Ένας επίπεδος Αγαμέμνων από τον Τσέζαρις Γκραουζίνις

Κριτική Θεάτρου από την Έλενα Αλεξανδράκη.

Ο Αγαμέμνων, αποτελεί το πρώτο μέρος της μοναδικής σωζόμενης τριλογίας αρχαίου δράματος, της Ορέστειας και έχει στο επίκεντρο της, το φόνο του Αγαμέμνονα -ένας φόνος που προετοιμάζεται εδώ και χρόνια από τη γυναίκα του, Κλυταιμήστρα. Ο πόλεμος της Τροίας, η χρόνια αναμονή της έκβασής του, η θυσία της Ιφιγένειας και η επιθυμία για εκδίκηση υπάρχουν διάχυτα και απειλητικά μέσα στο έργο. Ο βασιλιάς των Μυκηνών επιστρέφει νικητής από την Τροία, φέρνοντας μαζί του και την κόρη του Πριάμου, μάντισσα Κασσάνδρα. Η Κλυταιμήστρα, που όλα αυτά τα χρόνια σχεδιάζει την εκδίκησή της μαζί με τον εραστή της Αίγισθο, τον υποδέχεται δόλια με τιμές και τον σκοτώνουν στο λουτρό. Μαζί, σκοτώνουν και την Κασσάνδρα. Το ζευγάρι αναλαμβάνει από δω και πέρα τη διακυβέρνηση, ενώ προοικονομείται η επιστροφή του Ορέστη (στην επόμενη τραγωδία).

Η παράσταση του Τσέζαρις Γκραουζίνις κινήθηκε σε έναν λιτό, μινιμαλιστικό δρόμο που θύμιζε γιαπωνέζικο θέατρο Νο. Κρατώντας στη σκηνή μόνο τα απολύτως απαραίτητα (ή και ούτε τα απαραίτητα σε κάποιες περιπτώσεις) έστησε την παράστασή του σε ένα γυμνό χώρο με μόνο σκηνικό (Κέννυ Μακ Λέλλαν) ένα μακρόστενο ξύλινο πατάρι -πολύ ωραίας έμπνευσης, αισθητικής και λειτουργικότητας. Στηριζόμενος κυρίως στο λόγο και με στόχο την ανάδειξή του (μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας), με ελάχιστη κίνηση (Έντι Λάμε) και πολλές ακινησίες, τόσο από το Χορό όσο και από τους πρωταγωνιστές, θέλησε να φτιάξει μια όψη δωρική, με (κάτι σαν) εναλλαγή ταμπλώ βιβάν, δημιουργώντας και μία αίσθηση τελετουργίας. Θεωρώ ότι όλα αυτά δεν λειτούργησαν τόσο καλά, όσο πιθανώς μπορούσαν, δίνοντας ένα αποτέλεσμα επίπεδο και κάπως άνευρο.

“Αγαμέμνων” του Τσέζαρις Γκραουζίνις, Επίδαυρος 2018. Φωτογραφία: Πάτροκλος Σκαφίδας.

Ο Χορός, που με λίγες εξαιρέσεις, μιλούσε διαρκώς εν χορώ και κάποιες φορές χρησιμοποίησε ρετσιτατίβο (διδασκαλία: Χάρης Πεγιάζης), εκτός από το ότι έμεινε στην εκφορά των λέξεων και όχι στο περιεχόμενό τους, έκανε περισσότερο αναγγελίες παρά εξέφραζε τον “εαυτό” του, με αποκορύφωμα τη στιγμή του φόνου του Αγαμέμνονα, που απλώς μας το ανακοίνωσε. Ο Χορός του Αγαμέμνονα, σίγουρα είναι ένας Χορός που ενώ συμβαίνουν τρομερά πράγματα δεν κάνει τίποτα, αλλά δεν παίζει το ρόλο του αφηγητή.

Οι φωτισμοί (Αλέκος Γιάνναρος) είχαν ωραίες στιγμές και φώτισαν “απειλητικά” πολλές σκηνές. Στην κομβική σκηνή που στρώνεται η πορφύρα και πατάει ο Αγαμέμνονας επάνω -αντί για την πορφύρα χρησιμοποιήθηκαν τα φώτα- το “βάψιμο” του παταριού ήταν λίγο άτεχνο. Περίεργο αποτέλεσμα δημιουργούσαν και τα πολλά μπλακ-άουτ ανάμεσα στις σκηνές. Δημιουργούσαν την εντύπωση ότι κυλάει ο χρόνος, αλλά δεν νομίζω ότι αυτό συνεισέφερε σε κάτι.

