του Δημήτρη Καλαντζή.
Η επίσημη πρεμιέρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου (ΚΠΙΣΝ), δυστυχώς συνοδεύτηκε από μία σειρά αστοχιών που, ως φιλότεχνος, εύχομαι να ήταν συμπτώματα απειρίας της νέας διοίκησης και όχι αλλαγή προσανατολισμού της Λυρικής προς ελιτίστικους δρόμους…
Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες παρουσιάστηκε όπερα στην Ελλάδα χωρίς υπέρτιτλους. Και μάλιστα ποια όπερα; Η γερμανική Ηλέκτρα του Στράους που δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ ξανά στο παρελθόν από την Λυρική και ελάχιστοι είναι εξοικειωμένοι μαζί της.
Η όπερα στην Ελλάδα κατάφερε τις τελευταίες δεκαετίες να αποκτήσει ευρύ κοινό με την τοποθέτηση υπέρτιτλων, ώστε να μπορεί ο κάθε θεατής να προσεγγίζει το είδος στην ολότητά του: ορχήστρα, τραγούδι, θεατρικό δρώμενο αλλά και λόγος, λυρικό κείμενο.
Ακόμα και ο καλός γνώστης της ιταλικής ή γερμανικής γλώσσας, χρειάζεται τη βοήθεια των υπέρτιτλων για να ανακαλύψει το βάθος του οπερετικού έργου.
Η ιδέα του Δ.Μαραμή πρόσφατα να προσθέσει υπέρτιτλους στον Ερωτόκριτο στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής, ήταν ένα λαμπρό παράδειγμα για το πώς μία «τεχνική βοήθεια» έδωσε την ευκαιρία στο κοινό να απολαύσει τον λόγο του Κορνάρου, κι ας τον άκουγε πεντακάθαρα (στα ελληνικά βεβαίως) από τους τραγουδιστές.
Ποια είναι η λογική της κατάργησης των υπέρτιτλων στη νέα εποχή της Λυρικής Σκηνής;
Ότι «είναι… αντιαισθητικοί» και ότι «στην όπερα της Βιέννης δεν υπάρχουν υπέρτιτλοι» αλλά κάτι οθονούλες στην πλάτη του μπροστινού καθίσματος, όπου μπορεί κάποιος… «ημιμαθής» της όπερας να «κλέψει» κάτι από τη μετάφραση του λυρικού κειμένου.
Είναι παράλογο για την Ελλάδα.
Η Αυστρία και η Γερμανία έχουν μία παράδοση 400 χρόνων στην όπερα. Ο μέσος Γερμανός θα δει στη ζωή του τουλάχιστον 3 φορές τη «δύσκολη» Ηλέκτρα ενώ ο μέσος Έλληνας είναι ζήτημα εάν θα δει μία φορά στη ζωή του την «εύκολη» Κάρμεν ή την Μαντάμα Μπατερφλάι.
Η λογική της Λυρικής όλα τα τελευταία χρόνια ήταν να διευκολύνει τον μέσο Έλληνα να προσεγγίσει την όπερα και όχι να την περικλείσει σε «ειδικό κοινό»…
Οι οθονίτσες στις πλάτες των καθισμάτων δεν είναι καθόλου λειτουργικές. Θα πρέπει να αλλάζεις συνεχώς οπτικό πεδίο για να διαβάζεις τη μετάφραση, να χάνεις δηλαδή τα δρώμενα στη σκηνή για να καταλάβεις το κείμενο. Αν δε, είσαι μεσόκοπος με πρεσβυωπία, τότε η παρακολούθηση της όπερας γίνεται μία καθόλου ευχάριστη… μάχη με τα γυαλιά σου.
Και ως πρεσβύωπας όμως, δεν είσαι σε τόσο δύσκολη θέση όσο βρίσκονται οι θεατές των πλαϊνών θεωρείων, οι οποίοι δεν έχουν καμία δυνατότητα να παρακολουθήσουν τη μετάφραση.
Για να το έκαναν, θα έπρεπε το κεφάλι τους να κάνει συνεχώς μία κίνηση σε σχήμα «Γ», δηλαδή: μπροστά και κάτω για να διαβάσουν τη μετάφραση και πάνω στροφή δεξιά (ή αριστερά, ανάλογα σε ποια πλευρά βρίσκονται) για να παρακολουθούν τη δράση στη σκηνή.
Γιατί να υποβάλει η Λυρική τους θεατές σε αυτό το βασανιστήριο;
Και πόσοι είναι διατεθειμένοι να το υποστούν ξανά και ξανά;
Υπάρχει βέβαια η άποψη: «η υπόθεση είναι γνωστή μέσες άκρες, ας ακούσει ο κόσμος την ωραία μουσική και το τραγούδι και… αρκετά είναι».
Όχι, όχι, όχι!
Η όπερα δεν είναι μόνο μουσική, τραγούδι και θεατρικό δρώμενο. Η όπερα είναι ΚΑΙ λόγος.
Η όπερα γεννήθηκε από τον Μοντεβέρντι σε μία προσπάθεια να αναβιώσει και να συνεχίσει την παράδοση των αρχαίων ελληνικών τραγωδιών που “ανακάλυπτε” εκστασιασμένη η Ευρώπη την εποχή της Αναγέννησης.
