Τι αποκαλύπτει ο τόπος ενός εγκλήματος για το προφίλ του δράστη

της Αγγελικής Καρδαρά. 

Ο τόπος του εγκλήματος /crime scene αποκαλύπτει πολύτιμα στοιχεία για το ψυχο-εγκληματικό προφίλ των δραστών εγκληματικών ενεργειών. Γι’ αυτό είναι απολύτως απαραίτητο να εξετάζεται εξονυχιστικά από τις αρμόδιες αρχές. Μάλιστα, η εγκληματολογική έρευνα διακρίνει δυο εγκληματολογικές τυπολογίες που εφαρμόζονται -κυρίως σε περιπτώσεις ανθρωποκτονιών και σεξουαλικών εγκλημάτων- και οι οποίες έχουν προκύψει από τη μελέτη του τόπου του εγκλήματος και πιο συγκεκριμένα από τον τρόπο που ο δράστης έχει αφήσει το θύμα και τον χώρο διάπραξης του εγκλήματος.

Organized Vs disorganized offenders

Στην πρώτη τυπολογία ανήκουν όσοι σχεδιάζουν προσεκτικά την εγκληματική τους δράση και καταστρώνουν σχολαστικά τόσο την εκτέλεση της πράξης τους όσο και τον τρόπο διαφυγής τους από τον τόπο του εγκλήματος, ώστε να μη γίνουν αντιληπτοί και συλληφθούν από τις αρχές. Πρόκειται για τους χαρακτηριζόμενους «organized offenders». Στο σημείο αυτό, ωστόσο, κρίνω σκόπιμο να τονίσω ότι οι αστυνομικοί συντάκτες πρέπει με προσοχή να χρησιμοποιούν τον όρο «οργανωμένος» για να μην υπάρξει παρανόηση με το «οργανωμένο έγκλημα». Εδώ δεν αναφέρομαι στο «οργανωμένο έγκλημα», αλλά σε μια τυπολογία εγκληματία που σχετίζεται με τον τρόπο που σχεδιάζει και εκτελεί την εγκληματική του πράξη.

Στη δεύτερη τυπολογία ανήκουν οι «ανοργάνωτοι» εγκληματίες/ disorganized criminals, οι οποίοι αντίθετα από τους organized, δεν σχεδιάζουν τη δράση τους, λειτουργούν πολλές φορές υπό την παρόρμηση της στιγμής και πάντως  δεν λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να μην αφήσουν ίχνη στον τόπο του εγκλήματος, όπως προσέχουν οι organized.

Συνεπώς, οι εγκληματίες που ανήκουν στην πρώτη τυπολογία, αφήνουν τον τόπο του εγκλήματος «απείραχτο», κατά το μέτρο του δυνατού. Προσέχουν, δηλαδή, πολύ ώστε να μην αφήσουν ίχνη πίσω τους. Αντίθετα, στην περίπτωση του ανοργάνωτου εγκληματία, ο τόπος του εγκλήματος βρίσκεται σε «αταξία». Περιστασιακά, στον τόπο του εγκλήματος θα εντοπιστούν χαρακτηριστικά και των δυο κατηγοριών.

Ο τόπος του εγκλήματος «μιλάει» και «αποκαλύπτει»

Οι ειδικοί λένε ότι ο τόπος του εγκλήματος «μιλάει», αποκαλύπτει δηλαδή πληθώρα στοιχείων για τον δράστη και την εγκληματική του ενέργεια. Οι αστυνομικοί συντάκτες συνεπώς θα πρέπει να γνωρίζουν αυτή την σημαντική παράμετρο και να αναζητούν στοιχεία που αφορούν στον τόπο του εγκλήματος, προχωρώντας σε επιτόπια έρευνα και αντλώντας πληροφορίες από αξιόπιστες πηγές.

