του Δημήτρη Καλαντζή.
Α’ Δημοσίευση: tospirto.net
Για πρώτη φορά στην Ελλάδα ανεβαίνει η κορυφαία όπερα του Λέος Γιάνατσεκ «Γενούφα» από την Εθνική Λυρική Σκηνή με ταλαντούχους συντελεστές από την Ελλάδα και την Ευρώπη που εργάζονται εδώ και μήνες για ένα ακρόαμα και θέαμα που φιλοδοξούν να αποτελέσει τη λαμπρή έναρξη της καλλιτεχνικής περιόδου 2018-2019.
Στη σκηνή της Λυρικής στο ΚΠΙΣΝ κυριαρχεί ένα αγροτικό σπίτι με λείες λευκές επιφάνειες που, καθώς προχωρά η παράσταση, αλλάζει μορφή, ανοίγει και γίνεται φόντο όλης της σκηνής, ενώ στη συνέχεια αποσυντίθεται κομμάτι – κομμάτι κάτω από εντυπωσιακούς φωτισμούς. Βρισκόμαστε σε ένα χωριό της Μοραβίας στις αρχές του 20ου αιώνα. Χαρούμενοι άντρες και γυναίκες με πολύχρωμες παραδοσιακές φορεσιές δίνουν το στίγμα της ανέμελης αγροτικής ζωής, που σε λίγο θα ανατραπεί από τα δραματικά γεγονότα. Η όμορφη νεαρή Γενούφα είναι έγκυος από τον μέθυσο φίλο της. Η μητριά της προσπαθεί να την προλάβει από έναν γάμο που θα την κάνει δυστυχισμένη -όπως ήταν ο δικός της με τον βίαιο άντρα της- αλλά τα πράγματα ξεφεύγουν από κάθε έλεγχό, όταν ο αδελφός του φίλου της, ερωτευμένος κι εκείνος με τη Γενούφα, τη χαρακώνει στο πρόσωπο για να μην την θέλει κανείς, αφού δεν μπορεί να την έχει ο ίδιος. Η μητριά αναλαμβάνει τότε να κάνει τα πάντα για να προστατεύσει τη Γενούφα από τον μαρασμό. Ακόμα και να πνίξει κρυφά το μωρό της στη στέρνα του χωριού…
Η Γερμανίδα σκηνοθέτιδα Νίκολα Ράαμπ δεν συμβιβάζεται με τους οπερετικούς φραγμούς στους θεατρικούς κώδικες. Θέλει μία θεατρική παράσταση μέσα στην όπερα και ζητά από τους λυρικούς καλλιτέχνες να αποδώσουν τον ρόλο εξίσου σωματικά όσο και φωνητικά. Νευρική και αεικίνητη, δίνει συνεχώς οδηγίες στη βοηθό της από τη στάση των σωμάτων των πρωταγωνιστών μέχρι και τον ανεμιστήρα που θα γεμίσει με φθινοπωρινά φύλλα δέντρων τη σκηνή.
Κάτω από τη σκηνή βρίσκεται ο Λουκάς Καρυτινός. Έχει να διευθύνει μόνο έναν πιανίστα για τη συγκεκριμένη πρόβα, αλλά το κάνει με το ίδιο πάθος που θα είχε μπροστά σε ολόκληρη ορχήστρα και γεμάτη αίθουσα.
Και η μουσική… Τρικυμία συναισθημάτων με στοιχεία παραδοσιακής μουσικής, εντάσεις, κορυφώσεις και γρήγορες εναλλαγές.
Είναι μάλλον αυτή η μουσική που έχει ενθουσιάσει όλους τους συντελεστές με τη «Γενούφα»…

Λουκάς Καρυτινός, διευθυντής ορχήστρας:
Η ομιλία των ανθρώπων σε νότες
«Ο Μίλαν Κούντερα θεωρούσε ότι οι δύο μεγαλύτερες προσωπικότητες της Τσεχίας ήταν ο Κάφκα και ο Γιάνατσεκ. Ο Γιάνατσεκ προσπάθησε να διαδώσει την κουλτούρα της μικρής πατρίδας του σε όλον τον κόσμο αλλά είχε το μειονέκτημα της γλώσσας. Έτσι αναγκάστηκε να κάνει ο ίδιος τη μετάφραση στα γερμανικά και το έργο μπόρεσε να ακουστεί σε όλες τις σκηνές του κόσμου».
- Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες της «Γενούφα», ενός έργου που δεν γνωρίζουμε στην Ελλάδα;
«Θα πω χωρίς καμία επιφύλαξη ότι είναι η ωραιότερη όπερα του Γιάνατσεκ και μία από τις πιο όμορφες όπερες του 20ού αιώνα, η οποία μάλιστα έδωσε τη «νέα γραμμή» στις συνθέσεις όπερας μέχρι την εποχή μας. Εάν θέλαμε να δώσουμε τον χαρακτηρισμό «εξπρεσιονιστής» σε έναν συνθέτη, αυτός θα ήταν ο Γιάνατσεκ. Καμία νότα μέσα στην παρτιτούρα δεν έχει θέση αν δεν εκφράζει κάτι. Δεν υπάρχουν «ευκολίες». Ούτε γέφυρες ούτε αναπτύξεις, ούτε σμικρύνσεις, τίποτα. Κάθε ενότητα εκφράζει κάτι.
- Και το λιμπρέτο; Εξίσου εξπρεσιονιστικό;
«Προσέξτε. Δεν έχουμε να κάνουμε με τον γερμανικό εξπρεσιονισμό που στηρίζεται στις νοσηρές καταστάσεις του ανθρώπου. Και η Γενούφα έχει ακραίες καταστάσεις οι οποίες όμως δημιουργούνται από τις συμπτώσεις της ζωής. Οι συνθήκες δηλαδή ωθούν τους ανθρώπους στο να κάνουν αποτρόπαιες πράξεις και όχι η ψυχοπαθολογία τους. Ο Γιάνατσεκ προσπάθησε να μεταφέρει την καθημερινή ομιλία των ανθρώπων σε νότες και νομίζω ότι τα έχει καταφέρει σε υπέρτατο βαθμό. Μην ξεχνάμε ότι η όπερα στον 20ο αιώνα δεν χρησιμοποιεί το λιμπρέτο ως μία αφορμή για να γραφτεί η μουσική αλλά το λιμπρέτο παίζει εξίσου καθοριστική σημασία με τη σύνθεση».

Μαρία Μητσοπούλου, υψίφωνος:
Ένας ωκεανός συναισθημάτων
Η εκφραστικότατη υψίφωνος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Μαρία Μητσοπούλου, ερμηνεύει τη «Γενούφα» και δηλώνει ενθουσιασμένη με το έργο αλλά και τη συγκεκριμένη παράσταση που «βάζει ένα ολόκληρο θέατρο μέσα στην όπερα με καταπληκτικό τρόπο».
«Ο ρόλος της Γενούφα είναι πάρα πολύ γοητευτικός και συγκινητικός. Πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να τον θέλει μία σοπράνο στο ρεπερτόριο της. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που θα τον ερμηνεύσει, καθώς δεν μοιάζει σε τίποτα με όσους ρόλους έχω ερμηνεύσει μέχρι τώρα».
- Χρειάστηκε να μάθετε τσεχικά για αυτή την ερμηνεία;
«Όλοι κάναμε μία πολύμηνη προετοιμασία για να ανταποκριθούμε στις ανάγκες του έργου. Πέραν από τη γλώσσα, η συγκεκριμένη παράσταση απαιτεί να μπεις στον ρόλο, να αισθανθείς τη ζωή σε μία πολύ κλειστή η κοινωνία στις αρχές του 20ου αιώνα όπου η Γενούφα είναι εγκλωβισμένη από παντού όμως εσωτερικά είναι ελεύθερη. Την παρακολουθούμε από την πρώτη πράξη να κάνει τα πρώτα της δειλά βήματα μέχρι που στην τρίτη πράξη πια στέκεται στα πόδια της, έχει αποκτήσει την αυτοδυναμία της και οδεύει προς μία νέα ζωή. Αυτή είναι για εμένα η μεγάλη γοητεία του ρόλου: η εξέλιξη του χαρακτήρα στη διάρκεια της παράστασης».
