συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου.
Η Αργυρώ Μαργαρίτη γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία. Μεγάλωσε σε μια προσφυγική γειτονιά, τότε που το παιχνίδι στους δρόμους ήταν τρόπος ζωής. Σπούδασε γαλλική και ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έκανε μεταπτυχιακό στη Σορβόννη, παρακολούθησε μαθήματα γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπεσανσόν, ιστορία της τέχνης στο Γαλλικό Ινστιτούτο και συμμετείχε για δύο χρόνια στα διεθνή προγράμματα Lingua. Εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στο Πειραματικό Λύκειο Αναβρύτων και τα τρία τελευταία χρόνια στο Ελληνικό Σχολείο των Βρυξελλών. Έχει εκδώσει πέντε βιβλία, έχει επιμεληθεί δύο ντοκιμαντέρ και έχει γράψει τηλεοπτικά σενάρια.
- Τι είναι το βιβλίο αυτό, η Γέρση, για σας κυρία Μαργαρίτη; Ένα ταξίδι μνήμης; Όπου αγαπημένοι δικοί σας παίρνουν και πάλι μέσα από τη πένα σας σάρκα και οστά;
Μνήμης από δεύτερο χέρι! Δεν τα έζησα τα γεγονότα, τα άκουσα, τα έψαξα, τα διάβασα. Υπάρχουν οι δικοί μου, αλλά επειδή δεν ήθελαν να εκτεθούν, τους μασκάρεψα. Έκρυψα τις συνταγές της γιαγιάς Ελένης μέσα στα τσουκάλια της Σάρας. Τις απόψεις του παππού Νίκου, στις θυμοσοφίες του Λάζαρου Πασαλή. Έκλεψα τα όνειρα των κοριτσιών της προσφυγικής γειτονιάς που μεγάλωσα και τα έδωσα στη Γέρση.
- Ποια ήταν η στιγμή που πρωτοφτιάξατε στο μυαλό σας όλους αυτούς τους ολοζώντανες ήρωες;
Τη Γέρση τη συνάντησα ψάχνοντας να γράψω την ιστορία μιας γυναίκας που η ζωή της καταποντίστηκε και απογειώθηκε επειδή είχε το ίδιο όνομα με κάποια άλλη. Μετά, όπως μου συμβαίνει πάντα, οι ήρωες αυτονομήθηκαν, ήρθαν όλοι κοντά μου, λέγανε τις ιστορίες τους κι εγώ τις κατέγραφα.
- Στη Γέρση, στην κακομαθημένη, εγωίστρια, πλούσια κόρη που μαστίγωνε τις υπηρέτριες της, δώσατε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιβλίο σας, όμως την Λουκία, το δειλό κορίτσι από τη Σύλλη, είχατε αγαπήσει πιο πολύ, δεν είναι αλήθεια;
Ξέρετε κάτι που το κρατάω μυστικό; (!) Η Λουκία – όχι με αυτό το όνομα, αλλά με αυτήν ακριβώς τη ζωή – είναι ένα από τα πρόσωπα που έχω λατρέψει. Εκείνη με αγαπούσε περισσότερο. Θα ήθελα πολύ να γράψω κάτι όμορφο μόνο για εκείνη, αλλά δεν θα είχε καμιά σημασία τώρα πια…
- Γράφοντας αυτό το τελευταίο μυθιστόρημα σας, είχατε στο μυαλό γυναίκες – κορίτσια – αναγνώστριες που είθισται να αναζητούν τέτοιους έρωτες παραμυθένιους; Άνδρες σας διαβάζουν… έστω και στα κρυφά;
Μου αρέσει να τροφοδοτώ με μικρές δόσεις αισθησιασμού, γιατί πρώτη εγώ, ως αναγνώστρια, θέλω αυτό το ταξίδι της ταύτισης. Όμως δεν γράφω ροζ λογοτεχνία. Το Βισάντο είναι ένα ιδιόρρυθμο θρίλερ. Η Γέρση έχει οδυνηρές σκηνές που μακράν απέχουν από… τυλιγμένες σε τούλι περιγραφές. Έχω φανατικούς άντρες αναγνώστες, που έχουν κάνει εξαιρετικές κριτικές!
- Γράφετε κάπου «Μεγάλωσα στην Ν.Ιωνία αλλά δεν αισθάνθηκα ποτέ πρόσφυγας». Ζήσατε δηλαδή ευτυχισμένα παιδικά χρόνια;
Υπήρξα ένα απόλυτα ευτυχισμένο παιδί. Παιχνίδι στις γειτονιές, διακοπές ακριβώς πάνω στο κύμα (ολόκληρο το καλοκαίρι, σε στρατιωτική σκηνή στη Λούτσα!), φιλενάδες, ζαβολιές και πάνω απ’ όλα παραμύθια!
