συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου.
Η Καρολίνα Μέρμηγκα γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε στη Νομική, και εργάστηκε ως δικηγόρος και δημοσιογράφος. Έχει εκδώσει δυο συλλογές διηγημάτων, ένα μυθιστόρημα και έχει μεταφράσει Το απεχθές χρέος της Ελλάδος του Ι.Μανωλόπουλου και τη Δεύτερη ευκαιρία του Χένρι Τζέιμς
- Στο τέταρτο βιβλίο σας, μετά τα διηγήματα «Ερωτευμένες» (εκδ. Εστία 2005) και «Σήμερα δεν θα πεθάνω» (Μελάνι, 2010) και το μυθιστόρημά σας «Συγγενής» (Μελάνι, 2013) καταπιαστήκατε με ένα επικό -σχεδόν -ιστορικό αφήγημα που «πιάνει» την Ελλάδα από τα τέλη του 19ου και φτάνει ως τον πρώτο μισό του περασμένου αιώνα. Μη ούσα ιστορικός, προτού ξεκινήσετε δεν «φοβηθήκατε» μήπως και δεν αποδώσετε σωστά όλα όσα καταθέτετε;
Φοβήθηκα πάρα πολύ, κυρίως για τις αυθαιρεσίες που διέπραττα. Η πράσινη ζώνη του Ιστορικού Μυθιστορήματος ανάμεσα στη μυθοπλασία και την Ιστορία δηλαδή, είναι συχνά εμπόλεμη από τα σκάγια των αναγνωστών που μπορεί να διαμαρτυρηθούν για τις «ιστορικές ανακρίβειες» και από τα δηλητηριώδη βέλη που μπήγει ο ίδιος ο συγγραφέας στη συνείδησή του, αναρωτώμενος πόσο δικαιούται να επεμβαίνει στην ιστορία. Πιο συγκεκριμένα: μελέτησα πολύ τα ιστορικά γεγονότα, έτσι ώστε οι ήρωές μου να πατούν σε ένα καλό χαλί, γερό και σφιχτοπλεγμένο. Από εκεί και πέρα πίστεψα και πιστεύω τη ρήση του Παύλου Νιρβάνα: «Ό,τι είναι αληθές, έχει απερίγραπτα δικαιώματα επί της τέχνης». Έγραψα λοιπόν μια αλήθεια, τη δική μου.
- Ο Έλληνας γιατρός Κωνσταντίνος Μέρμηγκας ήταν ο παππούς σας και αναρωτιέμαι πότε πρωτομπήκε στο μυαλό σας να γράψετε γι αυτόν; Θυμηθήκατε αίφνης κάτι που σας είχε αφηγηθεί ο πατέρας σας; Τι σας ώθησε να διαλέξετε αυτή την ιστορία;
Τον Κωνσταντίνο Μέρμηγκα δεν τον γνώρισα ποτέ. Η προσωπική μου συγκίνηση γι’ αυτόν (θαυμασμός κυρίως) είναι τεράστια επειδή είχα τη δυνατότητα να διαβάσω τα γραπτά του –προφορικές μαρτυρίες υπήρχαν ελάχιστες. Όμως ποτέ δεν θέλησα «να γράψω γι’ αυτόν» γιατί η προσωπική συγκίνηση ήταν και παραμένει προσωπική. Αυτό που μπήκε στο μυαλό μου ήταν να γράψω ένα μυθιστόρημα που να εκτυλίσσεται στο πρόσφατο παρελθόν της Ελλάδας (για το οποίο οι περισσότεροι γνωρίζουμε πολύ λίγα, δεδομένου ότι δεν τα διδασκόμαστε), με ήρωες που με συγκινούσαν –και όχι απαραίτητα θαύμαζα.
- Πόσο χρόνο σας πήρε όλη αυτή η σχολαστική και μεγάλη έρευνα; Είχατε ενδεχομένως και την συνδρομή άλλων;
Τρία χρόνια. Όπως αναφέρω στις «Ευχαριστίες», με βοήθησαν πολύ οι διαλέξεις Νεότερης Ιστορίας στον Σύλλογο «Πύρνα» του Καθηγητή Δημήτρη Λυβάνιου που παρακολουθώ εδώ και οκτώ χρόνια ανελλιπώς, και φυσικά τα βιβλία που αναφέρω στη Βιβλιογραφία.