- Το κοινό στην Ελλάδα γνωρίζετε ότι αγαπά περισσότερο τις ιταλικές όπερες…
«Εγώ θα ήθελα να παροτρύνω το Αθηναϊκό κοινό, οποιονδήποτε βρίσκεται στην Αθήνα να μην χάσει αυτή την παράσταση. Είναι μία συγκλονιστική όπερα γιατί καταρχάς έχει μία πραγματικά απίθανη μουσική. Θα την παρομοίαζα με έναν ωκεανό που μαίνεται από τα κύματα και τους τυφώνες. Υπάρχει ένταση και όλα εναλλάσσονται. Κι αν όλα μένουν στην επιφάνεια είναι γιατί καπετάνιος του καραβιού είναι ο Λουκάς Καρυτινός. Νομίζω ότι δεν θα υπήρχε καλύτερος για να οδηγήσει το καράβι στο λιμάνι του. Έχουμε λοιπόν μία πολύ γοητευτική μουσική και μία πολύ γοητευτική ιστορία, πολύ κοντά στα δικά μας ιστορίες που ίσως έχουμε ακούσει από τις γιαγιάδες μας και από το κοντινό παρελθόν στην επαρχία».
- Πως είναι η συνεργασία σας με τη σκηνοθέτη;
«Η Νίκολα Ράαμπ είναι πολύ απαιτητική, ίσως και δύσκολη, αλλά έχει φανταστικές ιδέες. Έβαλε ένα ολόκληρο θέατρο μέσα στην όπερα με καταπληκτικό τρόπο. Αντιμετώπισε δηλαδή την όπερα εντελώς θεατρικά. Κάναμε ολόκληρη ανάλυση του έργου, το δουλέψαμε πολύ σε στρογγυλό τραπέζι με σημειώσεις και πολύ αναλυτική προσέγγιση που μας βοήθησε να μπούμε στους ρόλους. Είναι εξαιρετική».

Sarah–Jane Brandon:
Η διεθνής σοπράνο που γελά όταν την αποκαλούν diva
Για την Sarah-Jane Brandon είναι η δεύτερη φορά που θα ερμηνεύσει τη Γενούφα μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, αφού πριν από δύο εβδομάδες τον ερμήνευσε με μεγάλη επιτυχία στην όπερα της Ντιζόν.
«Ο ρόλος είναι ιδιαίτερα προκλητικός. Πέραν του γεγονότος ότι είναι μεγάλος – η Γενούφα βρίσκεται συνεχώς στη σκηνή επί 2,5 ώρες – είναι ο χαρακτήρας που οδηγεί την ιστορία. Η πλοκή της όπερας ακολουθεί το «ταξίδι» της Γενούφα από τις δυσκολίες στην κατάκτηση της εσωτερικής γαλήνης. Πρέπει να διαχειριστείς την ενέργειά σου και να μεταφέρεις τα συναισθήματα και την εξέλιξη τους από την αρχή του έργου μέχρι το τέλος. Και πρόκειται για συναισθήματα που εκτείνονται σε μία τεράστια γκάμα».
- Θυελλώδη συναισθήματα…
«Αυτά που συμβαίνουν στη Γενούφα είναι πραγματικά απίστευτα. Κι εσύ πρέπει να είσαι σε θέση να τα μεταφέρεις στο κοινό. Ο Γιάνατσεκ επιλέγει ένα θετικό τέλος στην ιστορία του, αν και μοιάζει δύσκολο μέσα σε αυτές τις 2,5 ώρες να φτάσει η ιστορία σε αυτό το αίσιο τέλος. Όλα όμως συμβαίνουν πάρα πολύ γρήγορα και αυτό είναι η μεγαλύτερη πρόκληση: να μπορέσεις να ακολουθήσεις πειστικά αυτές τις ταχύτητες».
