Το ποιήμα του μήνα από την Μαρία Χρονιάρη.
Ό, τι κι αν είχε το ‘χασε, γυναίκα, βιός, παιδιά του·
τίποτε δεν τ’ απόμεινε στερνή παρηγοριά.
Πέταξ᾿ ἡ έννοια από το νου κι η ελπίδ᾿ απ᾿ την καρδιά του
κι η υπομονή εμαρμάρωσε στα στήθη του βαριά.
Όπως τα λείψανα περνούν, περνάει αργά ο καιρός του
και ζει δίχως ο δύστυχος να ξέρει το γιατί.
Μες στην ταβέρνα ολημερίς με το ποτήρι εμπρός του
του κάκου εκεί ανώφελα τη λησμονιά ζητεί.
«Καταραμένε κάπελα και κλέφτη ταβερνιάρη,
τί το νερώνεις το κρασί, και πίνω απ’ το ξανθό,
και πίνω κι απ’ το κόκκινο κι από το γιοματάρι
κι από το σώσμα το τραχύ, πίνω και δε μεθώ;
Δεν ήρθα για ξεφάντωμα, μήτε για πανηγύρι,
ήρθα να βρω τη λησμονιά στο θάνατο κοντά!»
Κι ο κάπελας γεμίζοντας και πάλι το ποτήρι
με θλιβερό περίγελο στα λόγια του απαντά:
«Τί φταίω εγώ αν τα δάκρυα που απελπισμένος χύνεις
πέφτουν μες στο ποτήρι σου, σταλαγματιές θολές,
και το νερώνουν το κρασὶκι αδύνατο το πίνεις;
Τί φταίω εγώ κι αν δε μεθάς, τί φταίω εγώ κι αν κλαίς;»
Ιωάννης Πολέμης
(Μεταγενέστερος τίτλος ποιήματος: « Παραδειγματικόν», από την ποιητική συλλογή «Τό παλιό βιολί» Εκδ. Πελεκάνος)
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1862. Η καταγωγή του δικαστή πατέρα του ήταν από την Άνδρο, ενώ η μητέρα του ήταν Αθηναία. Και δύο οικογένειες πάντως, είχαν ρίζες βυζαντινές. Ξεκίνησε να γράφει ποίηση στα 13 χρόνια του. Ο Πολέμης ανέπτυξε από νωρίς φιλικούς δεσμούς με τον Γεώργιο Σουρή, τον Κρητικό ποιητή Εμμανουήλ Στρατουδάκη και τον Δημήτριο Καμπούρογλου. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και για δύο χρόνια αισθητική και ιστορία της τέχνης στο Παρίσι. Τα πρώτα ποιήματά του, ακολουθώντας την συνήθεια της εποχής, τα έγραψε στην καθαρεύουσα. Διετέλεσε υπάλληλος του Υπουργείου Παιδείας και Γενικός Γραμματέας (1915) της Σχολής Καλών Τεχνών, ενώ υπήρξε ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών συγγραφέων.
Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από ευαισθησία και καλοσύνη, στοιχεία άλλωστε που χαρακτήρισαν και την ίδια του τη ζωή. Ο Ιωάννης Πολέμης εντάσσεται στη Νέα Αθηναϊκή Σχολή που αντιτάχτηκε στην υπερβολή και τον άκρατο ρομαντισμό, ενώ παράλληλα καθιέρωσε (όπως οι Παλαμάς, Δροσίνης) τη δημοτική γλώσσα στην ποίηση. Είναι ποιητής των χαμηλών τόνων, αισθηματικός, μελωδικός, λυρικός και δραματικός. Πολλά από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν. Το 1918 τιμήθηκε με το Αριστείο των Γραμμάτων για την προσφορά του στα ελληνικά γράμματα. Ο Ιωάννης Πολέμης έγραψε ακόμα δράματα, ποιήματα για παιδιά, λίγα διηγήματα, ενώ επιμελήθηκε ποιητικές ανθολογίες.
Ο Πολέμης επικρίθηκε συχνά και από τους συγχρόνους του και από τους μετέπειτα κριτικούς, για το χαμηλόφωνο ύφος του, για τον έντονο αισθηματισμό του, την έλλειψη ποιητικού βάθους και θεματικής πρωτοτυπίας.
Πέθανε από βρογχοπνευμονία τον Μάιο του 1924 στην Αθήνα.
Το ποίημα μελοποιήθηκε από τον Θάνο Ανεστόπουλο:


Latest posts by Μαρία Χρονιάρη (see all)
- Ειρήνης Ιωαννίδου ΕΡΩΤΩΝ ΑΡΧΗ - February 28, 2019
- Ευάγγελος Ρήγας “Τώρα σαν μ’ ακουμπάς” - January 5, 2019
- Νιόβη Ιωάννου: ο πατέρας μου - December 11, 2018