- Κι η τουρκική γλώσσα τι είναι για σας; Φιλική; Οικεία;
Η γιαγιά Ελένη από τη Σμύρνη, δεν μιλούσε τούρκικα, αλλά είχε να πει τα καλύτερα για τις τουρκάλες γειτόνισσες. Η γιαγιά Καλλιόπη, από τη Σύλλη, με νανούριζε με τούρκικα τραγούδια, η μαμά μου τραγουδούσε στα τούρκικα και όταν έλεγε αμανέδες σπάζαν τα ποτήρια. Η τούρκικη γλώσσα είναι οι τρυφερές αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων.
- Είστε φιλόλογος, έχετε δουλέψει σε σχολειά στο Βέλγιο αλλά και στο Πειραματικό Λύκειο Αναβρύτων. Αν μέσω της γραφής μπορούσατε να εξασφαλίσετε τα προς το ζήν, θα εγκαταλείπατε τις λοιπές πιο… «πεζές» ενασχολήσεις σας;
Το σχολείο, ως χώρος άσκησης επαγγέλματος, δεν ήταν ποτέ «πεζή ενασχόληση». Δεν θα μπορούσα ίσως να κάνω τίποτε άλλο, και αν ξαναγυρνούσα πάλι από την αρχή, πάλι το ίδιο επάγγελμα θα επέλεγα. Πάνε πέντε χρόνια που έχω «αποσυρθεί» αλλά εξακολουθώ να είμαι σε επαφή με πάρα πολλούς από τους μαθητές μου.
- Για να ολοκληρώσετε μια ιστορία τόσο γεμάτη, όπως αυτή η τελευταία, θα αφιερώσατε πολύ χρόνο και πολύ έρευνα. Η ανταμοιβή όμως ήταν μεγάλη. 4000 αντίτυπα δεν είναι λίγα, έτσι;
Χρειάστηκαν πάρα πολλά χρόνια για να συλλέξω το υλικό. Η ανταμοιβή ήταν οι άνθρωποι που μου εμπιστεύτηκαν τις ιστορίες τους και τα σχόλια που εισπράττω. Μια φίλη έγραψε πως το βιβλίο αυτό «προκαλεί ηδονή ανάγνωσης». Αισθάνομαι σαν μαθήτρια που πήρε άριστα στο διαγώνισμα και σαν παιδί τρέχω να δείχνω με καμάρι τον έλεγχο. Απολαμβάνω αυτή τη χαρά χωρίς μετριοφροσύνες! Όσο για τον αριθμό που αναφέρατε… αφορά μόνο την πρώτη έκδοση! (Η απουσία μετριοφροσύνης, που λέγαμε…)
- Με το που βάλατε τελεία στην Γέρση, τι αισθανθήκατε; Ανακούφιση, λύπη;
Αν θυμάμαι καλά, ήταν Μεγάλη Τετάρτη του 1916 όταν έγραψα το τελευταίο παραμύθι με το γεράκι και τον αετό. Περίπου 4 η ώρα, ξημερώματα. Είχα ήδη κόψει το κάπνισμα, αλλά τώρα που η Γέρση γέμιζε τα μπαούλα της, που έφευγε από τα χέρια μου, που δεν θα μπορούσα να κάνω τίποτα πια γι’ αυτήν, η ανάγκη για ένα τσιγάρο ήταν επιτακτική. Κατάφερα να βρω, μετά από χιλιόμετρα, περίπτερο, αγόρασα πακέτο και κάπνισα το μισό. Σκέφτομαι να γράψω κάποια στιγμή για τον συγγραφέα που χάνει τους ήρωές του. Το έχω κάνει στο “Μαύρο Κανταΐφι”, αλλά θα μπορούσα να προσθέσω ακόμα περισσότερα…
- Και τώρα, εν όψει ενός βαρέως χειμώνα, ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;
Τώρα γράφω ένα αστυνομικό! Άλλη κατάσταση, καινούργιο ψάξιμο, ήρωες πιο καθημερινοί, αλλά το βύθισμα στη γραφή πάντα λυτρωτικά το ίδιο.
Η Γέρση
της Αργυρώς Μαργαρίτη
κυκλοφορεί
από τις Εκδόσεις Ψυχογιός


Latest posts by Τίνα Πανώριου (see all)
- Η συγγραφέας Τζούλια Γκανάσου μιλά στην Τίνα Πανώριου για την ηρωίδα του ΓΟΝΥΠΕΤΕΙΣ - March 3, 2018
- Ένα μεσημέρι με τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στην Αθήνα… - February 3, 2018
- Ρεβιθοκοντούλης: κλασικά παραμύθια… αλλιώς από την Μαρίνα Γιώτη - January 28, 2018