- Ποια συναισθήματα γεννά σε εσάς ο χαρακτήρας;
«Πιστεύω ότι είναι μία καταπληκτική γυναίκα. Βλέπει τα πράγματα, όσο άσχημα κι αν είναι, με έναν τρόπο που της δίνει τη δυνατότητα να συνεχίζει να ζει. Η Γενούφα είναι μία νέα και αδύναμη γυναίκα – πόσο μάλλον όταν είναι έγκυος – που άλλοι άνθρωποι της επιβάλλουν τι πρέπει να κάνει, αλλά τελικά καταφέρνει να πάρει τα ηνία της ζωής στα χέρια της. Ίσως είναι δύσκολο στην εποχή μας, που έχουμε τόσες επιλογές, να συναισθανθούμε τη θέση της, αλλά, αλήθεια, πόσοι δεν έχουμε ακούσει μία παρόμοια ιστορία από τους γονείς και τους προγόνους μας σε μία μικρή κοινωνία;»
- Πως είναι να είσαι μία «ντίβα» της όπερας στην εποχή μας;
(Δυνατά γέλια) «Όχι, όχι δεν είμαι ντίβα! Τουλάχιστον ελπίζω να μην συμπεριφέρομαι σαν αυτές που αποκαλούμε «ντίβες»… (γέλια). Σοβαρά τώρα, είναι πολύ ωραίο να έχεις τον κεντρικό χαρακτήρα σε μία όπερα. Είναι ωραίο αλλά ταυτόχρονα φέρει μεγάλη ευθύνη».
- Υπάρχουν «ντίβες» στην εποχή μας;
«Ναι, υπάρχουν αλλά μην περιμένετε να σας πω ονόματα (χαμογελά). Κοιτάξτε, όταν εργάζεσαι σκληρά και προσπαθείς να προχωρήσεις την καριέρα σου, είναι το τελευταίο πράγμα που σε απασχολεί κάποια τέτοια συμπεριφορά. Προσωπικά, το μοναδικό που επιδιώκω είναι να είμαι η καλύτερη που μπορώ κάθε φορά. Και, πιστέψτε με, όταν δεν συμβαίνει, δεν υπάρχει κανείς και καμία πιο απογοητευμένη στον κόσμο από εμένα την ίδια».
- Διάβασα το πρόγραμμα με τις επόμενες εμφανίσεις σας σε όλον τον κόσμο και ένιωσα εξάντληση από την πυκνότητα και το σε πόσες όπερες θα βρεθείτε…
«Είναι κάποιες φορές αγχωτική η ζωή μας. Πάντα ταξιδεύεις, πάντα είσαι μόνη – που είναι σκληρό – αλλά από την άλλη είναι επιλογή μου. Δεν με υποχρέωσε κανείς να το κάνω. Υπάρχουν βέβαια ημέρες που θα ήθελα απλώς να γυρίσω στο σπίτι μου και να κοιμηθώ στο δικό μου κρεβάτι και όχι σε κάποιου ξενοδοχείου και να δω την οικογένειά μου και τους φίλους μου, κάτι που δεν μπορώ να κάνω… Από την άλλη, είναι μεγάλη παρηγοριά που ξέρεις ότι και οι άλλοι στο θέατρο νιώθουν πάνω κάτω το ίδιο… Πάντα υπάρχουν ευγενικοί άνθρωποι τριγύρω να μοιραστείς τα συναισθήματά σου… Η δουλειά μας δεν είναι τόσο λαμπερή (glamorous) όσο φαίνεται… Εάν με έβλεπαν να ξυπνάω στις 4.30 το πρωί για να πάρω το τραίνο και από εκεί το αεροπλάνο για μία μακρινή χώρα όπου δεν γνωρίζω κανέναν, σέρνοντας τις βαλίτσες μου, νομίζω ότι δεν θα με ζήλευαν πολλοί…»
- Προλάβατε να δείτε την Αθήνα, όσες ημέρες είστε εδώ;
«Είναι αυτό που σας έλεγα πριν… Το μόνο που έχω δει από την Αθήνα είναι το δωμάτιο που μένω και τον δρόμο προς το θέατρο… Αλλά θα τα καταφέρω, πιστεύω, το Σαββατοκύριακο να δω και την πόλη. Μου έχει υποσχεθεί ένα φίλος ξενάγηση.».
- Πως σας φαίνονται οι εγκαταστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ίδρυμα Νιάρχος;
«Εκπληκτικές! Είστε πολύ τυχεροί στην Ελλάδα που έχετε αυτόν τον χώρο. Η ακουστική είναι τέλεια. Για εμάς τους τραγουδιστές, ξέρετε, μικρή σημασία έχει ένας χώρος να φαίνεται ωραίος. Η ακουστική είναι η απόλυτη προϋπόθεση για να αποδώσει η δουλειά μας».
