Σωφρονισμός και ελληνικά καταστήματα κράτησης

της Αγγελικής Καρδαρά. 

«Υπάρχει σωφρονισμός στις ελληνικές φυλακές;» ήταν το ερώτημα που μου έθεσε πριν από μερικές εβδομάδες δημοσιογράφος του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του ALPHA στο πλαίσιο του ρεπορτάζ του για τα ελληνικά καταστήματα κράτησης. Οι ερωτήσεις του δημοσιογράφου ήταν πολύ ενδιαφέρουσες και έκρινα σκόπιμο να τις αναπτύξω στο παρόν άρθρο, καθώς θεωρώ ότι αφορούν το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, δεδομένου ότι η φυλακή δεν είναι αποκομμένη από την ελεύθερη κοινωνία, αλλά οι κρατούμενοι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα -μικρότερο ή μεγαλύτερο- επιστρέφουν στην κοινωνία.

Θα ξεκινήσω υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για ένα τεράστιο προς ανάλυση ζήτημα που αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω και να υπάρξει ένας δημόσιος διάλογος με τους ειδικούς επί του θέματος επιστήμονες και πλέον αρμόδιους να δώσουν απαντήσεις, γιατί επιτέλους πρέπει να «γκρεμιστεί» η λανθασμένη αντίληψη ότι η φυλακή είναι ξεκομμένη από την κοινωνία μας.

Τον Μάρτιο του 2017 στο άρθρο μου με τίτλο Τα «Κολλέγια του Εγκλήματος» και η θεωρία της «Αποχής από το Έγκλημα» επιχείρησα να αναπτύξω το παραπάνω ζήτημα. Να υπενθυμίσω εδώ ότι οι ίδιοι οι κρατούμενοι αποκαλούν τις φυλακές «κολλέγια του εγκλήματος» και στο πλαίσιο της έρευνας που πραγματοποίησα για τη γλώσσα της φυλακής κατέγραψα την εμπειρία του έγκλειστου πληθυσμού, με αρκετούς να υπογραμμίζουν εμφατικά ότι μετά την έκτιση της ποινής τους «βγαίνουν πωρωμένοι εγκληματίες» ακόμα και όσοι εκτίουν ποινή φυλάκισης για ένα μικρής ποινικής σημασίας αδίκημα (minor crime).

Μεγάλη συζήτηση γίνεται, επίσης, μεταξύ των επιστημόνων σχετικά με την παρέμβαση ή όχι στον έγκλειστο πληθυσμό, με στόχο την αναμόρφωσή τους. Η «βελτίωση» των κρατουμένων θεωρείται από αρκετούς επιστήμονες ουτοπική, ή ακόμα και παραβίαση των ατομικών τους δικαιωμάτων, ιδίως για όσους δεν επιθυμούν να «σωφρονιστούν». Οι σύγχρονες προσεγγίσεις δίνουν έμφαση στη διαδικασία επιστροφής των κρατουμένων (με την αποφυλάκισή τους) στην ελεύθερη κοινωνία, τονίζοντας την ανάγκη να «επιστρέψουν καθαροί», δηλαδή να μη διαπράξουν νέο αδίκημα. Τα παραπάνω θεμελιώνονται σε μια σημαντική θεωρία, η οποία διεθνώς κερδίζει έδαφος, τη θεωρία της αποχής από το έγκλημα/Desistance Theory που αναπτύχθηκε στο προαναφερθέν άρθρο.

Εξίσου, στο πλαίσιο της ελληνικής κοινωνίας, θα πρέπει να αποτελέσει βασική προτεραιότητα το να σπάσει ο κύκλος της παρανομίας και να «μείνουν μακριά» από το έγκλημα άτομα που αποφυλακίζονται. Για να πραγματοποιηθεί όμως αυτό το πολύ σημαντικό βήμα, οι φυλακές πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξουν προσανατολισμό. Να μην αποτελούν μόνο καταστήματα κράτησης, αλλά να λειτουργούν ως δομές που παρέχουν σε σταθερή βάση συμβουλευτική και στήριξη στους κρατούμενους, γιατί ένα εξαιρετικά κρίσιμο σημείο, από το οποίο πηγάζουν όλα τα σοβαρά προβλήματα, είναι το πού θα βρεθεί ένας κρατούμενος όταν αποφυλακιστεί.

Ένα άτομο που αποφυλακίζεται εύκολα θα παρανομήσει εκ νέου, εάν δεν υπάρχει το κατάλληλο πλαίσιο στήριξης. Με απλά λόγια, το άτομο εκείνο που δεν έχει δουλειά σε σταθερή βάση, δεν έχει σπίτι, ούτε ένα οικογενειακό ή ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον να το υποστηρίξει, θα επιστρέψει στην παράνομη δράση, στην οποία έχει «συνηθίσει», έχει σε αρκετές περιπτώσεις «εκπαιδευτεί» από τους συγκρατούμενους και η οποία -ασφαλώς- αποτελεί τον εύκολο δρόμο/την εύκολη λύση.

