
του Δημήτρη Καλαντζή.
Θα περίμενε κάποιος ότι η δίκη για τον βιασμό και τη δολοφονία της φοιτήτριας Ελένης Τοπαλούδη από δύο νέους άνδρες στη Ρόδο, θα εξελισσόταν χωρίς εκπλήξεις: το έγκλημα ήταν ομολογημένο στις αρχικές καταθέσεις μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, όλα τα πειστήρια και οι μαρτυρίες αποδείκνυαν την ενοχή των κατηγορουμένων και η υπερασπιστική γραμμή των δραστών θα κρατούσε τους χαμηλότερους δυνατούς τόνους, ώστε σε επόμενο χρόνο να επιδιώξει ελάφρυνση των ποινών, έχοντας στα χέρια της κάποιες ενδείξεις – εάν όχι πειστήρια – «ειλικρινούς μεταμέλειας».
Η αναμενόμενη «ομαλή εξέλιξη» όμως τινάχθηκε στον αέρα.
Η υπερασπιστική γραμμή χαράχτηκε στο πνεύμα: το θύμα ήταν περίπου συνένοχο με τους δράστες, είχε προβλήματα εξάρτησης, ίσως και ψυχιατρικά θέματα, ενώ δεν βιάστηκε ποτέ αλλά «προκάλεσε τους δράστες», οι οποίοι στην πραγματικότητα ήταν «καλά αλλά λίγο ζωηρά αγόρια» και έτσι έγινε το «κακό», για το οποίο δεν είναι ξεκάθαρο ποιος είχε τον πρώτο ρόλο και ποιος τον δεύτερο, επομένως «μην τους καταδικάσετε σκληρά»…
Η τακτική δεν ήταν πρωτόγνωρη. (Ποιος δεν θυμάται την άτυχη ερωμένη του επιχειρηματία που -πόσο απρόσκετη ήταν!- πήγε και έπεσε στο ξίφος που κρατούσε εκείνος…)
Πρωτόγνωρη ήταν η αντίδραση της εισαγγελέως σε αυτή τη δίκη, της κυρίας Αριστοτέλειας Δόγκα.
Στη γεμάτη πάθος (υπέρ της δικαιοσύνης) αγόρευσή της, στηλίτευσε την απόπειρα των δραστών να ξεγελάσουν το δικαστήριο με τεχνάσματα, αντί να αναλάβουν το βάρος των πράξεων τους και να ζητήσουν εξιλέωση. H κυρία Δόγκα βγήκε από την αναμενόμενη ρουτίνα του «κάνω πως δεν καταλαβαίνω την υπερασπιστική γραμμή» και έθιξε τον «ελέφαντα στη δικαστική αίθουσα», τις πρακτικές δηλαδή ορισμένων δικηγόρων που παρεμποδίζουν την απόδοση δικαιοσύνης και συμβάλλουν στην εδραίωση του αξιώματος στην κοινή γνώμη πως «εάν έχεις έναν καλό δικηγόρο, «καθαρίζεις» για όλα». Είναι πρακτικές για τις οποίες συζητούν δικαστές, εισαγγελείς, πολίτες, πολλοί δικηγόροι, αλλά ουδείς τολμά να φέρει στον δημόσιο διάλογο.
Γιατί δεν τολμά;
Οι επιθέσεις που δέχτηκε η εισαγγελέας δίνουν την απάντηση από μόνες τους. Η οργή του Δικηγορικού Συλλόγου -έφτασε στο σημείο να εισβάλει δια ενός μέλους του στο δικαστήριο κατά τη διάρκεια της δίκης- ήταν μάλλον η πιο ήπια και –τουλάχιστον- ξεκάθαρη ως προς την αφορμή εκδήλωσής της και του σκοπού της να τερματίσει εν τη γενέσει του έναν τέτοιον δημόσιο διάλογο για τα μέλη του.
Οι άλλες επιθέσεις που δέχτηκε η εισαγγελέας δεν «χτύπησαν» τη στάση της απέναντι στην υπερασπιστική γραμμή των συνηγόρων, αλλά πήραν χαρακτηριστικά «δολοφονίας χαρακτήρα».