Απεικόνιση του ψυχο-εγκληματικού προφίλ των δραστών που σχεδιάζουν προσεκτικά την εγκληματική τους δράση  

Οι «organized offenders» σχεδιάζουν προσεκτικά την εγκληματική τους πράξη αρκετό χρόνο πριν προχωρήσουν στην υλοποίησή της, εξετάζουν τυχόν απρόοπτα που θα παρουσιαστούν, και καταστρώνουν εναλλακτικά σενάρια για να φύγουν από τον τόπο του εγκλήματος χωρίς να γίνουν αντιληπτοί.

Ως προς το ψυχο-εγκληματικό προφίλ τους, η έρευνα έχει δείξει ότι διέπονται από αδιαφορία για τους συνανθρώπους τους, είναι ανεύθυνοι και εγωκεντρικοί. Είναι, επίσης, άτομα που χειραγωγούν τους υπόλοιπους και με δόλο επιχειρούν να «παγιδεύσουν» το θύμα τους. Για να επιτύχουν το σκοπό τους, φέρονται συχνά φιλικά προς τους άλλους και κερδίζουν τις εντυπώσεις, καλλιεργώντας μια ψεύτικη εικόνα για τους ίδιους, ώστε να επιτύχουν μια καλή θέση στην κοινωνία, στη δουλειά, στη γειτονιά τους κ.λπ.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο άτομα που γνωρίζουν το δράστη, εμφανίζονται να «πέφτουν από τα σύννεφα», όταν αποκαλύπτεται η εγκληματική δράση του, ισχυριζόμενοι «μα, ήταν τόσο καλό παιδί». Στην πραγματικότητα, οι «organized offenders» φοράνε τη «μάσκα» του καλού παιδιού και προσπαθούν να δημιουργήσουν στον περίγυρό τους (στενό και ευρύτερο) την εντύπωση του καλού, φιλικού και προσιτού ατόμου. Ο δημοσιογράφος που θα κληθεί να σχηματίσει το προφίλ του δράστη, θα πρέπει να εμβαθύνει στις μαρτυρίες των ανθρώπων που τον γνωρίζουν και να ξεχωρίσει τις επιφανειακές εντυπώσεις από τις μελετημένες αξιολογικές κρίσεις.

Επίσης, είναι εξαιρετικά σημαντικό να τονίσω, ότι οι «organized offenders» είναι ναρκισσιστικά άτομα που έχουν το ταλέντο να εκφράζονται με ευγλωττία, σαφήνεια και ακρίβεια. Ενδιαφέρονται για την εξωτερική τους εμφάνιση, είναι περιποιημένοι και καλοντυμένοι. Σχεδιάζουν με μεγάλη ακρίβεια τα εγκλήματά τους. Συχνά, μάλιστα, παρακολουθούν το θύμα τους για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ δύναται να «επιλέξουν» να σκοτώσουν άτομα τα οποία δεν γνωρίζουν, ώστε να μην υπάρχει κάποια σύνδεση με τους ίδιους και έτσι να δυσκολευτούν οι αρχές να τους εντοπίσουν.

Οι εγκληματίες αυτού του τύπου «επιθεωρούν» καλά το μέρος ή την περιοχή, στην οποία σκοπεύουν να «παγιδεύσουν» το θύμα τους, ώστε να εξοικειωθούν με τα «κατατόπια» της περιοχής και να αποκλείσουν κάθε ενδεχόμενο διαφυγής του θύματός τους. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο (κυρίως σε περιπτώσεις κατ’ εξακολούθηση δολοφόνων που βιάζανε και δολοφονούσαν τα θύματά τους), είναι ότι με την προσποιητή τους ευγένεια ή μεταμφιεσμένοι σε αστυνομικούς, καταφέρνουν να οδηγήσουν τα θύματα με τη θέλησή τους, όπου εκείνοι θέλουν!

Μετά τη διάπραξη του εγκλήματος, οι «organized offenders» καταστρέφουν προσεκτικά κάθε ίχνος που τυχόν έχουν αφήσει, ενώ στη διεθνή βιβλιογραφία έχουν καταγραφεί και ακραίες περιπτώσεις, όπου ο δράστης τρίβει το θύμα με χλωρίνη, του αφαιρεί τα μαλλιά ή ακρωτηριάζει τα δάχτυλά του, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες να βρεθούν ίχνη του. Επομένως, ο τόπος του εγκλήματος εμφανίζεται απολύτως «ελεγχόμενος» και «οργανωμένος» από τους ίδιους.