Sabine Hogrefe, υψίφωνος:
Εισπράττω ζεστασιά από τους Έλληνες
Τον πρωταγωνιστικό ρόλο της μητριάς / Νεωκόρισσας ερμηνεύει η Γερμανίδα Ζαμπίνε Χογκρέφε, η υψίφωνος που αποθεώθηκε στην περσινή εναρκτήρια παραγωγή της ΕΛΣ, την Ηλέκτρα του Στράους
- Πως ήταν η πρώτη εμπειρία σας με το ελληνικό κοινό στην «Ηλέκτρα»;
«Εισέπραξα πάρα πολύ ζεστασιά και από το κοινό και από τους ανθρώπους της Λυρικής. Τώρα που επέστρεψα όλοι με υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό. Είναι πάρα πολύ ωραίο συναίσθημα να νιώθεις καλοδεχούμενη».
- Τι είναι πιο προκλητικό για μία καλλιτέχνη του επιπέδου σας στη Γενούφα; Η γλώσσα, η θεατρικότητα;
«Είναι η γλώσσα, ο ρυθμός, αλλά, όπως είπε και η Sarah, είναι περισσότερο η ταχύτητα της όπερας που σε καλεί να εκφράσεις πολλά συναισθήματα σε πολύ λίγο χρόνο. Κατακλύζεσαι από σκέψεις που θα ήθελες να είχες περισσότερο χρόνο να τις παρουσιάσεις στη σκηνή».
- Θα δικαιολογούσατε τις πράξεις του χαρακτήρα σας στο έργο;
«Η μητριά / Νεωκόρισσα είναι μία πολύ δυνατή γυναίκα, κυριαρχική σε αυτό το μικρό χωριό της Τσεχίας. Προσπαθεί να φροντίσει τη Γενούφα και να την προφυλάξει από την μοίρα που είχε η ίδια, όταν δέχτηκε να παντρευτεί έναν άντρα μέθυσο που τη χτυπούσε».
- Πιστεύετε ότι υπάρχουν ακόμα τέτοιες καταστάσεις στην Ευρώπη ή αλλού;
«Ναι, ιδίως σε περιοχές με καταπιεστική θρησκευτικότητα – πρόχειρα μου έρχεται στο μυαλό η Πολωνία. Νομίζω ότι η Γενούφα είναι μία πολύ σύγχρονη ιστορία με κοινωνικά μηνύματα που προκαλούν σκέψεις στους ανθρώπους».
- Πως επιλέγετε τις προτάσεις για ρόλους;
«Τις περισσότερες φορές εκείνες με επιλέγουν. Πέρσι, για παράδειγμα, ήταν ο χρόνος της «Ηλέκτρας» για εμένα.
- Μιλήστε μου για την παράσταση στη Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης.
«Ήταν μία σπουδαία εμπειρία. Μπήκα την τελευταία στιγμή στον θίασο, με τον μαέστρο μόλις που προλάβαμε να κάνουμε κάποιες προσαρμογές στη μουσική και να, βρέθηκα στη σκηνή, χωρίς ουσιαστικά καμία πρόβα, πέραν από την εμπειρία μου στην Αθήνα, να τραγουδάω στη ΜΕΤ…»
- Και αποθεωθήκατε. Αλήθεια, πόσο ανταποδοτικό είναι το χειροκρότημα για έναν καλλιτέχνη;
«Μα, είναι το ψωμί του καλλιτέχνη. Ιδίως σε ρόλους, όπως στην Ηλέκτρα, που δίνεις τα πάντα στη σκηνή και μένεις στο τέλος απόλυτα εξαντλημένη, χωρίς να μπορείς καν να σκεφτείς… Το χειροκρότημα είναι τα πάντα».