ΕΠΙΘΕΣΗ ΑΠΟ ΥΠΟΥΡΓΟ
Η ανάρτηση του Υπουργού στο προσωπικό του προφίλ στο facebook ήταν η εξής:
«Τα δικαστήρια δεν είναι «λαϊκή απογευματινή». Άλλο η ενσυναίσθηση, αναγκαίο στοιχείο για μια ισορροπημένη δικαστική κρίση, και άλλο η ταύτιση. Η εμπιστοσύνη στο κράτος δικαίου προϋποθέτει δικαστικούς λειτουργούς που αποφεύγουν τις συναισθηματικές ταυτίσεις ακόμη και με τα θύματα των πιο ειδεχθών εγκλημάτων. Ακριβώς διότι δεν πρέπει να αφήνουν καμία χαραμάδα αμφιβολίας ότι κρίνουν με βάση προσωπικές απόψεις και ευαισθησίες ή με το κατά που δείχνει το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε άλλωστε σημαντική ανασφάλεια δικαίου. Τον δικαστικό λειτουργό τον θέλουμε ψυχρό και αμερόληπτο πάνω στην έδρα διότι οφείλει να κρίνει ΚΑΙ κόντρα στις προσωπικές του απόψεις, να λαμβάνει ΚΑΙ αντιδημοφιλείς αποφάσεις, πάντα στο πλαίσιο όσων ορίζουν το Σύνταγμα και οι νόμοι. Διαφορετικά ο δρόμος προς τον δικαστικό λαϊκισμό, σε αποφάσεις δηλαδή που χαϊδεύουν την κοινή γνώμη, είναι ορθάνοιχτος και εξαιρετικά ολισθηρός για το κύρος της δικαιοσύνης και τη λειτουργία του πολιτεύματος. Εύχομαι από καρδιάς οι γονείς της άτυχης κοπέλας να λάβουν την ηθική δικαίωση που τους οφείλει η δικαιοσύνη και η πολιτεία. Και οι ένοχοι την τιμωρία που τους αξίζει».
Η ανάρτηση αυτή του Υπουργού είχε 1.600 likes και 157 κοινοποιήσεις (μέχρι τις 25/05/2020). Είναι πολύ δύσκολο να χαρακτηριστεί ως «ανάρτηση γνώμης», όπως εκ των υστέρων, και κατόπιν μεγάλων αντιδράσεων, υποστήριξε ο συντάκτης, αφού χρησιμοποιεί το ρήμα «θέλουμε», που υποδηλώνει ότι εκπροσωπεί κάποιο σύνολο ανθρώπων, που εν προκειμένω, λόγω της θέσης του, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι εκφράζει την κυβέρνηση. Στην ουσία της ανάρτησης τώρα, η επίθεση στην εισαγγελέα έχει προφανή χαρακτηριστικά «επίθεσης χαρακτήρα», καθώς δημιουργεί συνειρμούς με κάτι αρνητικό, κατά την οπτική του συντάκτη, τη «λαϊκή απογευματινή» των θεατρικών παραστάσεων. Με άλλα λόγια, ο συντάκτης κατηγορεί την εισαγγελέα ότι μετέτρεψε μία σοβαρή δίκη σε ευτελή θεατρική παράσταση. Και συνεχίζει, αποδίδοντάς της «μη ισορροπημένη δικαστική κρίση», «ταύτιση με το θύμα», «εκφορά θέσης, σύμφωνα με τις προσωπικές της απόψεις», «χάιδεμα της κοινής γνώμης» και εν τέλει, υπονόμευση της δικαιοσύνης, αφού «αφήνει ορθάνοιχτο τον δρόμο προς τον δικαστικό λαϊκισμό» που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε προβλήματα για την «λειτουργία του πολιτεύματος».