Όσον αφορά το άψυχο θύμα τους, συχνά θα προσπαθήσουν να το «ξεφορτωθούν» σε μια περιοχή που γνωρίζουν πολύ καλά, όχι όμως στην περιοχή όπου ζούνε ή εργάζονται.

Τέλος, αξίζει να επισημάνω ότι είναι πιθανόν να επιστρέψουν στον τόπο του εγκλήματος, ακόμα και «βοηθώντας» τις αρχές. Με αυτό τον τρόπο, επιτυγχάνουν ένα διττό σκοπό: να μένουν ενήμεροι για την πορεία της έρευνας και να «ξαναζήσουν» το έγκλημά τους. Αυτό είναι κάτι που το έχουμε δει να συμβαίνει σε αρκετές υποθέσεις εγκληματολογικού ενδιαφέροντος και στη χώρα μας.

Aπεικόνιση του ψυχο-εγκληματικού προφίλ των ανοργάνωτων εγκληματιών

Στον αντίποδα, βρίσκονται οι «ανοργάνωτοι» εγκληματίες. Πρόκειται για μοναχικά και απομονωμένα άτομα, συχνά φοβικά, τα οποία δεν καταβάλλουν καμία προσπάθεια να κοινωνικοποιηθούν. Χαρακτηρίζονται, μάλιστα, ως «κοινωνικά ανώριμοι» (socially immature).

Για μακρό χρονικό διάστημα, μπορεί να είναι ατημέλητοι και απεριποίητοι. Δεν ενημερώνονται από τα ΜΜΕ και δεν απασχολούν τις αρχές. Δρουν παρορμητικά, υποκινούμενοι από το θυμό της στιγμής, ή από το πάθος της στιγμής, ή ακόμα υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ. Μπορεί να δολοφονήσουν συγγενικά πρόσωπα -μέλη του στενού ή ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος- ακόμα και γνωστούς, γείτονες κ.λπ. χωρίς να περνάει από το μυαλό τους, κατά τη διάπραξη της εγκληματικής πράξης, ότι μπορεί να συλληφθούν. Εάν παραμείνουν ασύλληπτοι, δύναται να εξελιχθούν σε «organized offenders» μέσω της λεγόμενης «εγκληματικής εμπειρίας».

Τα εγκλήματα των disorganized offenders χαρακτηρίζονται «ξαφνικά», «αυθόρμητα», ενώ ο τόπος του εγκλήματος αφήνεται τελείως ακατάστατος και ανοργάνωτος. Ο δράστης δεν καταβάλλει προσπάθεια να κρύψει το άψυχο σώμα, με αποτέλεσμα να αφήνει κατά κανόνα ίχνη πίσω του, ακόμα και το όπλο του εγκλήματος.

Επίσης, ένα στοιχείο που έχει ενδιαφέρον να τονίσω είναι ότι δεν επιλέγει προσεκτικά τα θύματά του. Ο θυμός της στιγμής και γενικά η παρόρμηση της στιγμής μπορεί να οδηγήσει τον συγκεκριμένο τύπο εγκληματία να σκοτώσει ξαφνικά, χωρίς καμία προειδοποίηση. Δύναται, μάλιστα, να χρησιμοποιήσει ως όπλα του αντικείμενα που θα βρει μπροστά του εκείνη τη στιγμή και να δείξει μια πρωτοφανή αγριότητα κατά τη διάπραξη του φόνου, απόρροια της οργής που αισθάνεται τη δεδομένη στιγμή. (*) Σε γενικές γραμμές, θέλω να τονίσω, ότι ο χαμηλός αυτοέλεγχος οδηγεί σε εγκλήματα «εδώ και τώρα», υψηλού ρίσκου, χωρίς σχέδιο, αλλά με αδιαφορία για το θύμα.

