
του Δημήτρη Καλαντζή.
Δεκαετία του 1980 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Ρόναλντ Ρίγκαν υπόσχεται να κάνει την Αμερική great again με ανάπτυξη, ευημερία και ευκαιρίες για όλους. Οι πλούσιοι όμως γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί, φτωχότεροι, την ώρα που ο κινηματογράφος αποθεώνει την απληστία ως στάση ζωής. Είναι το κυνήγι του «περισσότερου»: περισσότερα λεφτά, περισσότερη δύναμη, περισσότερες ηδονές. Και όταν δεν μπορείς να έχεις «περισσότερα» στην πραγματική ζωή, τα αναζητάς στα ναρκωτικά.
Η «καλή κοινωνία» χρησιμοποιεί κοκαΐνη με το κουτάλι. Η φτωχή κοινωνία των αφρο-αμερικανών συντονίζεται με το crack. Μία φτηνή εκδοχή της κοκαΐνης που αλλάζει τα πάντα. Οι πιτσιρικάδες που πριν έκαναν ουρές στις κοινωνικές δομές για ένα πιάτο φαγητό, γίνονται μέσα σε ένα βράδυ ντίλερς του crack και βγάζουν χιλιάδες δολάρια. Όλοι θέλουν το νέο ναρκωτικό που θα τους ανεβάσει. Και ταυτόχρονα θα τους εθίσει, θα τους στιγματίσει και θα θεμελιώσει ακόμα πιο βαθειά τις διακρίσεις σε βάρος τους από την αστυνομία.
Το «Crack» είναι το νέο ντοκιμαντέρ του πολυβραβευμένου κινηματογραφιστή Stanley Nelson για το Netflix. Και είναι αποκαλυπτικό.
Με προσωπικές μαρτυρίες από πρώην ντίλερς, χρήστες, αστυνομικούς, δημοσιογράφους, εκπροσώπους της αφροαμερικανικής κοινότητας και πολύτιμο αρχειακό υλικό, ο Nelson φτιάχνει το κολάζ της διάδοσης των ναρκωτικών στα φτωχά στρώματα της Αμερικανικής κοινωνίας. Αναδεικνύει την κυβερνητική υποκρισία που έκλεινε τα μάτια (αν όχι ενθάρρυνε) την εισαγωγή τόνων κοκαΐνης από τους «Κόντρας» της Νικαράγουας, την ώρα που η Νάνσι Ρίγκαν διεξήγαγε την καμπάνια “just say no” στα ναρκωτικά. Χρονογραφεί την αδιαφορία των διωκτικών αρχών (και ενίοτε τη διαφθορά τους) για την ανομία στις φτωχές κοινότητες και την υπερβολική αντίδρασή τους, όταν το πρόβλημα έγινε πολιτικό / ψηφοθηρικό.
Το άγριο εθιστικό ναρκωτικό άλλαξε για πάντα τις κοινότητες των Αφροαμερικανών που αγωνίζονταν να σπάσουν τον κύκλο της φτώχειας. «Δεν μπορούσες να πας σε μια λευκή γειτονιά οπουδήποτε στη χώρα και να δεις ανθρώπους να πωλούν ανοιχτά crack», είπε ο Nelson στον Guardian. «Ωστόσο, σε μέρη όπως το Λος Άντζελες, τη Νέα Υόρκη και την Ουάσινγκτον, οι άνθρωποι έκαναν ουρές στις φτωχές γειτονιές, ή ακόμη και έρχονται από τα προάστια με τα αυτοκίνητά τους για να αγοράσουν με drive through ναρκωτικά».
Η οικονομία του crack ήταν στην αρχή επαναστατική για τους φτωχούς αφροαμερικανούς, αλλά το κυνήγι του πλούτου -με παντελή απουσία του νόμου- οδήγησε σε ένοπλες διαμάχες μεταξύ ανταγωνιστικών φατριών που μετέτρεψαν τις γειτονιές σε πολεμικές ζώνες.
«Το crack χτύπησε ανθρώπους που δεν είχαν παγιδευτεί από άλλα ναρκωτικά», λέει ο Nelson, αναφερόμενος στον αντίκτυπό του ναρκωτικού στις γυναίκες, και ιδίως στις μητέρες, πολλές από τις οποίες θα χάσουν ή θα παραδώσουν την επιμέλεια των παιδιών τους. «Οι άνθρωποι έσπαζαν αυτοκίνητα για να κλέψουν ραδιόφωνα. Θυμάμαι ότι τότε είχαμε αφαιρούμενα τιμόνια στα αυτοκίνητά μας για να κάνουμε πιο δύσκολες τις κλοπές».
Ο Corey Pegues, πρώην έμπορος ναρκωτικών, περιγράφει πώς στα πρώτα χρόνια του crack, πιάστηκε από την αστυνομία με πάνω από 300 φιαλίδια στο σακίδιό του. Αλλά προς έκπληξή του, αντί να τον ρίξουν στη φυλακή, τον άφησαν να συνεχίσει τον δρόμο του, καθώς, όπως έμαθε εκ των υστέρων, οι αστυνομικοί ήταν στη μισθοδοσία των μεγαλεμπόρων.
Τα πράγματα άλλαξαν, ωστόσο, όταν οι ίδιες οι κοινότητες επαναστάτησαν για την κατάσταση εξαθλίωσης που είχαν περιέλθει με τις συμμορίες να ανταλλάσσουν πυροβολισμούς κάθε νύχτα κάτω από τα σπίτια τους. Οι ίδιοι οι αφροαμερικανοί άρχισαν να απαιτούν αυξημένη παρουσία της αστυνομίας, ενώ τα ΜΜΕ έδιναν όλο και περισσότερη έκταση σε τραγωδίες όπως του θανάτου ενός υπερ-ταλαντούχου αθλητή του ΝΒΑ (Len Bias) από χρήση crack.
Από τον Ρόναλντ Ρέιγκαν στον Μπιλ Κλίντον, ο «πόλεμος κατά των ναρκωτικών» πήρε χαρακτηριστικά στρατιωτικής επιχείρησης με μία τιμωρητική διάθεση εναντίον των χρηστών (κατά κανόνα αφρο-αμερικανών) και όχι των εμπόρων και μεγαλο-διακινητών. Κάτι που ξεκίνησε ως χημικός πόλεμος εναντίον του φτωχού μέρους της κοινωνίας, εξελίχθηκε σε περιθωριοποίηση και στιγματισμό των αφροαμερικανών, σε έναν φαύλο κύκλο που βρίσκεται ακόμα σε δυναμική κατάσταση.
Δείτε το ντοκιμαντέρ και κάντε τις συγκρίσεις. Με τις εθνικές μαφίες των ναρκωτικών στο κέντρο της Αθήνας και το γκέτο εμπορίας και ανομίας στο Μενίδι.

Δημήτρης Καλαντζής

Latest posts by Δημήτρης Καλαντζής (see all)
- Το gay Πεδίον του Άρεως - May 17, 2023
- Το γκέτο διακίνησης ναρκωτικών από το Πεδίον του Άρεως στον Άγιο Παύλο και τον σταθμό Λαρίσης - March 18, 2023
- Νοσοκομείο Ελπίς: επαγγελματισμός και ανθρωπιά στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας - March 3, 2023