Από το όλο ύφος της ανάρτησης εξάγεται το προφανές συμπέρασμα ότι σκοπός της ανάρτησης ήταν η καταγγελία της εισαγγελέως. Εκείνο που δεν είναι προφανές είναι ο λόγος που καταγγέλλεται η εισαγγελέας. Ως όφειλε, εκ της θέσεως της, η κυρία Δόγκα είχε την υποχρέωση στην αγόρευσή της να πάρει θέση. Να προτείνει στους δικαστές και τους ενόρκους τη γνώμη που σχημάτισε εκείνη από τη διαδικασία της δίκης και να κατευθύνει την κρίση τους (όπως αντίστοιχα, οι συνήγοροι υπεράσπισης επιχειρούν να κατευθύνουν την κρίση των δικαστών και των ενόρκων υπέρ των κατηγορουμένων). Για ποιον λόγο λοιπόν εγκαλείται από τον Υπουργό; Μήπως η καταδίκη βιαστών και δολοφόνων, όπως ζήτησε η εισαγγελέας, αποτελεί «μεροληπτική στάση» υπέρ του θύματος; Ή μήπως αποτελούν «προσωπικές απόψεις της» ότι οι βιαστές και δολοφόνοι πρέπει να τιμωρούνται;
Η επιθετική ανάρτηση γίνεται ακόμα πιο δύσκολα κατανοητή, όταν κλείνει με την ευχή του Υπουργού «να λάβουν οι γονείς της άτυχης κοπέλας την ηθική δικαίωση που τους οφείλει η δικαιοσύνη και η πολιτεία. Και οι ένοχοι την τιμωρία που τους αξίζει». Ο Υπουργός δηλαδή εύχεται να γίνει αυτό που πρότεινε η εισαγγελέας.
Η λογική ασυνέχεια της ανάρτησης δημιουργεί εύλογες απορίες για κάποια διαφορετική ατζέντα που κρύβει η επίθεση.
ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥΣ, ΔΙΑΜΟΡΦΩΤΕΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΓΝΩΜΗΣ
Την ανάρτηση του Υπουργού επιχείρησαν να υπερασπιστούν κάποιοι δημοσιογράφοι και αρθρογράφοι, με διαφορετικό ύφος ο καθένας, ανάλογο με τη συγκρότηση και τον δημόσιο λόγο τους.
Πιο επιθετικό κείμενο ήταν εκείνο που αναρτήθηκε σε ευρείας αναγνωσιμότητας ιστοσελίδα από αρθρογράφο. Ξεκινά ως εξής:
«Όλοι παρακολουθήσαμε συγκλονισμένοι την υπόθεση του βιασμού και της δολοφονίας της 19χρονης Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο, το 2018. Προσωπικά, στέκομαι με σεβασμό στο πλευρό των τραγικών γονέων και πιστεύω ότι αποδόθηκε πραγματικά δικαιοσύνη με τα ισόβια που έφαγαν οι δολοφόνοι της άτυχης κοπέλας. Αλλά το ριάλιτι που έπαιξε η εισαγγελέας Αριστοτελία Δόγκα, η οποία βρήκε ευκαιρία να πλασαριστεί με τον πόνο αυτών των ανθρώπων και, λιγωμένη για δημοσιότητα, να πάρει τα πέντε λεπτά που της αναλογούν, ήταν μεγάλο φάλτσο. Μετέτρεψε ένα δράμα, -κοινωνικό, ανθρώπινο και οικογενειακό-, σε λαϊκή απογευματινή…».
Εδώ η επίθεση «δολοφονίας χαρακτήρα» είναι ξεκάθαρη. Με αφετηρία την «κατηγορία» του Υπουργού περί «λαϊκής απογευματινής», ο αρθρογράφος κλιμακώνει την μομφή, παρουσιάζοντας την εισαγγελέα ως παίκτρια «ριάλιτι», που χρησιμοποίησε τον πόνο των γονιών της Ελένης Τοπαλούδη «για να πλασαριστεί, λιγωμένη για πέντε λεπτά δημοσιότητας». Που εδράζεται ο αρθρογράφος για να απευθύνει αυτές τις βαρύτατες ηθικές κατηγορίες εναντίον της εισαγγελικής λειτουργού; Δεν μας αποκαλύπτει. Ζητά να το πάρουμε ως δεδομένο, χωρίς καμία περαιτέρω αναφορά, αλλά και χωρίς η κοινή γνώμη να έχει κάποια υποψία περί τέτοιων προθέσεων από την πλευρά της εισαγγελέως, καθώς μέχρι τη στιγμή που δημοσιεύτηκε το εν λόγω «άρθρο γνώμης», δεν είχε υπάρξει κάποια δήλωση της εισαγγελέως στους δημοσιογράφους, κάποια συνέντευξη ή ακόμα και η φωτογραφία της, που θα ήταν ενδεχομένως «ενδείξεις» ότι αποζητά τη δημοσιότητα – πόσο μάλλον ότι ήταν «λιγωμένη για δημοσιότητα»…
Σε άλλο «άρθρο γνώμης» επίσης σε μεγάλης αναγνωσιμότητας ιστότοπο, ο συντάκτης επιχειρεί πιο επιδέξια να καταγγείλει την εισαγγελέα:
«…άλλο η δριμεία καταδίκη των στυγερών εγκλημάτων και της προσωπικότητας των δραστών, άλλο η παρηγοριά στους τραγικούς συγγενείς των θυμάτων και άλλο η εκδήλωση χωρίς καμία επιφύλαξη της ταύτισης του εισαγγελέα με τη μία η την άλλη δικαζόμενη πλευρά. Οι εισαγγελείς και οι δικαστές εκφράζουν με ανθρώπινο τρόπο νομικά και πραγματικά επιχειρήματα τη θέση τους για τη δικαζόμενη υπόθεση. Όμως οφείλουν από το θεσμικό τους ρόλο να κρατούν την αναγκαία απόσταση, που επιτρέπει την αντικειμενική προσέγγιση της υπόθεσης και πείθει τους πάντες για την αμεροληψία τους. Αν δεν το κάνουν, δεν κάνουν τη δουλειά τους σωστά. Και αυτό σημαίνει πολλά…».