Διερευνώντας την υπόθεση του «παράξενου» δολοφόνου

Ολοκληρώνοντας το σημερινό μου άρθρο στο postmodern θα κάνω μια μικρή αναφορά στην υπόθεση του άγνωστου μέχρι στιγμής δράστη των επιθέσεων στους οδηγούς ταξί, ύστερα από τις πρόσφατες εξελίξεις.

Βάσει των στοιχείων που αποκαλύφθηκαν στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη «Φως στο Τούνελ» την Παρασκευή 17 Μαρτίου, και εφόσον βέβαια έχουν ισχύ όλες οι μαρτυρίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, ο δράστης είναι ένας ιδεοληπτικός εγκληματίας που δρα συμβολικά, είτε εξαιτίας κάποιου προσωπικού τραγικού βιώματος (σύμφωνα με μαρτυρία οδηγού ταξί, η μητέρα του είχε πέσει θύμα τροχαίου από οδηγό ταξί), είτε βάσει μιας ιστορίας που δεν αφορά τον ίδιο αλλά κάποιο πρόσωπο του περιβάλλοντός του (κοντινού ή ευρύτερου), ή ακόμα και με βάση μια ιστορία που έχει πλάσει με τη φαντασία του και επιθυμεί να τη φτάσει ως το τέλος, λειτουργώντας ως  «τιμωρός».

Η υπόθεση παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες με την υπόθεση Αντώνη Δαγλή που δολοφονούσε ιερόδουλες γυναίκες για να «λυτρωθεί» και να «εκτονώσει» ψυχικά τα αρνητικά του συναισθήματα για την τραυματική του παιδική ηλικία, καθώς στο πρόσωπο των ιερόδουλων ο Δαγλής «έβλεπε» την ίδια του την ιερόδουλη μητέρα.

Να υπενθυμίσω στους αναγνώστες ότι το προφίλ του ιδεοληπτικού εγκληματία πραγματεύτηκα εδώ.

Η επιστροφή στον τόπο του εγκλήματος (εάν έχει επιστρέψει) δείχνει ότι θέλει να «ξαναζήσει» το έγκλημά του, είτε για λόγους ψυχολογικούς, είτε γιατί κατά βάθος επιθυμεί τη σύλληψή του. Τέλος, η ερώτηση από τον «παράξενο» θεατή στον σκηνοθέτη της ταινίας-θρίλερ Έτερος Εγώ, κ. Στέφανο Τσαφούλια, σε μια δημόσια συζήτηση που έγινε το Φεβρουάριο (πριν λάβουν χώρα οι δολοφονικές επιθέσεις) κατόπιν της προβολής της ταινίας, «Σας πέρασε ποτέ από το μυαλό όταν γράφατε το σενάριο, πως θα μπορούσε να εμπνεύσει κάποιον να κάνει κάτι αντίστοιχο στην πραγματική ζωή;» και η διακριτική αποχώρησή του από το χώρο λίγο αργότερα, δείχνει ότι επιθυμεί να δώσει το στίγμα του και να αποκαλυφθεί, πάλι εφόσον μιλάμε για το ίδιο πρόσωπο. Άλλωστε, εάν συλληφθεί, θα του δοθεί η δυνατότητα να «λυτρωθεί» ομολογώντας τι ήταν αυτό που τον οδήγησε στο φόνο και στην απόπειρα δολοφονίας.

Δεν έχω παρακολουθήσει την παραπάνω ταινία, αλλά η αναφορά που έγινε στο τροχαίο και την εκδίκηση, μου έφερε στο μυαλό το επεισόδιο της 10ης Εντολής, με τίτλο Ένα Λεπτό Αργότερο, όπου η ηρωίδα της ιστορίας βλέπει το παιδάκι της να σκοτώνεται από έναν ασυνείδητο οδηγό, ο οποίος το εγκαταλείπει και διψώντας για εκδίκηση, τον εντοπίζει και εμπλέκεται σε μια ερωτική ιστορία μαζί του, με σκοπό να τον δολοφονήσει. Το αν τώρα, ένα άτομο μπορεί να μιμηθεί μια ταινία, αποτελεί πεδίο πολλών και σημαντικών ερευνών. Η δική μου άποψη, πολύ επιγραμματικά, συνοψίζεται στο ότι θα μπορούσε ένα άτομο να μιμηθεί πράξεις, σε συνδυασμό όμως με άλλους παράγοντες, όπως η επιβαρυμένη ψυχοπαθολογία που μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες τάσεις μιμητισμού όταν έχουμε να κάνουμε με πολύ νεαρές ηλικίες.