Αυτό άλλωστε το γνωρίζουν εκ των προτέρων πολλοί κρατούμενοι που φτάνουν στο σημείο να θεωρούν τη φυλακή «σπίτι» τους. Πραγματικά, μου προκάλεσε θλίψη το γεγονός ότι, στη διάρκεια των συνεντεύξεων με τους κρατούμενους, αρκετοί -κυρίως νέοι άνθρωποι- αναφέρονταν στη φυλακή ως «σπίτι» τους και εμφανίζονταν απογοητευμένοι, υποστηρίζοντας «και να βγούμε, αργά ή γρήγορα εδώ θα ξαναγυρίσουμε».

Επομένως, διαπιστώνουμε ότι για να μπορέσουμε, κάποτε, ως κοινωνία να μιλήσουμε για «σωφρονισμό», πρέπει να ξεκινήσουμε από το συγκεκριμένο σημείο και να δούμε πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί. Το πρώτο βήμα πρέπει να γίνει με την κατάργηση των κλειστού τύπου φυλακών που αποτελούν «κολλέγια εγκλήματος» και την αντικατάστασή τους από πολύ καλά οργανωμένες δομές που θα αποκτήσουν ένα τελείως διαφορετικό ρόλο και προσανατολισμό, με έμφαση στο «μετά» της φυλακής.

Σε πρώτη φάση θεωρώ ότι είναι σκόπιμο να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στους νέους σε ηλικία κρατούμενους και σε όσους βρίσκονται στη φυλακή για μικρότερης ποινικής σημασίας αδικήματα. Σε αυτή την περίπτωση θα μπορέσει η οργανωμένη Πολιτεία να αντιμετωπίσει το πολυσύνθετο ζήτημα της «επιστροφής στην κοινωνία», με απώτερο στόχο τη μείωση της υποτροπής και τη σύνδεση μεταξύ φυλακής-ελεύθερης κοινωνίας.

Συνοψίζοντας, είναι αναγκαίο να εστιάσει η επιστημονική κοινότητα στο «μετά» αυτών των ανθρώπων που όταν αποφυλακίζονται βρίσκονται στην ελεύθερη κοινωνία, χωρίς οικογένεια, χωρίς σπίτι, χωρίς δουλειά και -το σημαντικότερο- χωρίς τα κατάλληλα εφόδια για να αναζητήσουν διεξόδους, πέρα από την παραβατική δράση.

The following two tabs change content below.
Η Αγγελική Καρδαρά είναι Εισηγήτρια-Συγγραφέας και Εκπαιδεύτρια στο Πρόγραμμα Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης (E-Learning) του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι Διδάκτωρ του Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Φιλόλογος (με εξειδίκευση στη μεσαιωνική και νεοελληνική φιλολογία) και Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.). Το θέμα της διδακτορικής διατριβής της, με Επιβλέποντα τον Καθηγητή Γιάννη Πανούση, αφορά τον ιδιαίτερο γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας του έγκλειστου πληθυσμού. Από τον Φεβρουάριο του 2020 ανέλαβε και Επιστημονικά Υπεύθυνη του Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος που αποτελεί Ομάδα Εργασίας για το Έγκλημα και την Απεικόνισή του στα ΜΜΕ. Έχει επάρκεια και άδεια διδασκαλίας τριών ξένων γλωσσών (αγγλικών, γαλλικών, ισπανικών). Εργάζεται στον συναρπαστικό χώρο της εκπαίδευσης, δίνει διαλέξεις και οργανώνει μαθήματα σεμιναριακού τύπου στο αντικείμενο εξειδίκευσής της «Έγκλημα & Media». Επίσης, είναι Επιστημονικά Υπεύθυνη ερευνών εγκληματολογικού, κοινωνικού και μιντιακού ενδιαφέροντος, αρθρογραφεί και συγγράφει. Έχει συγγράψει τα βιβλία: Τρομοκρατία και ΜΜΕ (εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα), Όταν η ψυχή μιλάει (εκδόσεις Υδρόγειος), Φυλακή και Γλώσσα (εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα), Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας για τον Αστυνομικό και Δικαστικό Συντάκτη (εκδόσεις Παπαζήση), Σκιαγράφηση του ψυχολογικού προφίλ των εγκληματιών που απασχόλησαν τα ελληνικά ΜΜΕ (1993-2018): Criminal Profiling and Media (εκδόσεις Παπαζήση). Οι «Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους» είναι το έκτο βιβλίο της και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.

Comments

comments

Related Posts

Recent Posts