Η εισαγγελέας, σύμφωνα με το άρθρο, ανήκει προφανώς σε αυτούς που «δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους». Όμως, όπως και στην ανάρτηση του Υπουργού, δεν διευκρινίζεται ο λόγος που «δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους». Ο εισαγγελέας οφείλει εκ της θέσης του, στην τελική του αγόρευση, να είναι απολύτως μεροληπτικός υπέρ αυτού που η ακροαματική διαδικασία ανέδειξε ως θύμα και κατά εκείνου που ανέδειξε ως δράστη. Εάν είναι ουδέτερος, «αμερόπλητος», αποστασιοποιημένος, τότε πραγματικά δεν κάνει καλά τη δουλειά του…
ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
Σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνει το δίκαιο των Ηνωμένων Πολιτειών, ως «δολοφονία χαρακτήρα» ορίζεται:
«Η συκοφαντική ή βίαιη προσωπική λεκτική επίθεση σε ένα άτομο με την πρόθεση να καταστραφεί ή να υποστεί βλάβη η φήμη του ή η αξιοπιστία του. Οι επιθέσεις «δολοφονίας χαρακτήρα» είναι συχνά δύσκολο να αντιστραφούν ή να διορθωθούν. Επομένως η «δολοφονία χαρακτήρα» παρομοιάζεται με μια κυριολεκτική δολοφονία μίας ανθρώπινης ζωής. Η ζημιά στο θύμα μπορεί να διαρκέσει μια ζωή ή -για ιστορικά πρόσωπα και σημαντικές προσωπικότητες- για πολλούς αιώνες μετά το θάνατό τους. Η «δολοφονία χαρακτήρα» περιλαμβάνει μια σκόπιμη προσπάθεια να καταστραφεί η φήμη ενός ατόμου, ειδικά με την κριτική του με άδικο και ανέντιμο τρόπο όταν δεν είναι παρών και δεν μπορεί να απαντήσει. Η «δολοφονία χαρακτήρα» μπορεί να περιλαμβάνει υπερβολή ή χειραγώγηση γεγονότων, ώστε να παρουσιαστεί μία αναληθή εικόνα του στοχευόμενου ατόμου, η διάδοση φημών, υπονοούμενων ή εσκεμμένης παραπληροφόρησης σε θέματα που σχετίζονται με τα ήθη ή την ακεραιότητα του θύματος».
Τον Ιούλιο του 2011, μελετητές από εννέα χώρες συγκεντρώθηκαν στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης στη Γερμανία, για να συζητήσουν «την τέχνη της κηλίδωσης και της δυσφήμισης στην ιστορία και στο σήμερα». Η ομάδα περιελάμβανε ιστορικούς, πολιτικούς επιστήμονες και πολιτικούς ψυχολόγους, οι οποίοι συνέστησαν τη «Διεθνή Εταιρεία για τη Μελέτη της Δολοφονίας Χαρακτήρων» με τακτικές συνεδριάσεις που είχαν ως αποτέλεσμα την έκδοση του τόμου «Character Assassination throughout the Ages» υπό την επιμέλεια των καθηγητών M. Icks, E. Shiraev.