Τα λιμπρέτα είναι υπέροχα ποιητικά κείμενα και όχι απλοί φθόγγοι στη σειρά.
Ο θεατής έχει το δικαίωμα να παρακολουθεί τα λιμπρέτα σε μετάφραση.
Και στο τέλος, ποιοι είναι αυτοί που ενοχλούνται «αισθητικά» από τους υπέρτιτλους;
Και γιατί θα πρέπει να τους γίνει η χάρη, ακρωτηριάζοντας τις όπερες;

Δεύτερη σημαντική αστοχία της «νέας εποχής» στη Λυρική είναι η τιμολογιακή πολιτική της.
Ναι, η όπερα είναι ένα ακριβό είδος ψυχαγωγίας και είναι λογικό να κοστίζει περισσότερο από μία θεατρική παράσταση ή μία συναυλία, αλλά… 100 ευρώ για μία καλή θέση; Στην Ελλάδα του 2017; Ένα ζευγάρι δηλαδή που θέλει να δει άνετα μία παράσταση θα πρέπει να πληρώσει 200 ευρώ; Και μάλιστα στην πρεμιέρα της μεταστέγασης;
Τι μήνυμα περνάει αυτό στο κοινό;
Τι άλλο ότι η όπερα είναι για τους πλούσιους της «αυλής»;
Μεγαλύτερο όμως ατόπημα και από τις πανάκριβες «καλές θέσεις» είναι η ύπαρξη θέσεων «περιορισμένης ορατότητας»…
Θέσεις περιορισμένης ορατότητας υπήρχαν στην Ελλάδα μέχρι τη δεκαετία του ’60, όταν σε τελείως ακατάλληλες αίθουσες, θιασάρχες προσπαθούσαν να πουλήσουν κάθε γωνιά πίσω από τις κολώνες προκειμένου να βγάλουν λίγες δραχμές παραπάνω.
Στην εποχή μας είναι αδιανόητο, ανεπίτρεπτο και βαθειά αντικοινωνικό να προσφέρονται θέσεις «περιορισμένης ορατότητας», ακόμα κι αν αυτές προσφέρονταν δωρεάν – που στο ΚΠΙΣΝ δεν προσφέρονται.
Είναι ντροπιαστικό για τον πολιτισμό μας να θεωρούμε ότι υπάρχουν τρίτης κατηγορίας θεατές που αρκούνται σε μισές όπερες καθώς ζουν μισές ζωές.
Οι «θέσεις περιορισμένης θέασης» πρέπει να ξηλωθούν άμεσα. Δεν πέρασε η Ελλάδα τόση ταλαιπωρία (και περνάει ακόμα) για να δημιουργηθούν τάξεις «κυρίων» και «πληβείων».
Προσωπικά, αν και δεν καθόμουν σε προνομιούχα θέση των 100 ευρώ, ένιωσα εξαιρετικά άβολα γνωρίζοντας πως κάποιοι συν-θεατές μου, (οι οποίοι ενδεχομένως να λατρεύουν την όπερα περισσότερο από εμένα), ήταν αναγκασμένοι να παρακολουθούν ένα κομμάτι της σκηνής ή μόνο τα κεφάλια των τραγουδιστών επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα…
Όχι. Ακόμα κι αν υπάρχουν άνθρωποι που δεν υπερασπίζονται οι ίδιοι την αξιοπρέπειά τους, θα πρέπει να προνοήσει για την προστασία τους η Εθνική Λυρική Σκηνή, ξηλώνοντας αυτές τις άθλιες θέσεις.

Η επόμενη δυσοίωνη διαπίστωση ήταν ότι μετά από πολύ καιρό η Εθνική Λυρική Σκηνή ΔΕΝ άνοιξε τις πόρτες της σε ανέργους και ανθρώπους με χαμηλό εισόδημα για να παρακολουθήσουν (με σειρά προτεραιότητας) χωρίς αντίτιμο τη γενική δοκιμή της Ηλέκτρας.
Θα περίμενε κάποιος ότι στην επίσημη πρεμιέρας της «νέας εποχής», όχι μόνο θα ανοίξουν οι πόρτες στη γενική δοκιμή αλλά θα παρουσιαζόταν μία κανονική παράσταση μόνο για ανέργους και ανθρώπους με χαμηλό εισόδημα, ώστε να είναι ξεκάθαρο ότι δεν δημιουργήθηκε ένα “κλαμπ ολίγων”.
Θα ήταν μεγάλο το κόστος αλλά και μεγάλος – μάλλον σπουδαίος – ο συμβολισμός για τη «νέα εποχή».
Ήδη η χωροταξική τοποθέτηση της νέας στέγης της Λυρικής είναι δύσκολα προσβάσιμη σε όσους δεν έχουν ιδιωτικό μεταφορικό μέσο. Ο κίνδυνος να αποξενωθεί η Λυρική από το κοινό που κέρδισε τις προηγούμενες δεκαετίες – το «μέσο κοινό» – είναι ορατός.