- Διαβάζοντας τον «Έλληνα Γιατρό», εκτός της βασικής ιστορίας του «πρωταγωνιστή» του, μαθαίνουμε κι άλλα ενδιαφέροντα: Την αληθινή εκδοχή για τον Μιμίκο και την Μαίρη, για την πρώτη γιατρίνα που κάθισε σε φοιτητικά έδρανα και για το τι πέρασε από τους συναδέλφους της… Έχετε κι εσείς την αίσθηση ότι μιλάμε για άλλης στόφας ανθρώπους, πολύ διαφορετικούς από τους σημερινούς;
Είναι ένα θέμα. Διστάζω να χρησιμοποιήσω βαρύγδουπες φράσεις όπως «στηρίζονταν σε πιο στέρεες ηθικές αξίες», αλλά πάντως είχαν περισσότερες ψυχικές αντοχές. Μειωμένο αίσθημα αυτοδικαίωσης και αυξημένο εκείνο του χρέους τους προς την κοινωνία. Ήταν περίπου αυτονόητο για τους περισσότερους ότι μόνο μέσα από κόπο και δουλειά, δουλειά, δουλειά, θα μπορούσαν να προκόψουν αλλά, επίσης, υπήρχε και η ελπίδα και πίστη ότι με τη δουλειά θα ερχόταν η αναγνώριση και η προκοπή. Ήταν δηλαδή σαν ένα αμφίδρομο ρεύμα εμπιστοσύνης ανάμεσα σε μια εκκολαπτόμενη κοινωνία και το μέλλον της: ότι με την προσπάθεια και την εργασία αυτό θα γινόταν καλύτερο. Σήμερα έχω την εντύπωση ότι αυτή η λογική, αυτονόητη κάποτε πεποίθηση έχει εξαφανιστεί τελείως. Όχι μόνο το μέλλον μοιάζει εξαιρετικά αβέβαιο και σκοτεινό, αλλά η πορεία μας προς αυτό περνά από άλλα μονοπάτια, δαιδαλώδη και ναρκοθετημένα.
- Αναρωτιέμαι αν αυτή η μόνιμη αίσθηση ασφυξίας που μας καταδιώκει τα τελευταία χρόνια ωθεί όχι μόνο εσάς αλλά και άλλους ομότεχνους σας να ασχοληθούν με το παρελθόν;
Πιθανόν. Είναι πιο εύκολο, από μία άποψη, να γράφεις γι’ αυτά που έγιναν. Το παρελθόν είναι «ασφαλές» και ίσως και παρηγορητικό. Και νομίζω ότι η ίδια αίσθηση ωθεί και τους αναγνώστες στο να αποζητούν εκδοχές του παρελθόντος -ακόμα και ερμηνείες. Εκεί, στο παρελθόν, βρίσκονται οι πρόγονοι όλων μας, οι αγαπημένοι χαμένοι. Εκεί έζησαν, εκεί δημιούργησαν, εκεί δοκιμάστηκαν (συχνά φρικτά), εκεί μας ονειρεύτηκαν.
- Και μια ερώτηση κλισέ: Πως γράφετε κα Μέρμηγκα; Με σχολαστικό ωράριο, τη νύχτα, με μουσική, σε πλήρη απομόνωση;
Ούτε μουσικές, ούτε συγκεκριμένοι χώροι, ούτε φετίχ αντικείμενα. Κάποια ησυχία ναι, αν και κάποτε έγραφα στο τραπέζι της κουζίνας με τα παιδιά μου, μικρά ακόμα, να τρέχουν ολόγυρα. Το γράψιμο είναι για μένα σαν μια επίπονη γυμναστική. Ξεκινώ παίρνοντας βαθιές ανάσες, οι μύες στην αρχή δεν ανταποκρίνονται, είναι μουδιασμένοι, σιγά-σιγά παίρνουν μπρος, δουλεύουν, μετά (αν κάτι «βγαίνει») έρχεται μια στιγμή ευεξίας, εκκρίνεται μια πνευματική ενδορφίνη. Και όταν εξασκείται κανείς καθημερινά, με πειθαρχία, οι πιθανότητες είναι καλύτερες. Αλλά υπήρξα γενικά απείθαρχη και αμελής ως προς το γράψιμο, και φυσικά το πλήρωσα. Πάντως τώρα, στην ηλικία που βρίσκομαι, πρέπει να παραδεχτώ ότι έχω ανάγκη απόλυτη (σωματική και ψυχική) να γράφω τακτικά, καθημερινά. Το λέω αυτό με κάποιο βαθμό αυτολύπησης!..
Ο Έλληνας γιατρός
της Καρολίνας Μέρμηγκα
κυκλοφορεί από τις
Εκδόσεις Μελάνι


Latest posts by Τίνα Πανώριου (see all)
- Η συγγραφέας Τζούλια Γκανάσου μιλά στην Τίνα Πανώριου για την ηρωίδα του ΓΟΝΥΠΕΤΕΙΣ - March 3, 2018
- Ένα μεσημέρι με τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στην Αθήνα… - February 3, 2018
- Ρεβιθοκοντούλης: κλασικά παραμύθια… αλλιώς από την Μαρίνα Γιώτη - January 28, 2018