της ‘Ελενας Αλεξανδράκη.
Με τη σατιρική φαντασία του Ζαν Ζιροντού (Jean Giraudoux) Η Τρελή του Σαγιό (La Folle de Chaillot) ξεκίνησε πριν λίγο καιρό την πορεία του στις απομακρυσμένες γειτονιές της Πάτρας (και έπεται περιοδεία σε χωριά της Δυτικής Ελλάδας) ο θεσμός λαϊκού θεάτρου του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας, Άρμα Θέσπιδος, κάνοντας αυτές τις μέρες και μια μικρή στάση στο κέντρο της πόλης. Το έργο, γραμμένο το 1943, εν μέσω της επικράτησης του ναζισμού σε όλη την Ευρώπη, μιλάει για αδίστακτους επιχειρηματίες ανώνυμων, κατά κύριο λόγο, εταιρειών με χαοτικές δομές, ώστε να μην μπορείς να τους “πιάσεις” από πουθενά -πρόεδροι, αντιπρόεδροι, επίτιμοι πρόεδροι κ.ο.κ. Και είναι πια γνωστό πως -και πώς- πολλοί επιχειρηματίες έχτισαν τις αυτοκρατορίες τους μέσα σε αυτό το καθεστώς ενώ παράλληλα το έργο του Ζιροντού αποδεικνύεται τραγικά προφητικό για την εξέλιξη και τη μορφή του καπιταλιστικού συστήματος.
Αυτή η ομάδα επιχειρηματιών, ανακαλύπτει πως υπάρχει πετρέλαιο στο υπέδαφος του Παρισιού και αποφασίζει με κάθε τρόπο να το αντλήσει, αδιαφορώντας για το τι θα συμβεί στους κατοίκους και το περιβάλλον. Η Ωρελί, με το προσωνύμιο “η τρελή του Σαγιό”, μια εκκεντρική κλοσάρ Παριζιάνα, αποφασίζει να εμποδίσει τα σχέδιά τους στήνοντάς τους παγίδα και μαζεύοντας γύρω της όλους τους απόκληρους του Παρισιού φίλους της. Το σχέδιό της πετυχαίνει και έτσι όλοι οι εκμεταλλευτές κλείνονται για πάντα στους υπονόμους του Παρισιού, βγάζοντάς την θριαμβεύτρια. Το έργο έχει επίκαιρη αναφορά στην πραγματικότητα, δεδομένου ότι η κατασκευή πλατφόρμας άντλησης πετρελαίου στον Πατραϊκό κόλπο αποτελεί ένα απειλητικό δεδομένο για την περιοχή. (Φοβάμαι ότι δε θα αργήσει η μέρα που μπροστά από το σπάνιας ομορφιάς ηλιοβασίλεμα θα βλέπουμε την πετρελαϊκή πλατφόρμα -και αυτό θα είναι το λιγότερο από τα κακά που θα ακολουθήσουν.)

Ο σκηνοθέτης της παράστασης, Χρήστος Στρέπκος, επέλεξε ως βάση δουλειάς τη μετάφραση – διασκευή του Μίνωα Βολανάκη, κάνοντας και κάποιες χρήσιμες προσθήκες από το πρωτότυπο έργο, προσαρμόζοντάς το παράλληλα για πέντε ηθοποιούς. Ένα έργο που είναι αρκετά απλοϊκό στη σύλληψη και την δραματουργική του εκτέλεση, με μεγάλο εύρος, ωστόσο, συμβολικής θεατρικής και πολιτικής “ανάγνωσης”. Η διασκευή του Στρέπκου θεωρώ ότι αξιοποίησε δημιουργικά τα στοιχεία του έργου, ωστόσο η σκηνοθετική έμφαση στα θεατρικά στοιχεία (υποκριτική, κίνηση, εκμετάλλευση του σκηνικού χώρου) και όχι τόσο στα δραματουργικά αποδυνάμωσε κάπως το περιεχόμενο του κειμένου. Πέτυχε, πάντως, μια παράσταση εύχαρι, κωμική και πολύ ενεργητική, οι οποίοι πιστεύω είναι στόχοι του “Άρματος Θέσπιδος”, αλλά άφησε λίγο πίσω το πολιτικό περιεχόμενο του έργου -που, όμως, γι’ αυτό ακριβώς επιλέχτηκε.