- Όταν βλέπω μία καλή παράσταση αναλογίζομαι πόσο κρίμα είναι που δεν θα μπορέσει να την απολαύσει κι άλλος κόσμος παρά μόνο όσοι ήταν τη συγκεκριμένη μέρα και ώρα στην αίθουσα. Έχετε εσείς αυτή την αίσθηση; Ότι η δουλειά σας, όσο καλή κι αν είναι, γεννιέται και πεθαίνει μέσα σε 2 – 2,5 ώρες;
Κάποιες φορές μου στέλνουν ηχογραφήσεις από παραστάσεις μου και δεν σας κρύβω πόσο βασανιστική είναι η ακρόαση, αφού σε κάθε σημείο σκέφτομαι ότι εδώ θα μπορούσα να το κάνω αλλιώς, εκεί έχω μεγάλη ένταση, αλλού έπρεπε να έχω περισσότερη… Ίσως είναι καλύτερο που οι παραστάσεις ζουν μόνο στον τόπο και στον χρόνο τους… Είναι δηλαδή μοναδικές και ανεπανάληπτες».

Γιώργος Κουμεντάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής ΕΛΣ:
Η όπερα δεν είναι νεκρή, αλλά εξελίσσεται συνεχώς
«Ήταν μία πολύ μεγάλη πρόκληση το ανέβασμα της «Γενούφα» γιατί είναι η πρώτη φορά που ανεβαίνει στη Λυρική Σκηνή. Το ευτύχημα ήταν ότι η μουσική έχει τέτοια δύναμη που κέρδισε αμέσως τους πάντες. Έχουμε επίσης μία πολύ ευρηματική σκηνοθεσία που μπαίνει μέσα στην ψυχή των ηρώων».
- Ποιο είναι το στίγμα της σεζόν που ξεκινά για την Εθνική Λυρική Σκηνή;
«Ολοκληρώσαμε την προηγούμενη σεζόν με την «υπόθεση Μακρόπουλου» του Γιάνατσεκ και ξεκινάμε με τη «Γενούφα» του ιδίου. Δίνουμε έτσι το στίγμα για το πώς αντιμετωπίζουμε την όπερα του 20ου αιώνα. Ο Γιάνατσεκ είναι ένας θαυμάσιος συνθέτης που επηρέασε όλες τις μετέπειτα γενιές των συνθετών».
- Η ιστορία της «Γενούφα» έχει ομοιότητες με τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη…
«Είναι κατά κάποιον τρόπο ο αντίποδας της Φόνισσας. Είναι σαν να βλέπεις το ίδιο πράγμα από άλλη οπτική γωνία. Έχει πολλές ομοιότητες αλλά και πάρα πολλές διαφορές. Πάντως και τα δύο έργα ασχολούνται με την ανθρώπινη φύση σε ένα περιβάλλον εντάσεων με ηθικές καταστάσεις οι οποίες διαλύουν την ψυχοσύνθεση των γυναικών. Ο Γιάνατσεκ χρησιμοποιεί την παράδοση και την ίδια στιγμή κατά κάποιον τρόπο την «απαξιώνει» για να περάσει από το επίπεδο του φολκλόρ στη διάσταση του μεταφυσικού. Η Ράαμπ και ο Σουγλίδης (σκηνικά) δημιουργούν ένα σύστημα ανθρώπων και περιβάλλοντος ως ενιαίου έργου τέχνης, άκρως εικαστικού και συμβολικού».
- Γιατί «Μακρόπουλος» και «Γενούφα» και όχι «Τουραντότ» και «Αΐντα» που θα εξασφάλιζαν μία γεμάτη αίθουσα χωρίς προσπάθεια; Γιατί το ρίσκο με λιγότερο γνωστά έργα;
«Και ιταλική όπερα έχουμε και το ρίσκο που παίρνουμε είναι μετρημένο στις δυνάμεις μας. Φιλοδοξία μας είναι να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας και λίγο την εποχή μας. Λένε πολλοί ότι η όπερα είναι νεκρό είδος και πεθαίνει, αλλά βλέπουμε συνεχώς να εξελίσσεται περισσότερο από άλλα είδη. Εμένα δεν με φοβίζει ο τρόπος για να επικοινωνήσουμε αυτό που θεωρούμε ολικό γεγονός στην όπερα του 20ου αιώνα. Μιλάω για την ερμηνεία αυτών των έργων, βάζοντας στο κέντρο της προσπάθειας να προκαλέσουμε ένα ενδιαφέρον σημερινό, αυτό δηλαδή που μπορεί να αισθανθεί τώρα ο θεατής και να του δώσουμε μία ώθηση για να παρακολουθήσει αυτό το ταξίδι που κάνουμε και εμείς. Η «Γενούφα», για παράδειγμα, είναι ένα έργο που έχει αφήσει το στίγμα του εδώ και πάρα πολλά χρόνια με δεκάδες διαφορετικές παραστάσεις σε όλον τον κόσμο. Μόνο στην Ελλάδα δεν είχε παιχτεί. Θέλουμε να γίνουμε μέρος των διεθνών διεργασιών».