Στην εισαγωγή του τόμου σημειώνεται:
«Δολοφονία χαρακτήρα είναι η σκόπιμη καταστροφή της φήμης ενός ατόμου. Οι πιο χαρακτηριστικοί στόχοι ή θύματα των επιχειρήσεων δολοφονίας χαρακτήρα είναι πολιτικοί ηγέτες, αξιωματούχοι, διασημότητες, επιστήμονες, αθλητές και άλλα δημόσια πρόσωπα. Οι «δολοφόνοι χαρακτήρων» στοχεύουν στην ιδιωτική ζωή, τη συμπεριφορά, τις αξίες και την ταυτότητα των θυμάτων τους. Οι βιογραφικές λεπτομέρειες τροποποιούνται ή κατασκευάζονται. Τα προσωπικά χαρακτηριστικά δημοσιοποιούνται. Τα επιτεύγματα αμφισβητούνται. Οι καλές προθέσεις αμφισβητούνται. Χρησιμοποιώντας υπερβολές, κοροϊδία, ισχυρισμούς, υπαινιγμούς και ψέματα, πραγματοποιούνται επιθέσεις για να βλάψουν την ηθική στάση του θύματος στα μάτια του κοινού. Επίσης, προσπαθούν να προκαλέσουν μια αρνητική συναισθηματική απόκριση του κοινού προς το θύμα. Ως μορφή δυσφήμισης, προσκρούουν στο argumum ad hominem, μια ρητορική στρατηγική που αφορά την υπονόμευση της αξιοπιστίας ενός αντιπάλου. Ωστόσο, σε αντίθεση με το ad hominem, οι επιθέσεις χαρακτήρων δεν χρειάζεται να πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο μιας συζήτησης. Περιλαμβάνουν προφορικές παρατηρήσεις, γραπτές δηλώσεις, αστεία, ονόματα και πολλές άλλες μορφές λεκτικών και μη λεκτικών έκφραση. Οι επιθέσεις χαρακτήρα μπορούν να στοχεύουν την πίστη, την αξιοπιστία, τις φιλοδοξίες, το οικογενειακό υπόβαθρο, την εθνικότητα, τη σεξουαλική συμπεριφορά και οποιαδήποτε άλλα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τη συμπεριφορά και το χαρακτήρα ενός ατόμου. Οι επιτιθέμενοι ελπίζουν να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτό ένα συγκεκριμένο άτομο. Εάν καταφέρουν να καταστρέψουν τη φήμη του θύματος τους, μιλάμε για επιτυχείς επιθέσεις και δολοφονία χαρακτήρα. Ωστόσο, οι επιθέσεις μπορεί να αποτύχουν. Μπορούν ακόμη και να προκαλέσουν την αντίδραση εναντίον του εισβολέα…»
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η εισαγγελέας Αριστοτέλεια Δόγκα σε συνομιλία της με τον δημοσιογράφο Γ.Β. Λαμπρόπουλο που δημοσιεύτηκε στο «Βήμα της Κυριακής» στις 25/05/2020, αναφέρει ότι σκέφτεται να παραιτηθεί λόγω των πιέσεων που δέχεται. Ασφαλώς η συνέχιση του λειτουργήματός της θα είναι δύσκολη, μετά από όλες αυτές τις επιθέσεις – επαναλαμβάνουμε, πρωτοφανείς εναντίον εισαγγελέως σε ποινική δίκη – αλλά θα ήταν σίγουρα εξαιρετικά σημαντικό εάν η περίπτωσή της «εκπυρσοκροτούσε», δηλαδή η επιχείρηση «δολοφονίας χαρακτήρα» γύριζε εναντίον όσων την εξαπέλυσαν. Είναι αντικειμενικά δύσκολο, καθώς δεν διαθέτει «κομματική ομπρέλα» και μηχανισμό υποστήριξης, καθ’ όσων γνωρίζουμε, αλλά σίγουρα θα τάραζε τα νερά – και ίσως κάποιες πρακτικές – για ένα θέμα ταμπού του νομικού μας πολιτισμού.

Δημήτρης Καλαντζής

Latest posts by Δημήτρης Καλαντζής (see all)
- Ο «τέτοιος» στο Χαλάνδρι - September 10, 2023
- Δημιουργείται ο πρώτος Ξενώνας Φιλοξενίας Άστεγων και Ευάλωτων ΛΟΑΤΚΙ+ Ατόμων στην Αθήνα - August 30, 2023
- Το gay Πεδίον του Άρεως - May 17, 2023