της Τίνας Πανώριου.
Στις 23 Φεβρουαρίου 1942 ο δημοφιλέστερος συγγραφέας του μεσοπολέμου Στέφαν Τσβάιχ βρίσκεται νεκρός στο κρεβάτι του, κρατώντας το χέρι της επίσης νεκρής συζύγου του. Έχουν πάρει και οι δύο μία μεγάλη δόση βαρβιτουρικών για να αυτοκτονήσουν. Στο σημείωμα που έχει αφήσει αναφέρει: «Νομίζω ότι είναι καλύτερα να ολοκληρώσω τη ζωή μου σε καλούς καιρούς, όπου η διανοητική εργασία σημαίνει την πιο αγνή χαρά και η προσωπική ελευθερία είναι το μεγαλύτερο αγαθό στη Γη».
Ο Τσβάιχ είχε αφήσει την Ευρώπη που συγκλονιζόταν από την άνοδο του ναζισμού. Του ήταν αδύνατο να συμφιλιωθεί με την ιδέα του ολοκληρωτισμού, του φοβερού πολέμου που γεννιόταν με σημαία το μίσος. Παρά την άνετη ζωή που του εξασφάλιζαν οι πωλήσεις των βιβλίων του στην Αμερική, εκείνος προτίμησε να αποσυρθεί σε ένα μικρό χωριό στη Βραζιλία, προσπαθώντας να σταματήσει να αγωνιά για το μέλλον της ανθρωπότητας. Δεν τα κατάφερε…
«Ο καθένας μας, ακόμα και ο μικρότερος και ο πιο ασήμαντος, έχει κλονιστεί στα βάθη της ύπαρξής του από τις σχεδόν αδιάκοπες ηφαιστειακές εκρήξεις της ευρωπαϊκής γης μας. Δεν γνωρίζω καμία υπεροχή που μπορώ να ισχυριστώ, εν μέσω του πλήθους, εκτός από αυτό: ότι ως Αυστριακός, Εβραίος, συγγραφέας, ανθρωπιστής και ειρηνιστής, ανέκαθεν βρισκόμουν στο ακριβές σημείο όπου αυτοί οι σεισμοί ήταν οι πιο βίαιοι.» Στέφαν Τσβάιχ – Ο Κόσμος του Χτες
Η ταινία
Η σκηνοθέτις Μαρία Σράντερ επικεντρώνεται στα χρόνια της αυτοεξορίας του Τσβάιχ μεταξύ Μπουένος Άιρες, Νέας Υόρκης και Βραζιλίας. Ως εβραίος διανοούμενος, ο Τσβάιχ μισεί την απανθρωπιά που επικρατεί στη Γερμανία και προσπαθεί να ξεφύγει από το φάντασμα του ναζισμού, ψάχνοντας συγχρόνως για ένα σπίτι στο νέο κόσμο.
Η Σράντερ, επιλέγει να μη δείξει καθόλου τον Τσβάιχ να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: να γράφει. Αντιθέτως, επικεντρώνεται στην αλληλεπίδραση του συγγραφέα με τους άλλους, σε μία προσπάθεια να δείξει τόσο το χαρακτήρα του όσο και τη φθίνουσα αίσθησή του για την έννοια του τόπου, σε έναν κόσμο όπου το σώμα του – σε εξορία – θα μπορούσε να είναι ασφαλές, αλλά το μυαλό του συνεχίζει να θέλει να περιπλανηθεί πίσω σε μια χώρα που ξέρει ότι έχει σβηστεί από τον χάρτη.
«Εγώ και ο εαυτός μου γίναμε δύο διαφορετικά πράγματα μέσα σε όλους τους παραλογισμούς που μας φορτώνει η εποχή μας… Νιώθω αποκομμένος από όλα όσα ήταν για μένα πατρίδα, ταξιδιώτης κατ’ ανάγκην, με τις βαλίτσες του, χωρίς τα βιβλία του, με τα χαρτιά του σκόρπια να κουβαλιούνται πότε εδώ και πότε εκεί. Και με ένα μίσος απερίγραπτο, όχι μόνο για τον ίδιο τον πόλεμο αυτόν καθεαυτόν, αλλά και για την τρέλα τόσων χρόνων που οδήγησε στον πόλεμο. Όλα αυτά με πίεσαν, με συνέθλιψαν».
Ο εκούσιος θάνατός του προκάλεσε μεγάλο αντίκτυπο στην εποχή του. Πολλοί δεν κατάλαβαν γιατί ο πλέον μεταφρασμένος και πολυδιαβασμένος συγγραφέας του Μεσοπολέμου, μια παγκόσμια λογοτεχνική διασημότητα, προχώρησε σε μία πράξη που δεν έμοιαζε λογική για πολλούς, όπως στον Τόμας Μαν που μίλησε για έναν ιδιάζοντα εγωισμό μάλλον, μια εύκολη φυγομαχία…
Μέχρι και σήμερα (που τα βιβλία του Τσβάιχ συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν στις πωλήσεις) ο κόσμος παραμένει διχασμένος με πολλούς να μιλούν για την ύστατη (αυτό)θυσία ενός ανθρώπου που ήθελε να σημάνει συναγερμό για την καταστροφή που ερχόταν και άλλους να βλέπουν τον αυτοχειριασμό του ως μία δραματική απόδραση από την προσωπική και συλλογική έκπτωση των δυνάμεων της λογικής, της νεότητας και των ηθικών αξιών.


Latest posts by Τίνα Πανώριου (see all)
- Η συγγραφέας Τζούλια Γκανάσου μιλά στην Τίνα Πανώριου για την ηρωίδα του ΓΟΝΥΠΕΤΕΙΣ - March 3, 2018
- Ένα μεσημέρι με τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στην Αθήνα… - February 3, 2018
- Ρεβιθοκοντούλης: κλασικά παραμύθια… αλλιώς από την Μαρίνα Γιώτη - January 28, 2018