Κριτική παράστασης από την Έλενα Αλεξανδράκη.
Με τον τίτλο “Μια Εποχή Βροχής” παρουσιάστηκαν δύο μονόπρακτα του αμερικάνου συγγραφέα Τένεση Ουίλιαμς (Προς Κατεδάφισιν και Μίλα μου σαν τη βροχή κι άσε με ν’ ακούω) με εμβόλιμα δύο ποιήματα των επίσης Αμερικάνων Φραντς Ράιτ και Άλεν Γκίνσμπεργκ (Αλκοόλ και Ο Θλιμμένος μου Εαυτός αντίστοιχα) στο ντεμπούτο όχι μόνο της Πειραματικής Σκηνής του Επίκεντρου+ αλλά και των συντελεστών της παράστασης -νέων απόφοιτων της Δραματικής Σχολής του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. και όχι μόνο.
Η ομάδα επέλεξε έναν συγγραφέα με μεγάλη ευαισθησία, που έχει την ικανότητα να καταδύεται στη βαθιά απελπισία της ανθρώπινης ύπαρξης. “Ένας άνθρωπος χωρίς δέρμα”, έλεγε ο Μάρλον Μπράντο γι’ αυτόν, που τον πληγώνει ακόμα και ο αέρας γύρω του. Ένας συγγραφέας που δεν θεωρείται πολιτικός και δεν αντιμετωπίζεται ως τέτοιος, αφού στα έργα του είναι φανερό πως η κινητήριος δύναμή του είναι η προβληματική του οικογένεια: η οιδιπόδεια σχέση με την εξουσιαστική μητέρα του, η εγκατάλειψη από τον πατέρα, η παθολογική αγάπη για την ψυχικά ανάπηρη αδερφή του αλλά και η ομοφυλοφιλία του. Αυτό που παραγνωρίζεται ή ίσως αντιμετωπίζεται ως δευτερεύον μπροστά στο ψυχολογικό βάθος των ηρώων (και κυρίως ηρωίδων) είναι πως παράλληλα αποτυπώνεται η σκληρή αμερικάνικη πραγματικότητα της εποχής με τις μεγάλες κοινωνικές ανισότητες, με μια καταδικασμένη εργατική τάξη και ανθρώπους που ασφυκτιούν στον πάτο της κοινωνίας.
Ο σκηνοθέτης (Γιώργος Παύλου) πέτυχε να αναδείξει την πολιτική διάσταση των έργων σε μια παράσταση λιτή, φωτεινή και ουσιαστική. Παίζοντας με την αποστασιοποίηση, λειτουργώντας αντιστικτικά και χωρίς να προσπαθήσει να μας παρασύρει με συναισθηματισμούς μίλησε για την ανθρώπινη δυστυχία, τη φτώχεια, το “προς κατεδάφισιν” λόγω χρεών σπίτι-καταφύγιο, τα όνειρα που ακόμα κι αυτά είναι πικρά. Η παράσταση ξεκίνησε σαν ραδιοφωνική εκπομπή με τη χαρούμενη αισθαντική φωνή του εκφωνητή (Μάρκος Γέττος) που είναι “εκτός τόπου και χρόνου”, ντυμένη με τζαζ μουσικές, να μας δίνει τις σκηνικές οδηγίες. Ενδιαφέρον δεύτερου επιπέδου σχόλιο για ένα μέσον με δύναμη σαν το ραδιόφωνο, αλλά και βάση της αντίστιξης πάνω στην οποία κινήθηκαν οι ήρωες. Παράλληλα, μας έβαλε στη θέση του θεατή που θα δει μια κατασκευασμένη ιστορία και άρα με πιο καθαρή κρίση και σκέψη. Με αυτόν τον τρόπο, ένωσε και τα υπόλοιπα κείμενα της παράστασης ενώ οι ηθοποιοί άλλαζαν το λιτό αλλά πολύ ωραίας σύλληψης σκηνικό. Κομμάτια βαμβακιού που μας ταξιδεύουν αυτόματα στον αμερικάνικο Νότο έγιναν αρχικά οι ράγες του τρένου με τα χώματα και στη συνέχεια μπήκαν όλα σε μια παπλωματοθήκη και έγιναν το κρεβάτι του ξενοδοχείου. Το παλιό ραδιόφωνο μας θύμιζε διαρκώς ότι βλέπουμε μια ραδιοφωνική ιστορία, ενώ χρησιμοποιήθηκε για να σηματοδοτήσει κάποια απαραίτητα στοιχεία του σκηνικού.