Ο σκηνικός χώρος (Θάλεια Ιστικοπούλου) εξυπηρέτησε επαρκώς το πρακτικό μέρος της παράστασης (ένα κεκλιμένο πατάρι με καταπακτές, τρία κουτιά που σε διαφορετικούς σχηματισμούς χρησίμευαν ως βάθρα και μια κουρτίνα σε λωρίδες σαν πλάτη σου σκηνικού). Η σκηνοθεσία, ωστόσο, δε αξιοποίησε όλο το σκηνικό, αφού μόνο από τη μία καταπακτή -ενώ υπήρχαν κι άλλες- έμπαιναν και έβγαιναν όλοι, από όπου κι αν έρχονταν και προς όπου και αν πήγαιναν. Δεδομένου ότι ήταν και η είσοδος των υπονόμων, ίσως θα έπρεπε να δοθεί περισσότερη αξία στη συγκεκριμένη λειτουργία, αναδεικνύοντάς την και ως ένα σύμβολο.
Τα κοστούμια (Θάλεια Ιστικοπούλου) προκαλούσαν αμηχανία. Με εξαίρεση, ίσως, το κοστούμι της Ωρελί που είχε μια ωραία κωμική υπερβολή, οι υπόλοιποι ήρωες ήταν σαν να έρχονταν από διαφορετικές παραστάσεις: κοστούμι στα όρια του κλόουν για τον Παλιατζή, μια σατέν ρόμπα ανάμεσα σε μαθητική ποδιά και ρόμπα καθαρίστριας για τη σερβιτόρα Ίρμα, πουκάμισο με υπερβολικό φραμπαλά για το νεαρό Πιερ, ανατολίτικης αισθητικής με τούρκικο γιλέκο και παντελόνα χανούμισσας το ρούχο της Κονστάνς, ενώ και η άποψη για το κοστούμι της Ζοζεφίν (γυναικεία στρατιωτική στολή) δημιουργούσε ερωτηματικά.
Η κίνηση (Μαριμίλλη Ασημακοπούλου), που ήταν ένα στοιχείο που χρησιμοποίησε αρκετά η παράσταση, ήταν δουλεμένη με ενδιαφέροντα στοιχεία, αν και η εν λόγω χορογράφος μας έχει συνηθίσει σε καλύτερες προτάσεις.
Οι φωτισμοί (Νίκος Σωτηρόπουλος), με ελάχιστα μέσα -αφού η παράσταση είναι μόνιμα περιοδεύουσα σε μη θεατρικούς χώρους- έκαναν τη “δουλειά” τους και δημιούργησαν κατά διαστήματα ακόμα και κάποιες ωραίες ατμόσφαιρες.
