του Δημήτρη Καλαντζή.
Είχε αρχίσει να βραδιάζει κι εγώ έφτιαχνα κάτι πράγματα στο μηχανάκι μου, σε περιφερειακό δρόμο του Πεδίου του Άρεως, όταν με πλησίασε η κυρία Ελένη.
Ήταν μαυροντυμένη, με καθαρά ρούχα, πολύ αδύνατη, ίσια μαλλιά μέχρι τον ώμο (αλλά όχι κομμωτηρίου), φορούσε γυαλιά από αυτά που σκουραίνουν στο φως, γύρω στα 70 θα ήταν, γιατί το πρόσωπό της ήταν σκαμμένο αλλά τα μαλλιά της δεν ήταν λευκά…
«Πως το ‘παθα αυτό, παιδί μου… Μπερδεύτηκα. Θέλω να πάω στο σπίτι μου στην οδό (…) και δεν ξέρω πως να πάω… Μπορείς να με βοηθήσεις;».
Το όνομα του δρόμου δεν μου έλεγε κάτι. Σίγουρα δεν ήταν κάπου κοντά…
Παρατήρησα λίγο καλύτερα τη γυναίκα… Δεν κρατούσε τίποτα. Ούτε τσάντα, ούτε πορτοφόλι, τα ρούχα της δεν φαίνονται να έχουν τσέπες που θα μπορούσε να βάλει κλειδιά ή χρήματα – πόσο μάλλον κινητό…
«Δυστυχώς δεν τον γνωρίζω τον δρόμο αλλά μισό λεπτό να το ψάξω σε αυτό το «μηχάνημα του διαβόλου»», της είπα, δήθεν αστεία για να χαλαρώσω την αγωνία της και μπήκα στο google maps.
Ήταν μακριά. 14 λεπτά με το αυτοκίνητο, έλεγε η εφαρμογή.
«Εμένα με λένε Δημήτρη, εσάς πως σας λένε;»
Μικρή παύση. «Ελένη με λένε. Ελένη», είπε με κάποια ανακούφιση.
«Κυρία Ελένη, η διεύθυνση που μου λέτε είναι μακριά για να πάτε με τα πόδια. Θέλετε να καλέσω στο τηλέφωνο κάποιον δικό σας να έρθει να σας πάρει; Έχετε συγγενείς;»
«Έχω. Έχω και παιδιά. Και εγγόνια έχω. Και άντρα έχω…»
«Θυμάστε κάποιο τηλέφωνο να καλέσω;»
Το πρόσωπο της κυρίας Ελένης συσπάστηκε.
Ήταν σε μεγάλη αγωνία.
Νόμιζα ότι θα κλάψει… Ίσως και να ‘χε ήδη δακρύσει πίσω από αυτά τα γυαλιά…
«Δεν πειράζει, κυρία Ελένη, μη στεναχωριέστε. Ξέρετε εγώ πόσο ξεχασιάρης είμαι; Θα τη βρούμε την άκρη».
«Μα πως το ‘παθα αυτό;»
«Θα είσαστε κουρασμένη. Συμβαίνει όταν κουραζόμαστε… Εδώ στην περιοχή είχατε έρθει επίσκεψη; Έχετε κάποιον συγγενή;»
«Ναι, έρχομαι συχνά. Αλλά θυμάμαι να γυρίσω. Τώρα δεν μου λένε τίποτα αυτοί οι δρόμοι…»
«Ελάτε να κάτσετε στο πεζουλάκι και θα καλέσουμε βοήθεια να σας πάει στο σπίτι σας…»
Η κυρία Ελένη υπάκουσε αμέσως (σα να χρειαζόταν κάποιον να τη καθοδηγήσει), καθώς εγώ πήγα πιο δίπλα για να πάρω το 100.