Συνοψίζοντας

Όπως έχω τονίσει και στο προηγούμενο άρθρο μου, είναι πολύ δύσκολο να εξαχθούν ασφαλείς υποθέσεις με τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Το σίγουρο είναι ότι πρόκειται για μια υπόθεση που δεν συναντούμε συχνά στα ελληνικά ποινικά χρονικά, γι αυτό και απασχολεί ιδιαίτερα την εγκληματολογική έρευνα και την κοινή γνώμη.

 

Σημείωση: Τα στοιχεία σχετικά με τον τόπο του εγκλήματος αποτελούν αντικείμενο εξονυχιστικής διερεύνησής μου στο βιβλίο μου με τίτλο Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας για τον Αστυνομικό και Δικαστικό Συντάκτη (εκδόσεις Παπαζήση).

(*) Για το προφίλ των δραστών βλ. σχετικά το άρθρο με τίτλο FBI Profile – Disorganized Criminals που αντλείται από την ιστοσελίδα  https://sonjahutchinson.wordpress.com/2012/05/16/fbi-profile-disorganized-criminals/ καθώς επίσης το άρθρο του Duane Samples που φέρει τον τίτλο Compulsion to Kill: A History of Serial Murder και αντλείται από την ιστοσελίδα http://psychautopsy.weebly.com/organized-vs-disorganized.html

The following two tabs change content below.
Η Αγγελική Καρδαρά είναι Εισηγήτρια-Συγγραφέας και Εκπαιδεύτρια στο Πρόγραμμα Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης (E-Learning) του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι Διδάκτωρ του Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Φιλόλογος (με εξειδίκευση στη μεσαιωνική και νεοελληνική φιλολογία) και Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.). Το θέμα της διδακτορικής διατριβής της, με Επιβλέποντα τον Καθηγητή Γιάννη Πανούση, αφορά τον ιδιαίτερο γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας του έγκλειστου πληθυσμού. Από τον Φεβρουάριο του 2020 ανέλαβε και Επιστημονικά Υπεύθυνη του Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος που αποτελεί Ομάδα Εργασίας για το Έγκλημα και την Απεικόνισή του στα ΜΜΕ. Έχει επάρκεια και άδεια διδασκαλίας τριών ξένων γλωσσών (αγγλικών, γαλλικών, ισπανικών). Εργάζεται στον συναρπαστικό χώρο της εκπαίδευσης, δίνει διαλέξεις και οργανώνει μαθήματα σεμιναριακού τύπου στο αντικείμενο εξειδίκευσής της «Έγκλημα & Media». Επίσης, είναι Επιστημονικά Υπεύθυνη ερευνών εγκληματολογικού, κοινωνικού και μιντιακού ενδιαφέροντος, αρθρογραφεί και συγγράφει. Έχει συγγράψει τα βιβλία: Τρομοκρατία και ΜΜΕ (εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα), Όταν η ψυχή μιλάει (εκδόσεις Υδρόγειος), Φυλακή και Γλώσσα (εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα), Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας για τον Αστυνομικό και Δικαστικό Συντάκτη (εκδόσεις Παπαζήση), Σκιαγράφηση του ψυχολογικού προφίλ των εγκληματιών που απασχόλησαν τα ελληνικά ΜΜΕ (1993-2018): Criminal Profiling and Media (εκδόσεις Παπαζήση). Οι «Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους» είναι το έκτο βιβλίο της και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.

Comments

comments

Related Posts

Comments are closed.

Recent Posts