Τα κοστούμια (Κέννυ Μακ Λέλλαν) δημιούργησαν επιπρόσθετα προβλήματα. Με εξαίρεση το Χορό, που είχαν μια απλότητα και υποδήλωναν μια παρακμή των πολιτών, τα υπόλοιπα δεν είχαν καμία συνοχή, κανένα στόχο και ήταν εκτός παράστασης.

Η Μαρία Πρωτόπαππα ήταν μια στιβαρή Κλυταιμήστρα αλλά η προσπάθειά της να δείξει ότι ο ρόλος της πάλευε να εφαρμόσει το σχέδιο εκδίκησης ήταν άτεχνη, με ενοχλητικά σκαμπανεβάσματα φωνής. Ο Γιάννης Στάνκογλου ήταν ένας επιβλητικός και με έπαρση Αγαμέμνονας. Ως Αίγισθος, ήταν αποφασισμένος και σίγουρος, κάτι που ήταν ενδιαφέρον σκηνοθετικά, αφού συνήθως ο Αίγισθος εμφανίζεται ως ανδρείκελο. Η επιλογή, ωστόσο, του σκηνοθέτη να παίξει ο ίδιος και τους δύο ρόλους, δεν είμαι σίγουρη ότι δικαιώθηκε. Με τη λογική, καταλαβαίνω πως μετατράπηκε σε Αγαμέμνονα και θα έχει το ίδιο τέλος με αυτόν (αυτό βοηθήθηκε και από το Χορό που αντέδρασε ακριβώς όπως όταν είδε τον Αγαμέμνονα), αλλά παραστασιακά ήταν μάλλον μπερδευτικό. Ο Θοδωρής Κατσαφάδος (Φύλακας) στάθηκε αξιοπρεπώς. Ο Αργύρης Πανταζάρας (Κήρυκας) ήταν πολύ δυνατός ως αφοσιωμένος στρατιώτης. Η Ιώβη Φραγκάτου, τέλος, δεν πέτυχε την αποστολή της στο δύσκολο ρόλο της Κασσάνδρας: ήταν σκληρή και μάλλον επιφανειακή.

Μια παράσταση με ενδιαφέρουσα αφετηρία αλλά αμφίβολο αποτέλεσμα. Μπορούσε πολύ καλύτερα.

“Αγαμέμνων” του Τσέζαρις Γκραουζίνις, Επίδαυρος 2018. Φωτογραφία: Πάτροκλος Σκαφίδας.

Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας

Σκηνοθεσία: Τσέζαρις Γκραουζίνις

Σκηνικά – Κοστούμια: Κέννυ Μακ Λέλλαν

Μουσική – Μουσική Διδασκαλία: Χάρης Πεγιάζης

Κίνηση: Έντι Λάμε

Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος

Βοηθός Σκηνοθέτη: Συγκλητική Βλάχακη

Βοηθός Σκηνογράφου: Σοφία Βάσο

Σύμβουλος Δραματουργίας: Παναγιώτης Σκούρας

Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας

Παίζουν: Θοδωρής Κατσαφάδος, Μαρία Πρωτόπαππα, Αργύρης Πανταζάρας, Γιάννης Στάνκογλου, Ιώβη Φραγκάτου και 12μελής Χορός

Συμπαραγωγή: Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου / Stefi & Lynx Productions – Arcadia Media / ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας / ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης

Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 6 – 7 Ιουλίου 2018.

The following two tabs change content below.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1977 και μένει μόνιμα στην Πάτρα. Απόφοιτος του Τμ.Θεατρικών Σπουδών του Παν/μίου Πατρών, έχει μεταπτυχιακό στην Performance από το Queen Mary University of London, πτυχίο Πιάνου και Παιδαγωγίας της Σχολικής Μουσικής. Στο θέατρο έχει συνεργαστεί με τους Κώστα Καζάκο, Γιάννη Βόγλη, Σωτήρη Χατζάκη. κ.ά. Έχει αρθρογραφήσει στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο της Πάτρας και της Αθήνας. Άρθρα της και μεταφράσεις έχουν δημοσιευτεί σε προγράμματα παραστάσεων. Ήταν μόνιμη συνεργάτης του θεάτρου Λιθογραφείον στην Πάτρα. Έχει παρουσιάσει δύο δικές της δουλειές, το «Falling Apart» και το «Κυνόπολις». Aπό το 2005 διδάσκει Θεατρική Αγωγή στην Α’/θμια Εκπαίδευση.

Comments

comments

Related Posts

Recent Posts