«Σε λιγάκι θα έρθει η βοήθεια, κυρία Ελένη. Μην ανησυχείτε…»
«Μα πως μπερδεύτηκα…»
«Άνθρωποι είμαστε κυρία Ελένη, συμβαίνουν αυτά…»
Το επόμενο τέταρτο πέρασε με έναν δικό μου μονόλογο με μπούρδες και κοινοτοπίες περί καθαριότητας των δρόμων και φροντίδας των δέντρων, στις οποίες η κυρία Ελένη κούναγε το κεφάλι της καταφατικά και πότε – πότε έλεγε κάποιο «ναι» για να μου δείξει ότι συμμετέχει στη «συζήτηση», αν και το μυαλό της ήταν σίγουρα αλλού…
Ένα περιπολικό με δύο αστυνομικούς ξεπρόβαλλε από διαδρομή του Πάρκου, τους έκανα σήμα, νομίζοντας ότι είχαν ανταποκριθεί στην κλήση μου, αλλά ήταν απλώς περιπολία που, αφού τους εξήγησα την κατάσταση, συνεννοήθηκαν μέσω ασυρμάτου για να αναλάβουν εκείνοι την κυρία Ελένη.
Ήταν γύρω στα 30. Ευγενικοί. Προσέφεραν ένα μπουκαλάκι νερό που είχαν στο περιπολικό στην κυρία Ελένη (είδες; Δεν το είχα σκεφτεί εγώ να της βρω λίγο νερό…) και προσπάθησαν να την κάνουν να νιώσει ασφάλεια.
«Κυρία Ελένη βλέπετε τι γράφει εδώ; Police, αστυνομία. Είμαστε αστυνομικοί και είμαστε εδώ για να σας βοηθήσουμε», της είπε ο ένας από τους δύο, δείχνοντάς της τα σήματα που είχε στα ρούχα του.
«Ναι, παιδιά μου, να πάω σπίτι μου…»
Οι αστυνομικοί ξεκίνησαν τις ερωτήσεις που η κυρία Ελένη δεν μπορούσε να απαντήσει…
Πως βρέθηκε στο σημείο, τι μέρα είναι, ποια χρονιά…
Εγώ, ως προπετής, πεταγόμουν κάθε λίγο για να της πω ότι «δεν πειράζει που δεν θυμάστε», μέχρι που ο ένας αστυνομικός με πήρε παράμερα για να μου εξηγήσει ότι δεν… βασάνιζαν τη γυναίκα, δεν ήθελαν να τη φέρουν σε δύσκολη θέση, αλλά ήταν ένα τεστ που έπρεπε να κάνουν για να διαπιστώσουν αν έχει άνοια…
Κάθισα σιωπηλός από εκεί και πέρα, παρακολουθώντας τη διαδικασία.
Ευτυχώς η κυρία Ελένη τους επανέλαβε την ίδια διεύθυνση που είχε πει και σε μένα ότι μένει. Οι αστυνομικοί της ζήτησαν να μπει στο περιπολικό για να την πάνε κι εκείνη το έκανε – νομίζω ότι θα έκανε ό,τι της έλεγε οποιοσδήποτε (κι αυτό ήταν το πιο τρομακτικό στην ιστορία– Αν έπεφτε σε χέρια κακά…)
«Τι θα κάνετε τώρα;»
«Θα την πάμε στη διεύθυνση που λέει. Ας ελπίσουμε ότι είναι εκεί πραγματικά το σπίτι της για να μην ταλαιπωρηθεί περισσότερο. Σας ευχαριστούμε που μας ειδοποιήσατε».
Ας ελπίσουμε ότι είναι πραγματικά εκεί το σπίτι της.
Κι ότι θα την υποδεχτούν με ανακούφιση δικοί της άνθρωποι που είχαν ανησυχήσει…
Ας ελπίσουμε και ότι δεν θα τη μαλώσουν…
Θα συλλογιστούν πόσα τους προσέφερε, όταν είχε τη μνήμη της…
Πόσες δυσκολίες πέρασε, πόσες χαρές και πίκρες, πόσα γέλια και δάκρυα…
Δεν το ‘θελε η κυρία Ελένη να ανησυχήσει κανέναν…
Δεν το ‘θελε να φορτωθεί σε κάποιον περαστικό.
Ούτε να βάλει την αστυνομία να ψάχνει το σπίτι της…
Αλλά είναι το μυαλό που κάποτε δε βαστά το βάρος που κουβαλάει…

Δημήτρης Καλαντζής

Latest posts by Δημήτρης Καλαντζής (see all)
- Το gay Πεδίον του Άρεως - May 17, 2023
- Το γκέτο διακίνησης ναρκωτικών από το Πεδίον του Άρεως στον Άγιο Παύλο και τον σταθμό Λαρίσης - March 18, 2023
- Νοσοκομείο Ελπίς: επαγγελματισμός και ανθρωπιά στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας - March 3, 2023