Οι ηθοποιοί, τέλος, ενεργητικοί και αφοσιωμένοι ήταν ένα όμορφο σύνολο. Η σκηνοθετική άποψη τους ήθελε υπερβολικούς, με στοιχεία από Κομέντια ντελ Άρτε, κάτι το οποίο είχε πολύ ενδιαφέρον αποτέλεσμα και ταίριαζε στο όλο εγχείρημα. Βάζω ένα ερωτηματικό στο κατά πόσο επιτυχημένη ήταν η επιλογή άντρα ηθοποιού (Βασίλης Κόκκαλης) για το ρόλο της Ζοζεφίν, που έδινε μία νότα camp αισθητικής. Η Κατερίνα Κολλυροπούλου ήταν μια εξαιρετική Ωρελί που με δύναμη και εξωστρέφεια ενσάρκωσε πολυδιάστατα την περίφημη “Τρελή”, χωρίς να υπερβάλει ποτέ υπέρ το δέον και κρατώντας μας διαρκώς το ενδιαφέρον. Ο Βασίλης Κόκκαλης, που εκτός από τη Ζοζεφίν ερμήνευσε κι άλλους συμπληρωματικούς ρόλους, ήταν απολαυστικός, πολύ κωμικός και πάντα “παρών”, πετυχαίνοντας μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ των ρόλων. Ο Γιάννης Τσάκωνας (Πρόεδρος, Παλιατζής και συμπληρωματικοί ρόλοι) ενσάρκωσε τον Πρόεδρο προσδίδοντάς του όλη την αλαζονεία, την απαξίωση των πάντων και την επιφανειακότητα τέτοιων προσώπων πολύ πειστικά, σχολιάζοντας την ίδια στιγμή το ρόλο με κωμικό και ευχάριστο αποτέλεσμα. Υπηρέτησε εξίσου καλά το ρόλο του Παλιατζή, η σκηνοθετική άποψη, όμως, που τον ήθελε μεθυσμένο στα όρια της κατάρρευσης, δε βοήθησε τον ίδιο το ρόλο και μάλιστα, στην εξαιρετική σκηνή που ο Παλιατζής υποδύεται έναν από τους προέδρους, υπονομεύτηκε λίγο το ίδιο το περιεχόμενο των λόγων του που θεωρώ πως έπρεπε να συμβεί ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή να υποστηριχτεί. Η Βιβή Αλεξάνδρου (Ίρμα, Κονστάνς και συμπληρωτικοί ρόλοι) και ο Διονύσης Κλάδης (Πιερ, Βοθροκαθαριστής και συμπληρωματικοί ρόλοι) είχαν πολύ καλή παρουσία. Πιστεύω, όμως, ότι τους έλειπε λίγη σκηνική δύναμη και αυτοπεποίθηση, κάτι που το θεωρώ λογικό, δεδομένου ότι το Άρμα Θέσπιδος λειτουργεί σαν ομάδα, και οι δύο ηθοποιοί εντάχθηκαν φέτος για πρώτη σε αυτό.

Μια συνολικά καλή δουλειά, από έναν θεσμό που αποδεικνύει έμπρακτα το “η ισχύς εν τη ενώσει” και που πρέπει όχι να μόνο να μείνει αλλά και να ενισχυθεί από τον καινούργιο Καλλιτεχνική Διευθυντή, τον Σταύρο Τσακίρη, με σοβαρή, όμως, σκέψη και δημιουργική συνεργασία με τον Καλλιτεχνικό Υπεύθυνο του Άρματος ως προς το ρεπερτόριό του. Μέχρι στιγμής, τρίτη χρονιά φέτος, μοιάζει περισσότερο να πειραματίζεται ως προς την επιλογή των έργων, την ώρα που έχει ήδη βρει την καλλιτεχνική και αισθητική του ταυτότητα, ταυτότητα που ταιριάζει σε έναν τέτοιο θεσμό και έχει κερδίσει και τη θερμή ανταπόκριση του κόσμου.
Ταυτότητα παράστασης
Ζαν Ζιροντού, Η Τρελή του Σαγιό
Μετάφραση: Μίνως Βολανάκης
Διασκευή – Δραματουργική Επεξεργασία- Σκηνοθεσία: Χρήστος Στρέπκος
Σκηνικά-κοστούμια: Θάλεια Ιστικοπούλου
Κίνηση: Μαριμίλλη Ασημακοπούλου
Σχεδιασμός φωτισμών: Νίκος Σωτηρόπουλος
Μηχανικός Σκηνής-Ειδικές Κατασκευές: Κώστας Ματθαίου
Παίζουν οι ηθοποιοί: Κατερίνα Κολλυροπούλου, Βασίλης Κόκκαλης, Γιάννης Τσάκωνας, Διονύσης Κλάδης, Βιβή Αλεξάνδρου.


Latest posts by Έλενα Αλεξανδράκη (see all)
- O Οιδίποδας του Bob Wilson στην Επίδαυρο και το Θέατρο των Εικόνων - June 27, 2019
- Ο Ορέστης από το ΚΘΒΕ σε ένα μεταιχμιακό εργοτάξιο - September 2, 2018
- Ένας επίπεδος Αγαμέμνων από τον Τσέζαρις Γκραουζίνις - August 27, 2018