιδέα ότι ζούμε σε έναν πολύ επικίνδυνο κόσμο, από την άλλη δεν προτείνουν ουσιαστικές λύσεις, δεν διατυπώνουν κριτικές σκέψεις και προτάσεις και εξακολουθούν να παρουσιάζουν μονομερώς και επιλεκτικά πρόσωπα και καταστάσεις. Ο δημοσιογράφος έχει τη δύναμη και μπορεί να εμβαθύνει σε ζητήματα εγκληματολογικού ενδιαφέροντος, αναδεικνύοντας την ουσία κάθε υπόθεσης και φωτίζοντας σκοτεινές πτυχές που θα δώσουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο και όχι απλώς την μεμονωμένη περίπτωση.
Σημειώσεις
- Μπορείτε να βρείτε και διαδικτυακά το άρθρο της Ιωάννας Μάνδρου με τίτλο Γεννημένοι δολοφόνοι “Οι αποτρόπαιες πράξεις δεν διαπράττονται κατ” ανάγκην από παρανοϊκούς λένε οι ειδικοί” http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=85398
- Τα στοιχεία αντλούνται από το εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο με τίτλο Mental Illness, Violence, and Stigma: The Need for Accuracy in the Media, το οποίο αντλείται στις 15-9-2016 και μπορείτε να διαβάσετε εδώ http://www.brainfacts.org/in-society/in-society/articles/2016/mental-illness-violence-and-stigma-the-need-for-accuracy-in-the-media-091516
- Για τον ορισμό του όρου «interpersonal violence» και τις μορφές που δύναται να λάβει, μπορείτε ενδεικτικά να δείτε εδώ http://www.who.int/violence_injury_prevention/violence/world_report/factsheets/pb_violencealcohol.pdf και http://journals.sagepub.com/home/jiv
Βιβλιογραφία
Φ. Τσαλίκογλου, (1987), Ο Μύθος του Επικίνδυνου Ψυχασθενή, Παπαζήσης, Αθήνα.


Latest posts by Αγγελική Καρδαρά (see all)
- Έγκλημα στα Γλυκά Νερά και σκηνοθεσία στον τόπο του εγκλήματος (crimestaging) - February 22, 2023
- Έγκλημα στα Γλυκά Νερά και μιντιακές απεικονίσεις: μία ερευνητική προσέγγιση του Crime & MediaLab (ΚΕ.Μ.Ε.) - January 12, 2023
- Κακοποίηση ζώων συντροφιάς και άγριας ζωής στην Κύπρο και οι μιντιακές απεικονίσεις υποθέσεων - November 2, 2022
3 Comments