Πρόκειται για το κοινό που δεν πήγε ποτέ στην όπερα για να δείξει τα ακριβά του κοσμήματα και τα κοστούμια των 3.000 ευρώ.
Όποιος έζησε από κοντά την άνοδο και την κατάρρευση του Μεγάρου Μουσικής, είναι σίγουρο ότι δεν θέλει να ξαναδεί το ίδιο «έργο» στη Λυρική.
Δυστυχώς στην παράσταση της Τετάρτης 18 Οκτωβρίου 2017 το κοινό της Λυρικής στο ΚΠΙΣΝ έμοιαζε με το κοινό του Μεγάρου την εποχή της μεγάλης “φούσκας” του χρηματιστηρίου: πανάκριβα ρούχα, παραμορφωμένες από τις πλαστικές επεμβάσεις κυρίες, κύριοι με ύφος Ντόναλντ Τραμπ, «μεγάλοι χορηγοί» (εκείνοι του Μέγαρου κατέληξαν στη φυλακή ή σε κάποια εξωτική χώρα, καταζητούμενοι από την Ιντερπόλ).
Η «φούσκα» του Μεγάρου Μουσικής «έσκασε» γιατί «έσκασαν» οι ευκαιριακά πλούσιοι που το συντηρούσαν, πιθηκίζοντας συμπεριφορές παραδοσιακών πλουσίων από χώρες με ταξική διαστρωμάτωση. Η Ελλάδα δεν ήταν ποτέ τέτοια χώρα.
Θυμάμαι τις παραστάσεις της ΚΟΑ στο Μέγαρο Μουσικής που παρακολουθούσαμε καμιά 150αριά θεατές όλοι κι όλοι (τις Πέμπτες, αν θυμάμαι καλά, με πολύ χαμηλό εισιτήριο). Δεν ήταν κακή η ΚΟΑ. Ούτε το ρεπερτόριό της ήταν δύσκολο. Απλά δεν ήταν «γκλάμουρους» για να γίνει «talk of the town» και «event» στο οποίο έπρεπε – «must, σου λέω» – να παρευρεθείς γιατί «όλη η καλή Αθήνα θα είναι εκεί»…
Ήταν οι εποχές που οι κύριοι κοιμούνταν κατά τη διάρκεια των «γκλάμουρους» συναυλιών και οι κυρίες σκέφτονταν αν το συνολάκι τους ήταν καλύτερο από των άλλων…
Εποχές που η κρίση σάρωσε – εποχές που οι φιλότεχνοι δεν νοσταλγούμε.
Γι αυτό ταράχθηκα στην παράσταση της Τετάρτης…
Μετά από πολύ καιρό, είδα στη Λυρική έναν κύριο, αλά Ντόνλαντ Τραμπ, σε θέση των 100 ευρώ, να κοιμάται κατά τη διάρκεια της παράστασης…
Εύχομαι να ήταν απλά κουρασμένος.
Και όχι να βρέθηκε εκεί γιατί «είναι η πρεμιέρα στο Νιάρχος και αν δεν πάω εγώ, ποιος θα πάει; Ο κακομοίρογλου; Τι έργο είπαμε ότι παίζει; Του Στράους; Βάλς δεν έγραφε αυτός;»
Μακάρι η συνέχεια της «νέας εποχής» στη Λυρική Σκηνή να διαψεύσει τους φόβους μου. Το εύχομαι ειλικρινά.
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Εξαιρετική ο ορχήστρα της Λυρικής (ενισχυμένη με έξτρα μουσικούς) υπό τη διεύθυνση του Βασίλη Χριστόπουλου, αμφισβητήσιμη η σκηνογραφία και σκηνοθεσία του Γιάννη Κόκκου (κλειστοφοβικό σκηνικό που έκανε τη σκηνή του ΚΠΙΣΝ να φαίνεται μικρή – ατυχές το στήσιμο της Χογκρέφε). Πάρα πολύ καλή φωνητικά η Ζαμπίνε Χογκρέφε ως Ηλέκτρα αλλά κακή θεατρικά, με κινήσεις που δεν ταίριαζαν στον σωματότυπό της και υποκριτικές υπερβολές (η παρουσία της έλαμψε μόνο στη σκηνή αναγνώρισης του Ορέστη, όπου με λιτότητα και αληθοφανή συγκίνηση μας έκανε να ανατριχιάσουμε). Θαυμάσια έκπληξη η Αγνή Μπάλτσα, που όχι μόνο απέδωσε άρτια φωνητικά τον ρόλο της Κλυταιμνήστρας αλλά με τον αέρα και την κυριαρχία της στη σκηνή μας κάνει να περιμένουμε πολλά ακόμα από εκείνη.

Δημήτρης Καλαντζής

Latest posts by Δημήτρης Καλαντζής (see all)
- Το gay Πεδίον του Άρεως - May 17, 2023
- Το γκέτο διακίνησης ναρκωτικών από το Πεδίον του Άρεως στον Άγιο Παύλο και τον σταθμό Λαρίσης - March 18, 2023
- Νοσοκομείο Ελπίς: επαγγελματισμός και ανθρωπιά στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας - March 3, 2023