Οι φωτισμοί (Θάνος Ψαρράς) κινήθηκαν στην ίδια λογική του παιχνιδιού με την αποστασιοποίηση. Απέφυγαν τις συναισθηματικές υποβλητικές ατμόσφαιρες και περισσότερο όρισαν τους χώρους. Απέδωσαν, ωστόσο, τόσο την πένθιμη άσπρη ατμόσφαιρα του Προς Κατεδάφισιν όσο και την πιο σκοτεινή του Μίλα μου σαν τη Βροχή.

Οι δύο ηθοποιοί (Γεράσιμος Γιοβανάκης, Αλεξάνδρα Σπηλιωτοπούλου) ήταν μετρημένοι, ειλικρινείς και αναδείκνυαν με καθαρότητα τον κόσμο που αντιπροσωπεύουν οι ήρωές τους. Δεν έπεσαν στην παγίδα του ψυχολογικού και συναισθηματικού παιξίματος, αν και “κινδύνεψαν” λίγο στο Μίλα μου σαν τη Βροχή λόγω της φύσης του έργου. Η Αλεξάνδρα Σπηλιωτοπούλου πέτυχε να φτιάξει μία τραγική Γουίλι με τραυματισμένη παιδικότητα, αθώα και κατεστραμμένη, νευρική αλλά και ελεύθερη μέσα στην χωρίς καμία προοπτική ζωή της, και στη συνέχεια μία Γυναίκα με απόλυτη συνείδηση του εγκλωβισμού της σε μια ζωή με μόνη διέξοδο ένα παράθυρο στη μεγάλη λεωφόρο. Ο Γεράσιμος Γιοβανάκης ήταν ένας υποψιασμένος Τομ, ανήμπορος να προσφέρει κάτι, καταφεύγοντας διαρκώς στο χαρταετό του, ενώ στο δεύτερο έργο ο Άντρας του ήταν παραδομένος στην συντριπτική γι’ αυτόν κοινωνική συνθήκη που τον έχει ακυρώσει ως ύπαρξη, φέρνοντας στην επιφάνεια την εικόνα του σύγχρονου άντρα που λόγω της φαλλοκρατικής κοινωνίας έχει πληγεί περισσότερο από το καπιταλιστικό σύστημα και αναζητά διέξοδο σε εφήμερες και αυτοκαταστροφικές ασχολίες.
Η μετάφραση, τέλος, (Γιώργος Παπαστεφάνου) ήταν πολύ καλή, δεδομένου, όμως, ότι έγινε ειδικά για την παράσταση, θα έπρεπε να φέρει κάτι καινούργιο και όχι να ακολουθήσει την πεπατημένη προηγούμενων μεταφράσεων. Έτσι θα είχε μια ιδιαίτερη, αυτόνομη αξία και θα έδινε και μία ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στο τελικό αποτέλεσμα.
Αξίζουν συγχαρητήρια στα παιδιά, όχι μόνο για το αποτέλεσμα αλλά και για την ομαδική δουλειά που δίνει τελικά μια άλλη αξία στο θέατρο. Το πιο σημαντικό είναι πως μέσα από την πρώτη τους δουλειά φαίνεται η αγωνία τους για το θέατρο και το ειλικρινές τους ενδιαφέρον. Δεν έκαναν μια παράσταση αυτοαναφορική, ναρκισσιστική και με εντυπωσιασμούς, αλλά αληθινή και πολύ ελπιδοφόρα. Δεν μου αρέσει να προτρέπω ή να αποτρέπω τον αναγνώστη, αλλά θα κάνω μια εξαίρεση: να τη δείτε οπωσδήποτε. Το εισιτήριο, άλλωστε, είναι πολύ χαμηλό.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
“Μια εποχή βροχής”
Συγγραφέας: Τένεση Ουίλιαμς
Μετάφραση: Γιώργος Παπαστεφάνου
Σκηνοθεσία: Γιώργος Παύλου
Σχεδιασμός φώτων: Θάνος Ψαρράς
Ήχος – φώτα: Νίκος Γιατράκος
Σχεδιασμός εντύπων: Φίλιππος Μποτώνης
Φωτογραφία: Φιορέλα Μαστρόκαλου, Χρήστος Αντωνόπουλος
Οργάνωση παραγωγής: Ίλια Ράγκου
Παραγωγή: Επίκεντρο+
Ερμηνεύουν: Γεράσιμος Γιοβανάκης, Αλεξάνδρα Σπηλιωτοπούλου
Αφήγηση: Μάρκος Γέττος


Latest posts by Έλενα Αλεξανδράκη (see all)
- O Οιδίποδας του Bob Wilson στην Επίδαυρο και το Θέατρο των Εικόνων - June 27, 2019
- Ο Ορέστης από το ΚΘΒΕ σε ένα μεταιχμιακό εργοτάξιο - September 2, 2018
- Ένας επίπεδος Αγαμέμνων από τον Τσέζαρις Γκραουζίνις - August 27, 2018