- Δεν πρόκειται δηλαδή για απλή ανανέωση του ρεπερτορίου της Λυρικής…
«Ναι, δεν είναι μόνο ανανέωση αλλά κλείσιμο των «κενών» που έχουμε, όπως έχουμε κενά και για τη ρώσικη σχολή και τη γαλλική σχολή. Θα θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα κοινό που θα θέλει να ταξιδεύει ακόμα και σε άγνωστες περιοχές. Αυτό είναι μία πρόκληση. Με την ανταπόκριση του κοινού φέτος δεν ξέρω τι θα γίνει αλλά πέρσι ήτανε το απόλυτο Sold out. Οπότε ναι, ο κόσμος ακολούθησε τις επιλογές, ίσως να ακολούθησε και το νέο κτίριο ή τη νέα φιλοσοφία που παράγεται αυτή τη στιγμή. Ελπίζω ότι δεν ακολούθησε απλώς μία μόδα… Και στην Εναλλακτική Σκηνή είχαμε μία πληρότητα 80 και 90% πέρσι χωρίς καμία υποχώρηση στο είδος. Κάναμε μόνο καινούργιες παραγωγές με αναθέσεις, κοιτάζοντας την έννοια του μουσικού θεάτρου από δεκάδες πλευρές. Αυτό μας βοηθάει φέτος να μεταφέρουμε το ίδιο στίγμα και στη μεγάλη σκηνή. Αν βάλουμε μαζί και την εκπαίδευση και την κοινωνική προσφορά θα πάμε σε ένα ενιαίο σύστημα το οποίο είναι το όνειρό μου. Μάλλον πάντως πάμε καλά…»
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μουσική διεύθυνση: Λουκάς Καρυτινός
Σκηνοθεσία: Νίκολα Ράαμπ
Παραστάσεις
14, 19, 21, 24, 27 Οκτωβρίου 2018
2 Νοεμβρίου 2018
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Ώρα έναρξης: 20.00 (Κυριακές στις 18.30)
Σκηνικά-κοστούμια: Γιώργος Σουγλίδης
Φωτισμοί: Νταβίντ Ντεμπριναί
Κινησιολογία: Φώτης Νικολάου
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Γριά Μπούρυγια: Ινές Ζήκου
Λάτσα: Φρανκ Βαν Άκεν
Στέβα: Δημήτρης Πακσόγλου
Νεωκόρισσα (kostelnička): Ζαμπίνε Χογκρέφε (14, 21, 24/10) – Τζούλια Σουγλάκου (19, 27/10, 2/11)
Γενούφα: Σάρα-Τζέιν Μπράντον (14, 21, 24/10) – Μαρία Μητσοπούλου (19, 27/10, 2/11)
Επιστάτης: Γιάννης Γιαννίσης
Δήμαρχος: Δημήτρης Κασιούμης
Σύζυγος του Δημάρχου: Μαργαρίτα Συγγενιώτου
Κάρολκα: Άρτεμις Μπόγρη
Αγρότισσα Κόλουσινα: Μπαρούνκα Πράιζινγκερ
Μπάρενα: Βαρβάρα Μπιζά
Γιάνο: Μιράντα Μακρυνιώτη
Τέτκα: Αναστασία Κότσαλη
Με την Ορχήστρα και τη Χορωδία της ΕΛΣ
Περισσότερες πληροφορίες στον ιστότοπο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Δημήτρης Καλαντζής

Latest posts by Δημήτρης Καλαντζής (see all)
- Το gay Πεδίον του Άρεως - May 17, 2023
- Το γκέτο διακίνησης ναρκωτικών από το Πεδίον του Άρεως στον Άγιο Παύλο και τον σταθμό Λαρίσης - March 18, 2023
- Νοσοκομείο Ελπίς: επαγγελματισμός και ανθρωπιά στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας - March 3, 2023